Παρασκευή 12 Ιουλίου 2013

Η ΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΝΑΥΤΙΚΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΙΟΝΙΟΥ ΠΕΛΑΓΟΥΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΥΣ ΠΟΛΕΜΟΥΣ



Του Αντιναυάρχου ε.α. Ιωάννη Παλούμπη ΠΝ 

Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Ναυτική Ελλάς», τ. 941, σ.37.
ΦΕΒ. 2012, εκδ. ΕΘΕ (Ελληνική Θαλάσσια Ένωση)/ΓΕΝ.

Η κανονιοφόρος "Α" πρώην "Σφακτηρία"
Η ναυτική μοίρα του Ιονίου Πελάγους από την έναρξη του Α’ Βαλκανικού Πολέμου ανέλαβε μια σειρά επιχειρήσεων, οι  οποίες αφ’ ενός αποσκοπούσαν στην εξουδετέρωση της μόνης υπαρκτής οθωμανικής ναυτικής παρουσίας στον Αμβρακικό κόλπο, αφ’ ετέρου στη διενέργεια και υποστήριξη ενός αριθμού αποβάσεων, τμημάτων του Στρατού Ξηράς και ναυτικών αγημάτων, στις βορειοηπειρωτικές ακτές μέχρις Αυλώνος. Οι επιχειρήσεις αυτές, οι οποίες έχουν ελάχιστα μέχρι σήμερα αναπτυχθεί από τους ερευνητές και έχουν επισκιασθεί από τις επιχειρήσεις του Στόλου του Αιγαίου, χρειάζονται ιδιαίτερη ανάπτυξη, καθώς έπαιξαν όχι μικρό ρόλο στο αποτέλεσμα των πολεμικών προσπαθειών.

Ο είσπλους των κανονιοφόρων «Α» και «Δ» στον Αμβρακικό

Τη νύχτα 3-4 Οκτωβρίου και προ της επίσημης κήρυξης του πολέμου, οι δύο κανονιοφόροι «Α» και «Δ» της Μοίρας του Ιονίου εισπλέουν στον Αμβρακικό δια του στενού της Πρεβέζης. Κυβερνήτες ήταν στην «Α» ο Υποπλοίαρχος Ν. Μακκάς, που ήταν και Διοικητής των δύο, και στην «Δ» ο Υποπλοίαρχος Κοσμ. Μπούμπουλης. Οι δύο κανονιοφόροι είχαν αποστολή να παραμείνουν στον ελληνικό τομέα του Αμβρακικού για να προστατεύσουν τις ελληνικές μεταφορές ενισχύσεων από Αμφιλοχία (Καρβασσαράς) προς Άρτα, Κόπραινα και Μενίδι, που απειλούντο άμεσα από τα δύο αξιόλογα τουρκικά τορπιλοβόλα «ΑΤΤΑΛΕΙΑ» και «ΤΟΚΑΤ», που ναυλοχούσαν στην Πρέβεζα. Το εγχείρημα ήταν πολύ επικίνδυνο γιατί πραγματοποιήθηκε νύχτα κάτω από τα εχθρικά επάκτια πυροβολεία της Πρεβέζης και ανατολικότερα της άκρας Σκαφιδάκι. Ο δίαυλος της Πρεβέζης τότε δεν είχε εκβαθυνθεί όπως είναι σήμερα και παρουσίαζε πολλά ρηχά, επί πλέον δεν υπήρχε φαρικό δίκτυο και ο είσπλους ήταν πολύ δύσκολος από ναυτιλιακής πλευράς.

Η κανονιοφόρος "Δ" πρώην "Αμβρακία"

Ναυτικός αποκλεισμός των παραλίων της Ηπείρου

Από της 8ης Οκτωβρίου επιβάλλεται ναυτικός αποκλεισμός των παραλίων της Ηπείρου από Πρεβέζης μέχρι Βουθρωτού με σκοπό την παρεμπόδιση ανεφοδιασμού των τουρκικών και αλβανικών τμημάτων της περιοχής, που γίνεται κυρίως από αυστροουγγαρικά και ιταλικά εμπορικά πλοία. Ο αποκλεισμός διατηρείται μέχρι λήξεως του πολέμου.

Η απελευθέρωση της Πρεβέζης

Την 21η Οκτωβρίου απελευθερώνεται η Πρέβεζα. Κατά τη μάχη της Νικόπολης (στα προάστια της Πρεβέζης), την οποία διεξήγαγε τα απόσπασμα του Ταγματάρχου Σπηλιάδη, η Ναυτική Μοίρα έβαλε κατά των εχθρικών θέσεων καθώς και κατά των δύο φρουρίων της πόλεως της Πρεβέζης. Μετά τη νίκη της Νικόπολης και την παράδοση της εχθρικής φρουράς, ο Αρχηγός της Μοίρας Πλοίαρχος Ι. Δαμιανός εισήλθε στο λιμένα της Πρεβέζης με την ατμοβάριδα «ΑΜΒΡΑΚΙΑ» και την κανονιοφόρο «Β», σε κατάσταση πολεμικής εγέρσεως, και κατέλαβε επισήμως την πόλη.
Οι αιχμαλωτισθέντες 58 αξιωματικοί και 752 οπλίτες Οθωμανοί μεταφέρθηκαν ατμοπλοϊκώς στη Λευκάδα. Ναυτικό άγημα που ενισχύθηκε από οπλίτες εμπέδων και Εθνοφρουράς ανέλαβε την φρούρηση της πόλεως. Τη μάχη της Νικόπολης υπεστήριξαν δια πυρών και οι εντός του Αμβρακικού ευρισκόμενες δύο κανονιοφόροι «Α» και «Δ». Το τουρκικό τορπιλλοβόλο «ΑΤΤΑΛΕΙΑ», ευρισκόμενο στο λιμένα της Νικόπολης, αυτοβυθίστηκε από το πλήρωμά του για να αποφύγει την αιχμαλωσία.
Αργότερα, την 7η Νοεμβρίου, ανελκύθηκε και οδηγήθηκε κατ’ αρχήν στην Πρέβεζα και εν συνεχεία στο Ναύσταθμο, όπου επισκευάσθηκε, εξοπλίσθηκε και αφού μετονομάσθηκε σε «ΝΙΚΟΠΟΛΙΣ» εντάχθηκε στο Στόλο.

Η κατάληψη της Πρεβέζης συντελέσθηκε την 21η Οκτωβρίου 1912 με την
παράδοση της πόλης από τον Τούρκο Διοικητή. Ο Πλοίαρχος Ι. Δαμιανός
εισήλθε στον λιμένα της Πρεβέζης με την ατμοβάριδα «Αμβρακία» και την
κανονιοφόρο «Β», και κατέλαβε επισήμως την πόλη

Απελευθέρωση της Χειμάρρας

Την 5η Νοεμβρίου οι ελληνικές δυνάμεις προχωρούν στην απελευθέρωση της Χειμάρρας. Ο καταγόμενος από τη Χειμάρρα Ταγματάρχης της Χωροφυλακής Σπύρος Σπυρομήλιος, γνωστός από τον Μακεδονικό Αγώνα ως καπετάν «Μπούας», επί κεφαλής αποσπάσματος αποτελουμένου από 200 Κρήτες εθελοντές προσκόπους, ολιγάριθμους Χειμαρριώτες, καθώς και ναυτικό άγημα 17 ανδρών, αποβιβάζεται στον όρμο Σπηλιά το πρωί την 07:30.  Το αποβατικό απόσπασμα μετά σύντομη συμπλοκή απελευθέρωσε τη Χειμάρρα, την 16:30 της ίδιας μέρας. Αργότερα ενισχύθηκε με λόχο Πεζικού και διατήρησε την κατοχή μέχρι πέρατος του πολέμου.
Την όλη επιχείρηση της απόβασης υποστήριξε τμήμα της Μοίρας Ιονίου, αποτελούμενο από τρεις ατμομυοδρόμωνες, τους «ΕΥΡΩΤΑ», «ΑΧΕΛΩΟ» και «ΠΗΝΕΙΟ». Καθ’ όλη την διάρκεια της παραμονής των ελληνικών τμημάτων στη Χειμάρρα, τα πλοία του Στόλου παρείχαν γενική υποστήριξη διαδρομούντα στα παράλια, ενισχύοντας έτσι το αίσθημα ασφαλείας των στρατιωτικών τμημάτων και του πληθυσμού.

Η απελευθέρωση των Αγίων Σαράντα

Την 22α Νοεμβρίου οι τρεις ατμομυοδρόμωνες, με εντολή του Υπουργού Ν. Στράτου, εξετέλεσαν επιθετική περιπολία αναγνωρίσεως στον κόλπο του Αυλώνος, με σκοπό την εξακρίβωση ύπαρξης εκεί εχθρικών τμημάτων, ώστε να ληφθεί τελική απόφαση εκτελέσεως ή μη της επιχείρησης κατάληψης του Αυλώνος. Μ’ αυτό το στόχο απεβιβάσθη μικρό ναυτικό άγημα δέκα ανδρών στη νήσο Σάσωνα και ειδοποιήθηκαν οι κάτοικοι του Αυλώνος ότι εάν επιχειρηθεί κάτι εναντίον του  αγήματος, θα βομβαρδισθεί η πόλη. Η φρουρά στη Σάσωνα παρέμεινε μέχρι τέλους του πολέμου.
Οι προκαταρτικές αυτές κινήσεις στον κόλπο του Αυλώνος προκάλεσαν την έντονη αντίδραση της Αυστροουγγαρίας και της Ιταλίας, με συνέπεια να εγκαταλειφθεί από την ελληνική κυβέρνηση η ιδέα της καταλήψεως του Αυλώνος και να αποφασισθεί η επιχείρηση απόβασης στους Αγίους Σαράντα, που είναι άλλωστε νοτιότερα της Χειμάρρας.
Την 24η Νοεμβρίου το 1ο Σύνταγμα Πεζικού υπό τον Συνταγματάρχη Μέξα και με την άμεση υποστήριξη δια πυρών από τους τρεις ατμομυοδρόμωνες «ΕΥΡΩΤΑ», «ΑΧΕΛΩΟ» και «ΠΗΝΕΙΟ», απεβιβάσθη εις Αγίους Σαράντα και απελευθέρωση την πόλη, «εν μέσω απεριγράπτου ενθουσιασμού του πληθυσμού», όπως ανέφερε ο Διοικητής των ατμομυοδρομώνων, Αντιπλοίαρχος Κ. Γεωργαντάς. Το σχέδιο του Επιτελείου προέβλεπε την ταχεία προέλαση του Συντάγματος προς Δέλβινο με σκοπό να προσβληθούν από τα νώτα (βορρά) οι οθωμανικές δυνάμεις του «Φρουρίου Ιωαννίνων», δηλαδή της περιοχής μεταξύ των οχυρών θέσεων Δρίσκος, Μπιζάνι, Μανωλιάδα, Σαδοβίτσα. Μετά από αδικαιολόγητη όμως καθυστέρηση, το Σύνταγμα κινήθηκε τελικώς την 28η Νοεμβρίου δίνοντας έτσι χρόνο στις εχθρικές τουρκο-αλβανικές δυνάμεις να συνταχθούν και να λάβουν θέσεις στη διαδρομή. Στη συμπλοκή που έλαβε χώρα το Σύνταγμα υποχώρησε στις οχυρές θέσεις γύρω απ΄ τους Αγίους Σαράντα. Το βράδυ, όμως, χωρίς ουσιαστική εχθρική πίεση, εκκένωσε την περιοχή, επιβιβάσθηκε στα ατμόπλοια που ανέμεναν και με την προστασία της Μοίρας των Ατμομυοδρομώνων απέπλευσε για Κέρκυρα και από εκεί για Πρέβεζα.
Η διοίκηση του Συντάγματος αφαιρέθηκε από τον Συνταγματάρχη Μέξα.

Ο ατμομυοδρόμων «ΑΧΕΛΩΟΣ»

Η απελευθέρωση των Ιωαννίνων

Τον Φεβρουάριο του 1913, επικειμένης της τελικής μάχης για την εκπόρθηση των Ιωαννίνων, ο Αρχιστράτηγος Διάδοχος Κωνσταντίνος εζήτησε τον στενό αποκλεισμό των αλβανικών παραλίων, απ’ όπου ο τουρκικός στρατός εφοδιάζετο. Συγκροτήθηκε τότε η Μοίρα Ιονίου Πελάγους, που περιέλαβε το θωρηκτό «ΨΑΡΑ», τα αντιτορπιλλικά «ΑΕΤΟΣ», «ΑΣΠΙΣ», «ΛΟΓΧΗ» και το τορπιλλοβόλο «ΝΙΚΟΠΟΛΙΣ», πρώην τουρκικό «ΑΤΤΑΛΕΙΑ». Στη Μοίρα υπήχθη και η ομάδα των τεσσάρων ατμομυοδρομώνων, που υπήρχε στο Ιόνιο απ’ την αρχή του πολέμου και αργότερα προσκολλήθηκε μία ομάδα τεσσάρων επιτάκτων εξοπλισμένων, μεταξύ των οποίων τα υπερωκεάνια «ΑΘΗΝΑΙ» και «ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ». Ο Διοικητής της Μοίρας, Πλοίαρχος Ανδρέας Μιαούλης, επέβαινε στο «ΨΑΡΑ» και του είχε διατεθεί από το Υπουργείο Εξωτερικών διπλωματικός υπάλληλος, για ζητήματα που θα μπορούσαν να εμφανισθούν τόσο από την Αλβανία όσο και από την Αυστρία και την Ιταλία.
Διατάχθηκε αποκλεισμός από Αυλώνα μέχρι Πρέβεζα, ο οποίος αργότερα επεκτάθηκε μέχρι το Δυρράχιο. Η περιοχή χωρίστηκε σε τέσσερις τομείς, Δυρράχιο – Αυλώνα, Αυλώνα – Βορ. Άκρα Κέρκυρας, στενό Κέρκυρας – Ηπείρου, και Νότια Άκρα Κέρκυρας – Πρέβεζα. Οι απομακρυσμένοι τομείς ανετίθεντο σε πλοία που διέθεταν ασύρματο, κατά προτίμηση αντιτορπιλλικά και υπερωκεάνια, και οι δύο εσωτερικοί στους «Ποταμούς», τη «ΝΙΚΟΠΟΛΗ» και τα μικρότερα επίτακτα. Το «ΨΑΡΑ», κατόπιν διαταγής, έπλευσε εις Αυλώνα όπου ο Διοικητής συναντήθηκε με τους ιθύνοντες Αλβανούς, στους οποίους γνωστοποίησε την αποστολή του. Από εκεί έπλευσ στο Δυρράχιο όπου συναντήθηκε με τον Έλληνα Μητροπολίτη. Την 18η Φεβρουαρίου διενεργήθηκε επιχείρηση παραπλανητικής απόβασης στους Αγίους Σαράντα για αντιπερισπασμό. Οι στρατιώτες που επέβαιναν σε φορτηγίδες καθώς και το αντιτορπιλλικό που έπλεε κοντά για προστασία εβλήθησαν απ’ την ξηρά και υπήρξαν τραυματίες μεταξύ των στρατιωτών. Εις αντίποινα διενεργήθηκε βομβαρδισμός κατά της πόλεως. Την 19η Φεβρουαρίου, ημέρα ενάρξεως των επιχειρήσεων του Στρατού κατά του «Φρουρίου των Ιωαννίνων» επαναλήφθηκε η επίδειξη απόβασης. Την 21η Φεβρουαρίου τα Ιωάννινα παραδόθηκαν στον διάδοχο Κων/νο.

ΠΗΓΗ:http://perialos.blogspot.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου