Δευτέρα 15 Ιουλίου 2013

ΤΟ ΠΟΛΥΝΕΚΡΟ ΑΤΥΧΗΜΑ ΤΟΥ ΑΤΜΟΠΛΟΙΟΥ "ΕΥΝΟΜΙΑ" 1871

Το τραγικό ατύχημα του ατμοπλοίου «ΕΥΝΟΜΙΑ»
μεταξύ Δοκού και Ύδρας
Πλήρης αναφορά των συγκλονιστικών γεγονότων
21 Ιουνίου 1871
Κώστας Ν. Κουλαλόγλου
Τα κείμενα που ακολουθούν, δημοσιεύτηκαν σε δυο συνέχειες στο περιοδικό «Σπετσιωτική Ηχώ» (τ.88, Απρίλ. – Ιούν. 2004 και τ.89, Ιούλ. – Σεπτ. 2004)
Κάτω στον πίνακα γράφει: «Ανάμεσα Δοκό και Ύδρα το καέν ατμόπλοιο ‘Ευνομεία’ εν έτει 1871, Ιουνίου 22 δια χειρός Βασιλείου Δημ. Κατσιμάνη».
Κάτω στον πίνακα γράφει: «Ανάμεσα Δοκό και Ύδρα το καέν ατμόπλοιο ‘Ευνομεία’ εν έτει 1871, Ιουνίου 22 δια χειρός Βασιλείου Δημ. Κατσιμάνη».
Πριν αναφερθούμε στο ατυχές ναυτικό γεγονός του (τροχήλατου) ατμοπλοίου «ΕΥΝΟΜΙΑ» (πρώην «Βασίλισσα Αμαλία») της Εταιρείας Ελληνικής Ατμοπλοΐας (έδρα Σύρος, 1855-1872), όπως το παρουσίασαν οι τότε εφημερίδες, θέλουμε να ευχαριστήσουμε τον κ. Γιάννη Mιχ. Παρασκευά, κάτοχο της σχετικής λαϊκής ζωγραφιάς, ο οποίος μας έδωσε την αφορμή για να ερευνήσουμε το πώς συνέβη το πολύνεκρο αυτό ατύχημα. Ενημερωτικά, σημειώνουμε ότι, ο Βασίλειος Δ. Κατσιμάνης, που ζωγράφισε την εικόνα, είχε αδελφό τον Ιάσωνα (Γιάσο) και στις αρχές του 1900  διατηρούσαν, και οι δύο, μπακάλικα κοντά στον Αγ. Ελευθέριο Σπετσών. Γιος του Βασ. Κατσιμάνη ήταν ο μηχανικός Δημήτρης Κατσιμάνης.
Ας διαβάσουμε λοιπόν αποσπάσματα από τα καθημερινά, εκτεταμένα και γλαφυρά ρεπορτάζ των εφημερίδων της εποχής (22.6. – 2.7.1871) για την ναυτική τραγωδία που συνέβη τη Δευτέρα 21 Ιουνίου 1871, κοντά στη νήσο Δοκό και η οποία συντάραξε το πανελλήνιο. Στα δημοσιεύματα αυτά, που τα παραθέτουμε αυτούσια (πλην μερικών σημειώσεών μας), διακρίνει κανείς τον ανταγωνισμό που υπήρχε μεταξύ των εφημερίδων, ως προς την ταχύτερη και πληρέστερη κάλυψη των γεγονότων, δεδομένων και των δύσκολων συνθηκών επικοινωνίας της εποχής, αλλά και την κριτική τους προς την Εταιρεία Ελληνικής Ατμοπλοΐας, η οποία είχε εισέλθει τότε σε οικονομικό αδιέξοδο. Στο βιβλίο του κ. Κων/νου Παπαθανασόπουλου «Εταιρεία Ελληνικής Ατμοπλοϊας, 1855-1872, τα αδιέξοδα του προστατευτισμού» (εκδ. Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης, 1988), μπορεί κανείς να μελετήσει την επιχειρηματική εξέλιξη της Εταιρείας.
Εφημ. «ΑΛΗΘΕΙΑ», Αθήνησιν, Τρίτη 22 Ιουνίου 1871
«Η θλιβερά αγγελία. Ως κεραυνός ενέσκηψε χθες περί την 5ην ώραν μετά μεσημβρίαν η απαισία και θλιβερά αγγελία περί του παθήματος του ατμοπλοίου της Ελληνικής Εταιρίας «Ευνομία» παθόντος μεταξύ Ύδρας και Σπετσών. Μόλις η είδησις αύτη αφίκετο, και εν ακαρεί διεχύθη εφ’ άπασαν την πόλιν Αθηνών και Πειραιώς, και υπό διαστάσεις μάλλον απελπιστικάς και αξιοθρηνήτους ως προς την τύχην τόσων επιβατών.
Εισέτι δεν δυνάμεθα εν πλήρει ακριβεία να ορίσωμεν τίνων συμπολιτών πέπρωται να θρηνήσωμεν το σκληρόν τέλος της ζωής των.
Το απαίσιον συμβεβηκός προήλθεν εκ της εκρήξεως ενός δοχείου πυρίτιδος, λάθρα υπό του θαλαμηπόλου εισαχθέντος, αποτέλεσμα της οποίας υπήρξεν η ανατίναξις του καταστρώματος της πρύμνης μετά των εν αυτώ επιβατών. Φαίνεται, ότι από τινος είμαρτο τη πατρίδι να καταπίη τα πικρότερα ποτήρια, ήδη και νέα συμφορά επήλθεν επ’ αυτήν.
Δημοσιεύομεν τα τηλεγραφήματα, όσα  ελάβομεν χθες προς γνώσιν του δημοσίου…
1. Τηλεγράφημα εκ Σπετσών, προς το Υπουργείον Εσωτερικών. Λίαν κατεπείγον. 21 Ιουνίου ώρα 2 μ.μ.
«Το όπισθεν μέρος του ατμοπλοίου το οποίον ταύτην την στιγμήν έφθασεν εις τον λιμένα μας δεν υπάρχει, ολοκλήρως γενόμενον βορά του πυρός. Πηδάλιον δεν υπάρχει. Ταύτην την στιγμήν έφθασα εις το τηλεγραφείον, έφερον τον πλοίαρχον του ατμοπλοίου [σημ. συντ.: Ήταν ο Σπετσιώτης Ι. Γ. Ορλάνδος] κατά πρόσκλησίν μου, όστις αφηγείται τα εξής:
Δεν γνωρίζει πως μετεδόθη το πυρ εις πυριταποθήκην, διότι ο μεταδούς αυτό εκάη. Πτώματα πολλά υπάρχουσιν εν τω ατμοπλοίω αποτεφρωμένα. Οι καέντες ή καταστραφέντες δεν γνωρίζει, προς το παρόν, πόσοι και ποίοι είναι. Μέτρα ελήφθησαν υπέρ των διασωθέντων επιβατών. Πλείστοι των επιβατών εισήλθον εις λέμβους και πλοιάρια πριν προσορμισθεί το ατμόπλοιον εν τω λιμένι, τούτου ένεκα δεν γνωρίζομεν οπόσα και οποία υπήρξαν τα θύματα. Μετά την συγκέντρωσιν των λέμβων προς το αυτό μέρος, θέλομεν μάθει τα ονόματά των. Ο Έπαρχος Σπετσών ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ».
2. Τηλεγράφημα εκ Ναυπλίου, προς το Υπουργείον Εσωτερικών, ώρα 5μ.μ., Αθήνας.
«Κατά στιγμιαίαν πληροφορίαν επάρχου Σπετζών, άπασα η όπισθεν θέσις ατμοπλοίου εκάη. Οι εν αυτή ευρεθέντες αγνοούνται. Καταστραφέντων ή καέντων ουδείς γνωστός εισέτι. Το ατμόπλοιον, ήδη άνευ πηδαλίου, διευθύνεται υπό λέμβων και πλοίων εις Σπέτζας. Μετά ημισείαν ώραν φθάνει εις τον λιμένα Σπετζών. Εκεί έφθασαν μόνον έως 10 επιβάται, οίτινες υπό των λέμβων ευρέθησαν εν τη θαλάσση ζώντες. Τα ονόματα των διασπαρέντων εν Σπέτζαις άγνωστα. Ο Νομάρχης Αργολίδος Δ. ΖΩΤΟΣ».
Και συνεχίζει η “ΑΛΗΘΕΙΑ” στη στήλη της “Διάφορα”:
«…Τα πτώματα των φονευθέντων απεβίβασε το ατμόπλοιον εις Σπέτσας δια να τύχωσι της ανηκούσης ταφής, πολλά δε εξ αυτών είναι αγνώριστα, άλλα δε, δεν ανευρέθησαν.
Αλλ’ ως εάν μη ήρκει το μέγα δυστύχημα, το ατμόπλοιον, παρά την θέλησιν των Αρχών Σπετσών, ανεχώρησε νύκτωρ εις Σύρον, χωρίς ν’αφήση ούτε τα πράγματα, ούτε τα σκεύη των επιβατών, οίτινες νυν μένουσι γυμνοί εν Σπέτσαις. Εκ της αναχωρήσεως του ατμοπλοίου εικάζεται ότι η μηχανή αυτού ουδέν έπαθεν, ως υπετέθη κατ’ αρχάς, αλλ’ ότι το δυστύχημα προήλθεν εκ πυρίτιδος, Κύριος οίδε πως, αναφλεχθείσης.
Η Κυβέρνησις [σημ. συντ.: Πρωθυπουργός τότε ο Αλέξ. Κουμουνδούρος] έπεμψε χθες αμέσως εις Σπέτσας την πολεμικήν ατμοημιολίαν «Αφρόεσσαν» εκ Πειραιώς, ήτις και έφθασε τάχιστα. Συγχρόνως εξέπλευσαν εκ Πειραιώς εις Σπέτσας, εν γαλλικόν και εν ρωσσικόν ατμόπλοιον. Το εν Σπέτσαις τηλεγραφείον τοσαύτην εργασίαν είχεν από της στιγμής του δυστυχήματος, ώστε, μη επαρκούντος του τηλεγραφητού, εδέησε να διαταχθή ίνα μεταβή, ως και μετέβη αυθωρεί, ο εν Κρανιδίω τηλεγραφητής μεθ’ όλων των εργαλείων του, όπως ούτως εκπληρωθώσι αι άπειροι αιτήσεις των τε κατοίκων και των Αρχών Σπετσών…».
Εφημ. «ΑΙΩΝ», εν Αθήναις, Πέμπτη 24 Ιουνίου 1871
«Η πόλις των Αθηνών είναι εισέτι κατάπληκτος, από της Δευτέρας, εκ του τραγικού ατυχήματος της «Ευνομίας», του αρίστου των ατμοπλοίων της Ελληνικής Ατμοπλοϊκής Εταιρίας.
Ανάμεσα στα θύματα ήταν και πολλοί Σπετσιώτες.
Ανάμεσα στα θύματα ήταν και πολλοί Σπετσιώτες.
Εκπλεύσαν εκ Πειραιώς, την πρωΐαν της προχθές Δευτέρας 21 Ιουνίου, δια το σύνηθες εις Ναύπλιον ταξείδιον, επιβατών δε πλήρες, το ατμόπλοιον απεβίβασεν ευτυχώς, εις Αίγιναν, Πόρον και Ύδραν, όσους είχε δια τα μέρη ταύτα επιβάτας. Την ώραν 1,30 μ.μ. διήρχετο την μεταξύ Ύδρας και του νησιδίου Δοκού θάλασσαν, ότε αίφνης εκπυσοκρότησις φοβερά, εις την πρύμνην του πλοίου, ανετίναξεν εις τον αέρα ολόκληρον το παρά των δωματίων και της αιθούσης της Α΄ θέσεως κατεχόμενον μέρος, σφενδονίσαν εις την θάλασσαν τα θρίμματα αυτού, ανάμικτα ανθρωπίνοις πτώμασι ημικαύστοις. Το πυρ, μεταδοθέν αμέσως εις τα απομείναντα μέρη του καταστρώματος, συνεπλήρωσε το έργον της πυρίτιδος. Μόλις δε, τη συνδρομή των επιβατών, εργαζομένων εις τας αντλίας, μετά μίαν ώραν, η πυρκαϊά εσβέσθη.
Συγχρόνως, πλήθος λέμβων, περί τας 100, και πλοιάρια τινά μείζονα, σπεύσαντα εκ Σπετσών, άμα ηκούσθη ο κρότος και εφάνη ο καπνός, εκ της ατάκτου δε προς τους βράχους του Δοκού διευθύνσεως του πλοίου, εννόησαν οι θεώμενοι από της παραλίας των Σπετσών το καταπλέον ατμόπλοιον, ότι δυστύχημα τι συνέβη εις αυτό, έσωσαν τους ήδη κινδυνεύοντας επιβάτας εκ του συμβάντος του πλοίου και της προελθούσης συγχύσεως, αποβιβάσασαι αυτούς εις Σπέτσας.
Δύο δε μείζονα πλοία ρυμουλκήσαντα, κατήγαγον το πλοίον, εις ήν ήτο οικτράν κατάστασιν, εις τον λιμένα των Σπετσών, περί ώραν 4η μ.μ. Οι σωθέντες επιβάτες, ων πλείστοι τραυματισμένοι, εφιλοξενήθησαν στις οικίες των κατοίκων των Σπετσών, παρασχόντων προθύμως πάσαν συνδρομήν.
Η «Ευνομία», ως γράφει ο έπαρχος Σπετσών, κατά την μετ’ αυτού και του πλοιάρχου της Ι. Γ.  Ορλάνδου, Σπετσιώτου την πατρίδα, συμφωνίαν, έμελλε να διαμείνη εντός του λιμένος της νήσου μέχρι πρωΐας, ίνα αποβιβάση τα πτώματα των θανατωθέντων και τα πράγματα αυτών και των περισωθέντων επιβατών. Αλλ’ όμως η συμφωνία αυτή δεν ετηρήθη. Δια λόγους αγνώστους έτι ημίν, πολύ πιθανόν διότι ο πλοίαρχος συνεπέρανε ότι η περαιτέρω διαμονή του εν Σπέτσαις εδύνατο να δώση αφορμήν εις ατακτήματα, καθόσον ένεκα της απωλείας πολλών επισήμων Σπετσιωτών, η οργή του λαού ήτο μεγίστη, και επικίνδυνος επομένως θα απέβαινεν η εις Σπέτσας αποβίβασις των λειψάνων και η πανηγυρική ταφή τούτων εν τη νήσω, η «Ευνομία» ήρε την άγκυραν, περί ώραν 9 μ.μ., στρέψασα την πρώραν προς την Σύρον, όπου αφίχθη την ώραν 11π.μ. της επομένης, ήτοι της 22 Ιουνίου.
Κατά το εκ Σύρου τηλεγράφημα του νομάρχου, η «Ευνομία» κατέπλευσεν εις τον λιμένα της Ερμουπόλεως εις ελεεινήν κατάστασιν, πλήρης υδάτων, έχουσα δε κατεστραμμένην ολοκλήρως την πρύμνην. Τα εν τω πλοίω ευρεθέντα 14 πτώματα ήσαν όλως παραμορφωμένα, παριστάνοντα σκελετούς μελανούς. Εβεβαιώθη ότι ήσαν τα λείψανα 8 ανδρών, 3 γυναικών και 3 παιδίων. Την ώραν 6η μ.μ. της Τρίτης 22 Ιουνίου τα 14 λείψανα εκηδεύθησαν δημοτελώς, παρισταμένου παντός του Κλήρου, των πολιτικών και στρατιωτικών Αρχών και σύμπαντος του λαού της Ερμουπόλεως. Ο Εισαγγελεύς επελήφθη αμέσως της ανακρίσεως».
Και συνεχίζει, πιο κάτω, το ρεπορταζ της εφημ. «ΑΙΩΝ»:
«…Εισέτι ουδείς εκ των σωθέντων συνήλθεν εκ της ταραχής ίνα εκθέση λεπτομερώς τα γεγονότα…Η αποφράς ημέρα της Δευτέρας προσθέτει μεν μίαν έτι σελίδα εις τον δραματικόν τόμον των εν θαλάσση πυρπολήσεων, αλλά δεν τολμώμεν να προσθέσωμεν και την τελευταίαν. Η χώρα ημών δε, και εν τη φρικτή περιπετεία ταύτη, κέκληται να θρηνήση νέα θύματα, τινά δ’ αυτών γνωστότατα και σεβαστά τη κοινωνία. Μεταξύ των 25 ή 30 απωλεσθέντων επιβατών, διότι εισέτι δεν εξηκριβώθη ο αριθμός των θυμάτων, καταλέγονται ο γηραιός Ιωάννης Χατζή Πέτρος, πρώην γερουσιαστής και πατριώτης αγωνιστής, αδελφός πρεσβύτερος του μακαρίτου στρατηγού Χατζή Πέτρου, δι’ υποθέσεις του μεταβαίνων εις Ναύπλιον, ο βουλευτής Σπετσών Γ. Κούτσης, ο πρώην φρούραρχος Πειραιώς, λοχαγός του πυροβολικού, Σπυρίδων Σκουζές μετά του θυγατρίου του, ο Κούτσης, εξάδελφος του βουλευτού και υποπλοίαρχος της «Ευνομίας», οι πλούσιοι έμποροι Αναστ. Μπούνος μετά της μητρός του και Μ. Δικαίος, ο βουλευτής Ολυμπίας Α. Παππαλέξης, η σύζυγος τού Π. Μπούμπουλη, το γένος Πιπίνου, μόλις προ 15θημέρου νυμφευθείσα, ο Παγώνης, ο Φούτρας και ο Σ. Ψινάκης, εκ Σπετσών, ο δικηγόρος Μ. Παλλάδιος, ο Ι. Μαστάλης, ο Σπυρ. Παπαδόπουλος, 3 Άγγλοι περιηγητές προς επίσκεψιν των Μυκηνών μεταβαίνοντες και τινες άλλοι ων τα ονόματα εισέτι δεν εγνώσθησαν. Κατά την αυθεντικήν αγγελίαν του επί των Εσωτερικών Υπουργείου, οι εις Σπέτσας αποβιβασθέντες εκ της «Ευνομίας» επιβάται εισίν 83 τον αριθμόν. Τα ονόματα πάντων τούτων εδημοσίευσεν ήδη η Κυβέρνησις και απέστειλε πανταχού του Κράτους, προς καθησύχασιν των συγγενών και φίλων αυτών…
… Πολλαί εισίν αι κυκλοφορούσαι φήμαι περί της αρχής του δυστυχήματος. Ο πλοίαρχος Ορλάνδος εξετασθείς υπό του Νομάρχου Κυκλάδων Γ. Μπουρζουκίδη και ενώπιον του Συμβουλίου της Εταιρίας, είπε ότι το δυστύχημα συνέβη ένεκεν εκρήξεως εις την πυριταποθήκην, εις την οποίαν εισήλθε ο υποναύκληρος, απωλεσθείς, αλλ’ ότι αδυνατεί να δώσει άλλας λεπτομερείας. Επίσης συγκεχυμέναι εισί και εις τινα ασύνδετοι αι άλλοθεν εκθέσεις και πληροφορίαι…
…Κατά τους κανονισμούς, επιτρέπεται και εις τα εμπορικά ατμόπλοια να έχωσι πυρίτιδα, είτε όπως αμύνονται κατά πειρατών, είτε όπως αναγγέλωσι θαλάσσιον κίνδυνον. Αλλά και επ’ αυτών τηρούνται πάντοτε, οσάκις πρόκειται να ληφθή πυρίτις εκ της αποθήκης, πάντα τα προφυλακτικά μέτρα κατά της αναφλέξεως αυτής. Πως λοιπόν (αδιάφορον επί του παρόντος εάν δια λόγον δικαιολογημένον ή μη), επελθούσης της ανάγκης να ληφθή πυρίτις εκ της αποθήκης δεν ετηρήθησαν πάντα τα επί της παραλαβής πυρίτιδος οριζόμενα, κατέβησαν δε εις αυτήν οι ναύται, άνευ επιτηρήσεως του αξιωματικού, κρατούντες και κηρίον εις χείρας, ως τούτο ομολογείται παρά των πλείστων εκ των επιβατών;  Ενηργείτο λαθρεμπόριον και λαθραίως κατέβησαν οι ναύται, εν αγνοία του πλοιάρχου, όπως παραλάβωσι την πυρίτιδα την οποίαν είχον κρυμμένην σε κενό διάστημα, μεταξύ του πατώματος της Α΄ θέσεως και της πυριταποθήκης;  Όπως και αν εξετάση τις το γεγονός, δεν δύναται να το οικονομήση ή να πείση οιονδήποτε, ότι το τραγικόν συμβάν της 21ης Ιουνίου δεν είναι προϊόν της ακηδείας, της αταξίας και της παραλυσίας, ήτις επικρατεί εις τα της Ατμοπλοϊκής Εταιρίας, ως πολλοί ισχυρίζονται, και έμελλον να δικαιωθώσι σήμερον, δια τρόπου τόσον τραγικού,  ιδίως δε των εις τα ατμόπλοια συμβαινόντων ατοπημάτων, στα οποία τελεία αποσύνθεσις και ουδέν άλλο επικρατεί.
Άνευ ελέγχου, άνευ παρατηρήσεως, εισέρχονται και εξέρχονται των ατμοπλοίων μας οι τυχόντες, ο δε έλεγχος του αριθμού των επιβιβαζομένων καθίσταται σχεδόν αδύνατος, διότι ουκ ολίγοι είναι οι εκάστοτε δωρεάν και ατάκτως επιβαίνοντες, παρά των προστυχόντων υπαλλήλων του πλοίου εισαγόμενοι λαθραίως. Συχνάκις δε, δεν υπάρχει ο διευθύνων πλοίαρχος και τα πάντα διέπει η αταξία και η απείθεια των κατωτέρων προς τους ανωτέρους, μη εισακουομένους, ενίοτε δε και εξυβριζομένους…».
Εφημ. «ΑΥΓΗ», Αθήναι, 22 Ιουνίου 1871
Η εφημερίδα, αντιπολιτευόμενη τον Πρωθυπουργό τότε Αλέξ. Κουμουνδούρο, γράφει, μεταξύ άλλων:
«…Εντός δύο μόλις ετών αλλεπάλληλα συνέβησαν θαλάσσια ατυχήματα και ηπειλήθη η ζωή χιλιάδων επιβατών ένεκα της κακής διευθύνσεως των ατμοπλοίων της Ελληνικής Ατμοπλοϊκής Εταιρείας. Διευθύνσεως σχετικής προς την αθλίαν κεντρικήν διοίκησιν και διαχείρισιν της Εταιρείας. Και όμως όταν εσυζητείτο εις την Βουλήν η σύμβασις δι’ ής εδίδοντο εις την Εταιρείαν νέα προνόμια και νέαι παραχωρήσεις, ολίγοι υπεστήριξαν την αντιπολίτευσιν αγωνιζομένην κατά της ιδιοτελούς και κακοήθους στοργής ήν έδειξαν προς την Εταιρείαν οι διοικούντες τον τόπον… Ο Πρωθυπουργός, μόλις έλαβεν τα πρώτα τηλεγραφήματα δια το ατύχημα της «Ευνομίας», εμερίμνησε να παραγγείλη την αποστολήν της Αφροέσσης, και έπειτα υπήγεν εις τον παρά την Μουνυχίαν νέον πύργον του να αναπνεύση ολίγην θαλασσίαν αύραν! Και το Υπουργείον ηρημώθη και ο κόσμος δεν ήξευρεν καν που να αποταθή…».
Εφημ. «ΑΙΩΝ», εν Αθήναις, Πέμπτη 24 Ιουνίου 1871
«…Τηλεγράφημα νεώτερον του Νομάρχου Κυκλάδων αναφέρει ότι, ανευρέθησαν εν τω πυθμένι της «Ευνομίας», εντός των υδάτων, 9 έτι πτώματα, ηκρωτηριασμένα όμως και όλως αγνώριστα. Επειδή δε εις Σπέτσας ούτε απεβιβάσθη ούτε ανευρέθη πτώμα τι, πάντα τα μέχρι τούδε γνωστά θύματα αριθμούνται εις 23. Η ανάκρισις εξακολουθεί δραστηρίως, τα δε ευρεθέντα και κακώς έχοντα πράγματα των επιβατών παρέλαβε η δικαστική Αρχή».
Και συνεχίζει η εφημ. «ΑΙΩΝ» με επιστολή που έστειλε ανταποκριτής της στις 22 Ιουνίου από την Ερμούπολη Σύρου:
«…Μέχρι της ώρας της κηδεύσεως αι αρμόδιαι Αρχαί κατεγίνοντο προς εξασφάλισιν των εν τω ατμοπλοίω εμπορευμάτων και διαφόρων πραγμάτων των επιβατών, καθώς και της όσον δυνατόν ακριβούς πιστοποιήσεως των γεγονότων. Πιθανώς κατόπιν να διαφωτισθή το Κοινόν περί των αφορμών. Επί του παρόντος έρχομαι να σημειώσω ό,τι αντελήφθην. Μετά την κηδείαν, επεσκέφθην την «Ευνομίαν». Άμα επλησίασα, παρετήρησα, από τα τύμπανα των τροχών μέχρι του πηδαλίου, ότι έφερε χρώμα εσκωριασμένου σιδήρου και διάφορα στίγματα, παν δε ξύλον, τα σχοινία και ό,τι ευέμπρηστον είδος του μέρους αυτού, απηνθρακωμένα. Απηνθρακωμένος δε ήτο και ο όπισθεν ιστός, κατά το ήμισυ αυτού το προς την πρύμνην. Ανελθών το σκάφος εφρικίασα, ιδών όλον το όπισθεν ύψωμα (κάσσερο), από των κλιμάκων μέχρι του πηδαλίου, εις ελεεινήν κατάστασιν. Και το μεν ήμισυ αυτού είναι βατόν, το δε άλλο ήμισυ, υπό το οποίον έγινεν η έκρηξις, όλως αποσυντεθειμένον. Νερά, ενδύματα, άνθρακες και παντοειδή πράγματα αναμεμιγμένα και βόρβορον αποτελούντα πληρούσιν αυτό. Αδιαλείπτως δια δύο αντλιών εξηγάγοντο τα ύδατα, άτινα κατέκλυσαν τα 2/3 του κύτους, εισαχθέντα τα πλείστα προς κατάσβεσιν του πυρός. Προχείρως δε έμαθον από τους εν τω ατμοπλοίω, ότι, ενώ έπλεε τούτο προς την νήσον Σπετζών και ευρίσκετο εις απόστασιν 5-6 μιλίων απ’ αυτής, εζήτησεν ο υποναύκληρος, μεθ’ ενός παιδός, να κατέλθωσιν εις αποθήκην τινά, κειμένην υπό το πάτωμα της πρώτης θέσεως, προς τα όπισθεν, σκοτεινής δε και εις ήν εισήρχοντο δια καταπακτής. Εις την αποθήκην αυτήν περιείχοντο διάφορα πράγματα χρήσιμα, εν οίς και δύο δοχεία πυρίτιδος και τινα πυροτεχνήματα. Ενώ κατεγίνοντο εντός της αποθήκης άνευ φωτός οι εισελθόντες, το θυγάτριον του λοχαγού Σκουζέ, ολισθείσαν, διότι δεν παρετήρησεν την ανοιγμένην καταπακτήν, κατέπεσεν εις την αποθήκην, υποστάν μικρά τραύματα, εξ ών ηματώθη. Το θυγάτριον εξήγαγον οι εν τη αποθήκη. Αλλ’ ο πατήρ αυτού, οργισθείς, ήλθεν εις λογομαχίαν σφοδράν μετά του υποναυκλήρου, όν μάλιστα δια της σπάθης του εζήτησε να κτυπήση. Παρεμβάντος του υποπλοιάρχου Κούτζη [σημ. συντ.: πρόκειται μάλλον περί του Κοσμά Κούτση, όπως αναφέρει η εφημ. «ΑΥΓΗ» στις 28.6.1871, εξάδελφου του βουλευτή Γεωργίου Ι. Κούτση], καθησύχασαν οι ερίσαντες, επανήλθε δε ο υποναύκληρος εις την αυτήν αποθήκην, αλλά φέρων και κηρίον. Μετά την κατάβασιν αυτού επήλθεν η έκρηξις. Αγνοούνται άλλαι λεπτομέρειαι, διότι όλα τα εκεί πλησίον πρόσωπα εγένοντο τα πρώτα θύματα της καταστροφής. Εκ της εκρήξεως αμέσως ήρχισε να καίηται ολόκληρος η πρώτη θέσις ορμητικώς, εκ της πυρκαϊάς δε μάλλον προήλθον τα πλειότερα δυστυχήματα, άτινα ήθελον είσθαι έτι σπουδαιότερα, εάν οι μηχανικοί δια των αντλιών της μηχανής μη επρόφθανον εις την κατάσβεσιν του πυρός. Το πλήρωμα ετέθη εις αταξίαν, και τοιαύτη ήτο η σύγχυσις, ώστε τι έκαμναν, και αυτοί ηγνόουν. Πόσοι απωλέσθησαν ή αλλέως έπαθον, ακριβώς εισέτι δεν είναι γνωστόν, ούτε θα γνωσθή, πριν ή έλθωσι πληροφορίαι πόσοι έμειναν εν Σπέτζαις και πόσοι εσώθησαν εις πλοιάρια. Υποτίθεται, ότι πολλοί επνίγησαν, ριπτόμενοι εκ τρόμου εις την θάλασσαν, ενώ το ατμόπλοιον επροχώρει».
Εφημ. «ΑΛΗΘΕΙΑ», Αθήνησιν, 24 Ιουνίου 1871
«…Η διαγωγή του κυβερνήτου της «Ευνομίας» και των ναυτών αυτής εξακολουθεί να είναι το γενικόν αντικείμενον της δικαίας, εκ μέρους του κοινού, κατακρίσεως και αγανακτήσεως. Ασυνειδήτως παρήτησαν ούτοι τους περισωθέντας εκ των επιβατών  εις Σπέτσας γυμνούς, εστερημένους των πραγμάτων αυτών, και απέπλευσαν εις Σύρον, εναντίον των παρακλήσεων των δυστυχών επιβατών και των ρητών και εντόνων παραστάσεων των Αρχών. Πολλά προστίθενται εφεξής επί του κινήματος τούτου του τε ειρημένου πλοιάρχου και του πληρώματος της «Ευνομίας», και είναι απολύτως απαιτούμενον να φανή προς αυτούς η Κυβέρνησις αυστηροτάτη, όπως σώση την εθνικήν υπόληψιν από μεγαλυτέρας ζημίας.
Όλοι ομοφώνως οι επιβάται πολλάς ομολογούσι χάριτας εις τους Σπετσιώτας, δι’ ήν εύρον παρ’ αυτοίς λίαν φιλόφρονα και αδελφικήν όντως περιποίησιν και φιλοξενίαν…».
Και συνεχίζει η εφημ. «ΑΛΗΘΕΙΑ» με την από 22 Ιουνίου έκθεση του Επάρχου Σπετσών Λεων. Παπανικολάου αποσπάσματα της οποίας παραθέτουμε:
«Προς το επί των Εσωτερικών Σεβ. Υπουργείον.
Νομίζω ότι εκπληρώ καθήκον εάν ανακοινώσω αυτώ εις όλην την απαισιότητά του το συμβεβηκός του ατμοπλοίου η «Ευνομία» το οποίον παρέπεμψε εις τον τάφον πολύτιμα μέλη οικογενειών και κοινωνίας.
Ημείς και πολλοί εν τη παραλία ιστάμενοι ηκούσαμεν κρότον τινα, όστις εφαίνετο εξελθών του ατμοπλοίου, το οποίον εν ώρα 1,30μ.μ. διέτρεχε την μεταξύ Ύδρας και Δοκού θάλασσαν. Τον κρότον τούτον, όστις αμέσως εγέννησε τον φόβον μας ότι ο πλοίαρχος προαισθάνεται κίνδυνόν τινα παρηκολούθησε και μεταβολή τις της συνήθους πορείας του πλοίου. Τούτο, μετά την αντήχησιν του κρότου, παρετηρήσαμεν ότι έστρεψεν πρύμνην προς τους βράχους της νήσου Δοκού. Ο ελιγμός ούτος έπεισεν ημάς ότι το ατμόπλοιον έπαθέ τι, το οποίον ίσως παραγάγει και την γενικήν καταστροφήν του πλοίου. Ούτε στιγμήν απωλέσαμεν όπως εξέλθωμεν εις την παραλίαν ίνα διατάξωμεν και προτρέψωμεν όλας τας λέμβους και πλοιάρια να εξέλθωσιν εις διάσωσιν του πλοίου και των επιβατών. Δεν εβράδυνον αληθώς να υψώσωσι τα ιστία 100 περίπου λέμβοι και 2 πλοία βρίκια.
Το ατμόπλοιον εφαίνετο έχον άτακτον και αμφιρρεπή πορείαν. Αντί του να ίδωμεν προσορμιζόμενον εις τινα παραλίαν προς το δυτικόν μέρος της Δοκού, έλαβε διεύθυνσιν προς την απέναντι της νήσου Ύδρας παραλίαν, παρετηρήσαμεν δια τηλεσκοπίου ότι καπνός μέγας εξήρχετο ουχί εκ της καπνοδόχου αλλά εκ του όπισθεν μέρους του ατμοπλοίου, τούτο ηύξησε μεγάλως τους φόβους μας και πανταχόθεν αντήχουν ευχαί και φωναί συμπαθειών. Προσήγγισαν αυτώ αι λέμβοι, παρέλαβον επιβάτας, σχεδόν άπαντας, το δε ατμόπλοιον, ένεκα της αχρηστίας του πηδαλίου, επηδαλιουχείτο υπό 2 μεγάλων πλοίων (τρεχαντηρίων). Το ατμόπλοιον προσωρμίσθη την 4ην ώραν εν τω λιμένι Σπετσών και μετέβην εις αυτό. Είδον το όπισθεν μέρος εντελώς κεκαυμένον, πτώματα τινα αποβαλόντα εντελώς την μορφήν του ανθρώπου ευρίσκοντο εντός σανίδων και ξύλων τα οποία ολίγον απείχον της εντελούς αποτεφρώσεως. Συνδιαλέχθην μετά του πλοιάρχου, του οποίου η ταραχή υπήρξε τόσον μεγάλη, ώστε και τας λέξεις δεν ηδύνατο να εναρθρώση. Αι πληροφορίαι του περί του αριθμού των πτωμάτων και των ονομάτων ήσαν ασαφείς.
Ερώτησα να μοι αποδείξη πως υπήρξεν η ανάφλεξις της πυρίτιδος και μοι απήντησεν ότι δεν ηδύνατο να εξηγήση το γεγονός. Συνεννοήθην μετ’ αυτού ίνα αποβιβάση την πρωΐαν εν τη νήσω τα πτώματα και τα πράγματα των επιβατών και εστάλησαν 5 χωροφύλακες προς φρούρησιν του ατμοπλοίου. Την 9ην ώραν μανθάνω ότι ο πλοίαρχος ήρε την άγκυραν και ανεχώρησεν εις Σύρον. Δεν προτίθεμαι να εξετάσω τας σκέψεις αίτινες εκίνησαν τον πλοίαρχον να προέλθη εις το βήμα τούτο.
…Κατάλογος όν παρέδωκεν ο πλοίαρχος εις το ενταύθα Πρακτορείον [σημ. συντ.: πράκτορας της εταιρείας στις Σπέτσες ήταν τότε ο Ι. Δ. Κουνουπιώτης] αποδεικνύει ότι μόνον 48 επιβάται είχον εισιτήρια…πληροφορίαι πλοιάρχου και επιβατών έρχονται επίκουροι εις την ιδέαν ότι δεν ήσαν δια Σπέτζας και Ναύπλιον πλειότεροι των 100-110 επιβατών…ενεφανίσθησαν 84, άρα οι απωλεσθέντες δεν δύνανται να είναι πλειότεροι των 30…άλλως ο γνωστός αριθμός των θυμάτων δεν υπερβαίνει τους 20.
Υπέρ της διασώσεως των επιβατών ενήργησα ό,τι τα μέσα και οι περιστάσεις μοι επέτρεπον. Η συνδρομή των λέμβων υπήρξε μεγάλη, διότι οι πλείονες των επιβατών εκ φόβου ή απελπισίας ήθελον ριφθή εις την θάλασσαν και ούτε το ατμόπλοιον χωρίς την επιβοήθησιν των λέμβων ηδύνατο να προσορμισθή εις λιμένα, διότι είχεν μεν δύναμιν η μηχανή του, αλλ’ επειδή εστερείτο πηδαλίου, πιθανώς θα εξωθείτο κατά των κρημνών της Δοκού ή της Ύδρας.
Νομίζω ότι η Κυβέρνησις θέλει ανυψώσει το φρόνημα του λαού και μορφώσει ηθικήν μεγίστην εν τω τόπω, εάν εξέφραζε πολλάκις την ευαρέσκειάν της δια πράξεις, αίτινες εισίν όμοιαι προς ταύτην των κατοίκων των Σπετσών. Εν Σπέτσαις τη 22 Ιουνίου 1871. Ευπειθέστατος ο Έπαρχος Σπετσών Λ. Παπανικολάου».
Εφημ. «ΑΥΓΗ», Αθήναι, Παρασκευή 25 Ιουνίου 1871
«…Ο ναύκληρος και ο θαλαμηπόλος, κατά τα φαινόμενα εν γνώσει και εντολή του πλοιάρχου, κατέβησαν να λάβωσι πυρίτιδα όπως κανονιοβολήση το ατμόπλοιον εις τιμήν του νεονύμφου Π. Μπούμπουλη και του μελλονύμφου Αν. Μπούνου [σημ. συντ.: πήγαινε στις Σπέτσες να παντρευτεί κόρη Νικ. Π. Γουδή], αποβιβαζομένων. Εν γνώσει του πλοιάρχου υπήρχεν εκεί ανασφάλιστος η πυρίτις, και παραγγελία αυτού ήνοιξαν την αποθήκην οι υπηρέται! Έμελλον να κανονιοβολήσωσι τη διαταγή του, ενώ έφερε το ατμόπλοιον τόσους επιβάτας, και ενώ ο κανονισμός απαγορεύει αυστηρώς τοιαύτα φιλοφρονήματα κινδυνώδη…».
Εφημ. «ΑΙΩΝ», εν Αθήναις, Δευτέρα 28 Ιουνίου 1871
Νέα έκθεση του Επάρχου Σπετσών Λεων. Παπανικολάου προς το Υπουργείο Εσωτερικών για το συμβάν του πλοίου «ΕΥΝΟΜΙΑ»:
«Εν Σπέτσαις, τη 24 Ιουνίου 1871
Προς το επί των Εσωτερικών Υπουργείον
Εν τη προς αυτό εκθέσει ημών, περί του συμβεβηκότος του ατμοπλοίου «Ευνομία», παρελείψαμεν να εξηγήσωμεν το πώς ανεφλέχθη η πυριταποθήκη αυτής διότι διάφοροι και σχεδόν αδέσποτοι ήσαν αι περί ταύτης πληροφορίαι. Δεν ηθέλαμεν να μεταδώσωμεν απλώς γνώμην και εικασίας εις το Υπουργείον, αλλ’ ανεμείναμεν τον χρόνον, όστις ηδύνατο να δώση ημίν σαφέστερον τα στοιχεία της εξετάσεως ημών, ίνα οπωσδήποτε η προς το Υπουργείον πληροφορία ημών ήτο κεκυρωμένη υπό της πραγματικότητος. Ήδη, υποβάλλω τοιαύτην τινα, ήτις έχει ωσαύτως αοριστίαν. Ενταύθα διατελεί κλινήρης ο Παντελής Μπούμπουλης, αξιωματικός του Π. Ναυτικού, όστις ήτο επιβάτης μετά της συζύγου του εν τη «Ευνομία», νοσηλευόμενος εν τη οικία του θείου του, διότι και ούτος ανήκει εις τους υπό της αναφλέξεως της πυριταποθήκης προσβληθέντας. Επί τρεις ημέρας, και ένεκα της απωλείας της συζύγου του, και ένεκεν των τραυμάτων του δεν ηδυνήθη να έλθη εις συνδιάλεξιν σχεδόν μετ’ ουδενός. Σήμερον μετέβην εις την οικίαν του και αφηγήθη ημίν το συμβεβηκός ούτως:
Τη ώρα 1μ.μ. περίπου ήνοιξε ναύτης τις την πυριταποθήκην, ήτις πάντοτε υπάρχει υπό την 1ην θέσιν του ατμοπλοίου εσωτερικώς, εν στρώματι ολίγον απέχοντι της θαλάσσης. Eνώ ήτο ανοικτόν το στόμιον της αποθήκης, κατέπεσεν εις αυτήν το θυγάτριον του απολεσθέντος Σκουζέ, λοχαγού. Ούτος ιδών το θυγάτριόν του πεσόν, ήρξατο να ταράσσηται, φωνάζων και υβρίζων πλοίαρχον και ναύτας, ότι ανοίγουσι πυριταποθήκην. Ο Μπούμπουλης, συμμερισθείς του δικαίου παραπόνου του Σκουζέ, μετέβη εσπευσμένως επί της γεφύρας του ατμοπλοίου, ίνα παρατηρήση μετ’ αγανακτήσεως εις τον πλοίαρχον, πώς επιτρέπει άνοιγμα πυριταποθήκης εν πλοίω, καθ’ όν μάλιστα χρόνον πλέει. Δεν είχε δώσει τέλος εις τας προς τον πλοίαρχον παρατηρήσεις του, ότε ακούει δύο καταπληκτικούς κρότους, τους οποίους διεδέχθη η εις τον αέρα ανατίναξις σύμπαντος του καταστρώματος της 1ης θέσεως. Ούτε επί στιγμήν εβράδυνε να ριφθή εν τω μέσω του καιομένου καταστρώματος, όπως σώση την σύζυγόν του. Αλλ’ αντί ταύτης ηδυνήθη ν’ αποσπάση από του θανάτου δύο ετέρας γυναίκας. Την σύζυγον αυτού [σημ. συντ.: Ελένη, κατά την εφημ. «ΑΥΓΗ» της 28.6.1871] δεν ευτύχησε ούτε να ίδη. Αύτη ίσως αμέσως εγένετο βορά του μαινομένου πυρός.
Ο Π. Μπούμπουλης συμπεραίνει, ότι η ανάφλεξις προήλθεν είτε εκ του φανού, τον οποίον βεβαίως έφερε εις χείρας του ο ανοίξας την πυριταποθήκην ναύτης, είτε ένεκα της προστριβής, δια των σανδαλίων του ναύτου, επί κόκκων τινων πυρίτιδος, οίτινες ενδεχομένως να ήσαν εσκορπισμένοι επί της αποθήκης.
Έτερος επιβάτης, Ψαλτήρας ονόματι, φοιτητής του Πανεπιστημίου, λέγει ότι, όταν ο Σκουζές παρεπονείτο κατά του πλοιάρχου δια την εν τη αποθήκη κατάπτωσιν της θυγατρός του, έφερεν εις το στόμα του σιγάρον, το οποίον, ενώ έκυψεν την κεφαλήν περί το στόμιον της αποθήκης ίνα ίδη και ανασύρη την κόρην του, ίσως έπεσε και μετέδωκε το πυρ εις την πυριταποθήκην. Ο Π. Μπούμπουλης δεν ενθυμείται αν έφερε σιγάρον ο Σκουζές εις το στόμα του. Ούτως εξηγείται το αίτιον του μεγάλου τούτου δυστυχήματος.
Ευπειθέστατος, ο Έπαρχος Σπετσών Λεων. Παπανικολάου».
Εφημ. «ΑΥΓΗ», Αθήναι, Δευτέρα 28 Ιουνίου 1871
Αποσπάσματα από επιστολή (23.6.1871) επιβάτη της «ΕΥΝΟΜΙΑΣ» προς τον γιό του, η οποία στάλθηκε  στην εφημερίδα για δημοσίευση:
«…Ο Ορλάνδος ατρόμητος εις την γέφυραν διέταξε τους ναύτας να σπεύσουν εις τας αντλίας. Μετ’ ολίγον όμως εκουράσθησαν και εδειλίασαν. Αλλ’ ακούσας τον πλοίαρχον να λέγη ότι η σωτηρία μας είναι εις τας αντλίας, έτρεξα και εγώ και μερικοί άλλοι και εβοηθούσαμεν… Εις το διάστημα τούτο έπεσαν τρεις λέμβοι εις την θάλασσαν και ολίγον έλειψε να βυθισθώσι από το βάρος των ανθρώπων, από την αταξίαν και από τα σχοινία τα οποία έσυρε το πλοίον… Επί μίαν ώραν, ως ήμην γυμνός, ηργαζόμην εις την αντλίαν, χύνων νερό εις την πυρκαϊάν, ενώ ήμην όλως βρεγμένος. Τέλος έφθασε ένα τσερνίκι και πήρε γυναικόπαιδα, αρκετούς αγιοπετρίτας και ένα καλόγηρον…τον αίτιον ίσως όλων των δυστυχιών μας. Ήλθε και ένα ακόμα τρεχαντήρι και μία λέμβος. Εις την τετάρτην λέμβον η οποία επλησίασε εμβήκε ο Δημητρακόπουλος, η σύζυγος του Δικαίου, η αδελφή και ο αδελφός της ο μικρός, με πρόσωπον κατάκαυστον, και εγώ και διευθύνθημεν εις Σπέτσας. Είμεθα μακράν 7 μίλια. Εκάμαμεν με αυτόν τον σκυλοπνίκτην πανιά και εφθάσαμεν εις τας 5 εις Σπέτσας. Όλοι ήταν κάτι ενδεδυμένοι. Εγώ μόνον δεν είχον ειμή το εσώβρακον, το υποκάμισον και το γελέκο και ούτε καν υποδήματα. Άμα εφθάσαμεν εις Σπέτσας, εγώ έμεινα εις την λέμβον έως ότου ένας χριστιανός μου έφερεν ένα πανταλόνιον και παντόφλες… Τώρα ως προς τα πράγματά μου. Η σύζυγος του υπολοχαγού Γρηγοριάδου, απωλέσασα τα τέκνα της, ωδήρετο απέναντι της θέσεως εις ήν έβαλα τα ρούχα μου. Αυτήν προ ολίγου είχαμε βγάλει ημιθανή από την λέμβον, η οποία είχε γεμίσει νερά και εκινδύνευε να βυθισθεί, όπως και δεν απέφυγε την τύχην ταύτην, διότι πλησιάσασα εις τους τροχούς του πλοίου κατεσυντρίβη εις χίλια κομμάτια. Αυτή η κυρία λοιπόν, επειδή ήτο σχεδόν γυμνή, πήρε το παντελόνι μου, τα υποδήματά μου και λοιπά, τα φόρεσε και εσκεπάσθη με μίαν ρόμπαν. Όταν δε εγώ εζητούσα τα ρούχα μου αυτή εσιώπα (έκαμε καλά, εκεί ήτο κοινοκτημοσύνη κινδύνου). Το κιβώτιόν μου με τα λοιπά ενδύματα εξεσφενδονίσθη με άλλα σεπέτια, με ξύλα, με τραπέζια κτλ. εις την θάλασσαν από την πρώτην έκρηξιν, διότι το είχα εις την Α’ θέσιν. Εταξείδευσε το κιβώτιον 6 μίλια μόνον του προς τας Σπέτσας, διευθυνόμενον από τα ρεύματα, και καθ’ οδόν το εύρε και το έλαβε μία λέμβος. Οι λεμβούχοι το έσπασαν, μου αφήρεσαν τα τσόχινα ρούχα και άφησαν μόνον τα υποκάμισα και τον καπνόν, αλλά τα πάντα πνιγμένα από την θάλασσαν. Έβγαλαν έξω το σεπέτι και διευθύνοντο προς την οικίαν των, αλλ’ οι κλητήρες της αστυνομίας, ειδοποιημένοι από τον αστυνόμον της νήσου, τους συνέλαβον και έφεραν το σεπέτι εις την αστυνομίαν ανοικτόν και σπασμένον. Με ειδοποίησαν και έτρεξα και το έλαβα. Αλλ’ ειδοποίησα τον αστυνόμον ότι λείπουν τα πράγματά μου, τα οποία με απειλές και ραβδισμούς  μας απέδωκαν [οι λεμβούχοι] την επιούσαν (φιλόξενος και χριστιανική τάξις ανθρώπων οι λεμβούχοι!). Την επομένην με ειδοποίησεν η κ. Γρηγοριάδου ότι έχει τα πράγματά μου και υπήγα και τα επήρα. Εύρον δε και το πορτοφόλιόν μου και λοιπά ανέπαφα…».
Εφημ. «ΑΙΩΝ», εν Αθήναις, Πέμπτη 1 Ιουλίου 1871
«Εκ Σύρου και από 29 Ιουνίου, μας γράφουσι: Η ανάκρισις περί του συμβάντος της «Ευνομίας» προβαίνει δραστηρίως. Εις τινας των ναυτών της  «Ευνομίας» ευρέθησαν και κατεσχέθησαν χρήματα και κοσμήματα, ανήκοντα εις τα θύματα. Κατ’ αυτών και κατά του πλοιάρχου διετάχθη προφυλάκισις…».
Εφημ. «ΠΑΛΙΓΓΕΝΕΣΙΑ», Αθήναι, Δευτέρα 5 Ιουλίου 1871
Απάντηση (3.7.1871) του πλοιάρχου Ι. Γ. Ορλάνδου από τη Σύρο, σχετική με καταγγελίες εφημερίδων για καταχρήσεις από ναύτες της «Ευνομίας».
«Κύριοι συντάκται των εφημερίδων «Αιώνος» και «Παλιγγενεσίας».
Εν τοις αριθμοίς 2692 «Αιώνος» και 2211 «Παλιγγενεσίας» είδον να αναφέρητε αρυσθέντες εξ αλληλογραφίας της Σύρου, ότι εγένοντο καταχρήσεις εν τη «Ευνομία» υπό τινων ναυτών.
Επιτρέψατέ μοι, κύριοι συντάκται, να σας είπω ότι αι πληροφορίαι σας δεν είναι ακριβείς. Δύναμαι να σας βεβαιώσω, ότι καθ’ όλον το διάστημα του απαισίου συμβάντος, μεγίστη υπ’ εμού κατεβλήθη προσπάθεια προς διατήρησιν των αποσκευών των επιβατών, καθ’ όσον η περίστασις επέτρεπεν.
Εφρόντισα δε να απαγορεύσω την εξαγωγήν των πραγμάτων εις Σπέτζας, όπως μη συμβή αρπαγή τις εκ μέρους των λεμβούχων εν τη τύρβη ριφθέντων εν τω ατμοπλοίω και αρπαζόντων το μεν και το δε, ως ανήκον εις επιβάτας, εντειλαμένους αυτοίς την παραλαβήν. Διέταξα δε να τεθώσι τα επί του καταστρώματος πράγματα εν τη αποθήκη του πλοίου. Όλως δε απίθανον καθίσταται ότι εν εκείνη τη κρισίμω ώρα, καθ’ ήν έκαστος έβλεπεν επικείμενον τον θάνατον, οι ναύται ηθέλησαν να ωφεληθώσι δι’ αρπαγής. Ο κίνδυνος δε, δεν έπαυσε μέχρι Σύρου, εν τω οποίω διαστήματι οι ναύται ενασχολούντο αδιακόπως προς διάσωσιν του πλοίου. Άμα δε το πλοίον έφθασε εις Σύρον, το Διοικ. Συμβούλιον, μεθ’ όλων των δικαστικών και διοικητικών Αρχών, έλαβε πρόνοιαν να πέμψη εν τω ατμοπλοίω, πριν ή συγκοινωνήση, ένοπλον δύναμιν προς διαφύλαξιν των πραγμάτων. Επιπλέον δε, το Διοικ. Συμβούλιον έπεμψε και δύο συναδέλφους μου, ήτοι τους κ. Νικόλαον Σαχτούρην και Βελισσάριον Βελισσαρίου όπως επιτηρώσι και ούτοι μετά των ανθρώπων της εξουσίας.
Εγένοντο δε και σωματικαί έρευναι επί των ναυτών και έρευνα λεπτομερής καθ’ όλα τα μέρη του πλοίου, κατά τας οποίας ουδέν ευρέθη κεκρυμμένον, ως το παρά πόδας καταχωριζόμενον πρωτόκολλον μαρτυρεί. Όσα δε πράγματα ευρέθησαν, παραδόθηκαν τη αρμοδία Αρχή. Επιπλέον εγένοντο και υπό της Αρχής έρευναι κατ’ οίκον, καθ’ άς εις ενός και μόνον ναύτου οικίαν ευρέθησαν δύο ωρολόγια, κατά το μάλλον ή ήττον βεβλαμμένα υπό του πυρός, μία άλυσις ωρολογίου και τινα άλλα μικρά πράγματα. Κατά συνέπειαν δε της ανακαλύψεως ταύτης, εφυλακίσθη ο ναύτης ούτος, αν και προφασιζόμενος ότι δεν ευρήκεν καιρόν, υποβληθείς εις αδιάκοπον εργασίαν, να παραδώση τα πράγματα εις εμέ.
Επί τέλους, επιτρέψατέ μοι κύριοι, να σας παρακαλέσω τουλάχιστον χάριν της εθνικής τιμής να μη δημοσιεύσητε τίποτε, αφορών το προκείμενον δυστύχημα, πριν ή το υποβάλλητε εις αυστηράν βάσανον, διότι τοσαύτα ανύπαρκτα διαδίδονται, ώστε απορεί τις πώς ευρίσκονται άνθρωποι τολμώντες να ψευδολογώσι επί τοιούτων σοβαρών περιστάσεων.
Σύρος την 3 Ιουλίου 1871. Μεθ’ όλης της υπολήψεως διατελώ, ο πλοίαρχος της Ευνομίας Ι. Γ. Ορλάνδος».
                                                                   * * *

Το «ΕΥΝΟΜΙΑ», μετά τριετή επισκευή, μετονομάστηκε σε «ΙΡΙΣ» και εξακολούθησε τα ταξίδια του, μέχρι της πτωχεύσεως της Εταιρείας Ελληνικής Ατμοπλοΐας το 1892.
Κ.Ν.Κ.

ΠΗΓΗ:http://spetses.wordpress.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου