Τετάρτη 31 Δεκεμβρίου 2014

ΟΙ ΛΑΟΙ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ


Αντώνιος Παπαδόπουλος
Αρχαιολόγος, Μεταπτυχιακός Αρχαιολογίας Πανεπιστημίου Χαϊδελβέρης




Η παρούσα μελέτη είναι σεμιναριακή εργασία (Εθνικό και

Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών)

 


ΕΙΣΑΓΩΓΗ


Οι Λαοί της Θάλασσας απασχόλησαν έντονα την επιστημονική κοινότητα ήδη από τον 19ο αιώνα όταν έγινε γνωστή η ύπαρξή τους από τις αιγυπτιακές πηγές .
Από τότε η έρευνα συστηματοποίησε και διεύρυνε τις γνώσεις μας πάνω στο θέμα χωρίς όμως να δώσει απάντηση στα ερωτήματα που τέθηκαν εξαρχής, όπως ποια ήταν η ταυτότητα αυτών των λαών. Πριν ασχοληθούμε όμως με αυτό το φαινόμενο πρέπει να αναφερθούμε γενικότερα στο τέλος της Εποχής του Χαλκού στην ανατολική Μεσόγειο και στα αίτια τα οποία οδήγησαν σε αυτό.
Είναι γνωστό ότι κατά το δεύτερο μισό του 13ου αιώνα και το πρώτο μισό του 12ου αιώνα π. Χ. διαπιστώνουμε ότι τα περισσότερα ανακτορικά κέντρα στο Αιγαίο, την Ανατολία και τη Συροπαλαιστίνη καταστρέφονται. Με άλλα λόγια παύουν να υπάρχουν τα μυκηναϊκά κέντρα, το κράτος των Χετταίων, τα συριακά βασίλεια, το κράτος της Αλασίγια, και παρά το ότι στην Αίγυπτο δεν παρατηρούνται καταστροφές, φαίνεται ότι από τα τέλη του 12ου αιώνα δεν ελέγχει την Παλαιστίνη και περιορίζεται στην κοιλάδα του Νείλου. Η Μεσοποταμία δεν επηρεάζεται άμεσα από την κρίση του 12ου αιώνα. Και έτσι άλλαξε οριστικά η εικόνα της ανατολικής Μεσογείου (εικ. 1) που προηγουμένως χαρακτηριζόταν από μια σχετική σταθερότητα και ένα αρκετά συστηματικό εμπόριο για τα δεδομένα της εποχής που ευνοούσε την επικοινωνία και τις πολιτισμικές επιρροές .

ΕΙΚΟΝΑ 1 ΦΩΤΟ: http://sitemaker.umich.edu/mladjov/files/ane1250.jpg
Πολλές προτάσεις έχουν γίνει για να αιτιολογήσουν αυτή την κατάσταση. Θα προσπαθήσουμε να τις συνοψίσουμε.
Μία θεωρία είναι αυτή των σεισμών αλλά δε φαίνεται ότι έπαιξαν καθοριστικό ρόλο καθώς τα αρχαιολογικά δεδομένα δείχνουν ότι ο κυριότερος παράγοντας για τις καταστροφές ήταν ο ανθρώπινος.
Μία άλλη είναι αυτή της κλιματικής αλλαγής . Είναι πολύ πιθανό ότι αυτή την περίοδο υπήρχε ξηρασία αλλά όχι σε όλη την λεκάνη της ανατολικής Μεσογείου ώστε να προκληθεί έλλειψη τροφίμων.
Η θεωρία για τη χρήση του σιδήρου ως πιο αποτελεσματικού υλικού για την κατασκευή όπλων και άρα ως αποφασιστικού μέσου στον πόλεμο δεν ισχύει επειδή σύμφωνα με τα αρχαιολογικά δεδομένα ο σίδηρος δεν ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένος στις εξεταζόμενες περιοχές .
Η θεωρία σχετικά με την κατάρρευση του συστήματος αν και πιθανόν έχει σωστά σημεία όπως αυτό της υπερεξειδικευμένης οικονομίας και της εξάρτησης από το εμπόριο δεν απαντά ικανοποιητικά στις εκτεταμένες καταστροφές .
Η θεώρηση των καταστροφών ως έργο πειρατικών επιδρομών δεν εξηγεί αν αυτές προκάλεσαν την κατάρρευση ή αν ήταν αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης .
Η θεωρία σχετικά με την αλλαγή στις τεχνικές πολέμου αν και θίγει μερικά πρακτικά ζητήματα δεν δίνει μια πειστική λύση .
Τελευταία άφησα τη θεωρία των μεταναστεύσεων η οποία και έχει άμεση σχέση με τους Λαούς της Θάλασσας . Όσον αφορά πιο συγκεκριμένα στις μεταναστεύσεις φαίνεται ότι η περίπτωση των Δωριέων δεν έχει απαντηθεί ικανοποιητικά και πιθανόν να έχει σχέση με την παρακμή των ανακτόρων στο Αιγαίο .




ΟΙ ΠΗΓΕΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ
Ας δούμε λοιπόν πως αντιλήφθηκαν τις καταστροφές οι άνθρωποι που έζησαν τότε. Ξεκινάμε με την αιγυπτιακή οπτική, η οποία αποτέλεσε τη βάση για πολλές σύγχρονες θεωρίες .




ΑΙΓΥΠΤΙΑΚΕΣ ΠΗΓΕΣ

Τον 19ο αι. διαβάστηκαν οι επιγραφές στο Medinet Habu, στον ταφικό ναό του Ραμσή III. Εκεί αναφέρονται επιδρομές από συγκεκριμένους λαούς οι οποίοι ονομάστηκαν συμβατικά «Λαοί της Θάλασσας» από τους ερευνητές της εποχής .
Το ακόλουθο απόσπασμα, που χρονολογείται στο 1176 π. Χ., είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστικό:


« Οι ξένες χώρες έκαναν μία συνωμοσία στα νησιά τους. Ταυτόχρονα όλες οι χώρες μετακινήθηκαν, διασκορπίστηκαν πολεμώντας. Καμία χώρα δεν μπορούσε να αντισταθεί στη δύναμή τους, η χώρα των Χετταίων, το Qode (Κιλικία), η Κάρχεμις, η Αρζάβα και η Αλασίγια (Κύπρος) καταστράφηκαν [με τη μία]. Ένα στρατόπεδο [στήθηκε] σε μια τοποθεσία στο Amor (Amurru). Εξόντωσαν τους κατοίκους του, και η χώρα ήταν σαν να μην έχει υπάρξει. Έρχονταν προς την Αίγυπτο, ενώ η φλόγα ετοιμαζόταν εναντίον τους. Η ομοσπονδία τους αποτελούταν από τις ενωμένες χώρες των Peleset, των Tjeker, των Shekelesh, των Denye(n), και των Weshesh.
Άπλωσαν τα χέρια τους πάνω στις χώρες τόσο μακριά όσο ή περιφέρεια της γης, οι καρδιές τους ήταν βέβαιες και γεμάτες αυτοπεποίθηση: ‘Τα σχέδια μας θα πετύχουν’.»


Μετά ο Φαραώ περιγράφει τη νίκη του: « Εκείνοι που έφτασαν στο σύνορό μου, το σπέρμα τους δεν υπάρχει, η καρδιά τους και η ψυχή τους έχουν τελειώσει διαπαντός. Εκείνοι που ήρθαν μαζί από τη θάλασσα, η ολόκληρη φλόγα ήταν μπροστά τους στα στόμια του ποταμού, ενώ ένας φράχτης από λόγχες τους περιέβαλλε στην ακτή. Τους άρπαξαν, τους περικύκλωσαν, τους έριξαν καταγής
νεκρούς στην ακτή και στοίβαξαν τα πτώματα. Τα πλοία τους και τα υπάρχοντά τους χάθηκαν στη θάλασσα.»


ΕΙΚΟΝΑ 2 ΦΩΤΟ: http://ancientgreece-earlyamerica.com/after_cnossos.html


Οι παραπάνω επιγραφές συνοδεύονται και από την εικονιστική αναπαράσταση της μάχης στο χερσαίο σύνορο της Αιγύπτου, το Djahi, και της ναυμαχίας στο στόμιο του Νείλου, δίνοντάς μας έτσι μια εικόνα των εισβολέων (εικ. 2). Γενικά φορούν κοντό περίζωμα, φέρουν στρογγυλές ασπίδες, ξίφη και δόρατα.
Ένα στοιχείο που τους χωρίζει σε δύο διακριτές ομάδες είναι το κάλυμμα της Κεφαλής . Οι μεν που φορούν αυτό που συμβατικά αποκαλείται «φτερωτό κάλυμμα κεφαλής» και οι δε που φορούν κερασφόρο κράνος.



Πειραματική ανακατασκευή πανοπλίας οπλίτη των «Λαών της Θάλασσας» όπως αυτή αποτυπώνεται στις τοιχογραφίες του Αιγυπτιακού ναού Μedinet Habu  κατασκευασμένο από τον Φαράω Ραμσή ΙΙΙ. Η πανοπλία είναι ορειχάλκινη , αρθρωτού τύπου και ενσωματώνει ιδιαίτερα ανατομικά και κατασκευαστικά χαρακτηριστικά. Η οπλοσκευή του οπλίτη περιλαμβάνει:  ένα ζεύγος περικνημίδες, δύο  ημιθωράκια για την προστασία του κορμού, ευμεγέθης επωμίδες, ξύλινη ασπίδα στρογγυλής διατομής ενισχυμένη με ορειχάλκινους ομφαλούς . Ως επιθετικά όπλα ο οπλίτης φέρει πολεμικό πέλεκυ της περιόδου.

Η πανοπλία παρουσιάστηκε επισήμως από το Σύλλογο Ιστορικών μελετών Κορύβαντες (www.koryvantes.org) στο Αρχαιολογικό Φεστιβάλ   “Gallo Romain Days”   που έλαβε χώρα στην Γαλλική  πόλη  Vienne, (Rhone-Alpes)   τον Ιούνιο του 2012 .

Έρευνα -αποκατάσταση : Κατσίκης Δημήτριος (www.hellenicarmors.gr)


Τα σχετικά περί μετανάστευσης συνδέονται με την απεικόνιση κάρων στα οποία επιβαίνουν γυναίκες και παιδιά και τα οποία σέρνουν βόδια. Ο τύπος απόδοσης των γυναικών δεν είναι ομοιόμορφος συμφωνώντας άλλωστε με το πλήθος των ονομαζόμενων λαών αλλά και με τη θεωρία ότι κατά τη διάρκεια της πορείας τους ενώθηκαν μαζί τους και κάτοικοι των τόπων από τους οποίους πέρασαν .


Εκτός από αυτό το «γεγονός», αν μπορούμε να το ονομάσουμε έτσι καθώς υπάρχει διαφωνία σχετικά με το αν οι αιγυπτιακές πηγές αναφέρονται σε ένα μόνο συμβάν ή αν συνόψισαν στη διήγηση πολλά μικροεπεισόδια , υπάρχει και ένα προγενέστερο το οποίο χρονολογείται στο 1209 π. Χ., κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Merneptah. Σε αυτή την περίπτωση έχουμε μια εισβολή Λίβυων οι οποίοι απ’ ότι φαίνεται σκόπευαν να εγκατασταθούν κάπου στα δυτικά του Δέλτα του Νείλου. Οι Λίβυοι συνεπικουρούνταν από τους Sherden, τους Shekelesh, τους Teresh, τους Ekwesh ή Akaiwasha και τους Lukka .


Η έρευνα λόγω της παρουσίας των Shekelesh και στις δύο περιπτώσεις αλλά και λόγω των γεωγραφικών προσδιορισμών που δίνονται όπως, «οι βόρειες χώρες...», «... στα νησιά τους.», έχει συνδέσει αυτές τις δύο ομάδες .


Όμως για να ξαναγυρίσουμε στο πρώτο μισό του 12ου αι., διαβάζουμε στον πάπυρο Harris πως μεταχειρίστηκε ο Ραμσής ΙΙΙ τους ηττημένους αντιπάλους του:
«Διεύρυνα όλα τα σύνορα της Αιγύπτου. Κατατρόπωσα εκείνους που επέδραμαν σε αυτά από τις χώρες τους. Έσφαξα τους Denyen [που είναι] στα νησιά τους, οι Tjeker και οι Peleset έγιναν στάχτη. Οι Sherden και οι Weshesh της θάλασσας, έγιναν σαν αυτούς που δεν υπάρχουν, αιχμαλωτίστηκαν ταυτόχρονα, μεταφέρθηκαν σαν αιχμάλωτοι στην Αίγυπτο, σαν την άμμο της ακτής. Τους εγκατέστησα σε οχυρά, δεμένους στο όνομά μου. Οι τάξεις τους ήταν πολυάριθμες, εκατοντάδες χιλιάδες...»



ΕΙΚΟΝΑ 3 ΦΩΤΟ: J. Latacz, 2005, Troia und Homer: Der Weg zur Lösung eines alten Rätsels (από τον χάρτη του εσωφύλλου)



ΟΥΓΚΑΡΙΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
Τα αρχεία από την Ουγκαρίτ (εικ. 3) δεν είναι το ίδιο λεπτομερή με τα αιγυπτιακά για την ταυτότητα των εισβολέων. Περισσότερο καταγράφουν τα συναισθήματα τρόμου των κατοίκων της. Σε μία πινακίδα όμως έχουμε ένα όνομα.
Τη στέλνει ένας βασιλιάς των Χετταίων του οποίου δεν διασώζεται το όνομα:

« Έτσι λέει η Υψηλότητά του, ο Μεγάλος Βασιλιάς. Πες στον επικεφαλής επόπτη: Τώρα, [εκεί] μαζί σου, ο κύριος σου ο βασιλιάς είναι [ακόμη πολύ] νέος.
Δεν ξέρει τίποτα. Και εγώ, η Υψηλότητά μου, του είχα ανακοινώσει μια εντολή σχετικά με τον Ibnadusu, τον οποίο οι Shikalayu που ζουν πάνω σε πλοία είχαν
απαγάγει. Γι αυτό στέλνω τον Nirga’ili, ο οποίος είναι kartappu με εμένα, σε εσένα.
Και εσύ, στείλε τον Ibnadusu, τον οποίο οι Shikalayu είχαν απαγάγει, σε εμένα.
Θα τον ρωτήσω σχετικά με τους Shikalayu, και μετά ας επιστρέψει στην Ουγκαρίτ.»


Μεγάλο ενδιαφέρον επίσης έχει η απάντηση του βασιλιά της Ουγκαρίτ προς τον βασιλιά της Αλασίγια, η οποία χρονολογείται ακριβώς πριν την καταστροφή της πόλης: « Πες στον βασιλιά της Αλασίγια, τον πατέρα μου. Έτσι λέει ο βασιλιάς της Ουγκαρίτ, ο γιος σου: Πατέρα μου, τώρα τα πλοία του εχθρού έρχονται. Πυρπολούν τις πόλεις μου και έχουν κάνει κακό στη γη μου. Δεν ξέρει ο πατέρας μου ότι όλο το πεζικό και [άρματά] μου βρίσκονται σταθμευμένα στη χώρα των Χετταίων και ότι όλα τα πλοία μου βρίσκονται σταθμευμένα στη χώρα των Lukka; Δεν έχουν επιστρέψει ακόμη, και έτσι η χώρα μου είναι απροστάτευτη. Ο πατέρας μου ας είναι ενήμερος για αυτό το θέμα. Τώρα τα επτά πλοία του εχθρού που έρχονταν μας έχουν βλάψει. Τώρα αν άλλα πλοία του εχθρού εμφανιστούν, στείλε μου ένα μήνυμα με κάποιον τρόπο (;) ώστε να ξέρω.» 




ΧΕΤΤΙΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
Αναφορικά με τους Χετταίους (εικ. 4) θα μας απασχολήσουν οι δύο τελευταίοι βασιλείς τους, ο Tudhaliya IV (1237-1209) και ο Suppiluliuma II (1207-;). Μαθαίνουμε από τα χεττιτικά αρχεία ότι ο Tudhaliya ηττήθηκε από τους Ασσύριους στην περιοχή του βόρειου Ευφράτη . Αυτό πιθανόν να μείωσε το κύρος του προς τους υποτελείς του. Όμως στα δυτικά αποδείχθηκε ιδιαίτερα δραστήριος καθώς κατέπνιξε μια εξέγερση στην περιοχή του ποταμού Seha, πήρε υπό τον έλεγχο του την Millawanda ελαχιστοποιώντας την επιρροή της Ahhiyawa στην περιοχή, επανέφερε τον έκπτωτο ηγεμόνα της Wilusa στο θρόνο του  και το σημαντικότερο από όλα κατέκτησε, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, την Αλασίγια . Σε διπλωματικό επίπεδο απαγόρευσε τη διεκπεραίωση του εμπορίου της Ασσυρίας με την Ahhiyawa στα λιμάνια του Amurru . Στο εσωτερικό φαίνεται ότι αντιμετώπισε κάποιο πραξικόπημα .
Ο Suppiluliuma κατέκτησε τις χώρες Wiyanawanda, Tamina, Masa, Lukka και Ikuna, οι οποίες τοποθετούνται όλες στη νοτιοδυτική Ανατολία. Αυτές οι κατακτήσεις μάλλον σχετίζονται με την αστάθεια που προκαλούσε στην περιοχή το βασίλειο της Tarhuntassa, το οποίο δεν υπάκουε πλέον στη Hattusas . Απ’ ότι φαίνεται αντιμετώπισε και αυτός εσωτερικά προβλήματα. Ακόμη πραγματοποίησε τις μοναδικές ναυμαχίες στη χεττιτική ιστορία :
« Ο πατέρας μου [.............] κινητοποιήθηκα εγώ ο Suppiluliuma, ο Μεγάλος Βασιλιάς, αμέσως [διέσχισα/έφτασα] (σ)τη θάλασσα. Τα πλοία της Αλασίγια με συνάντησαν στη θάλασσα τρεις φορές για μάχη, και εγώ τους κατέστρεψα. Και κατέλαβα τα πλοία και τους έβαλα φωτιά μέσα στη θάλασσα. Αλλά όταν έφτασα σε στεγνή γη (;), οι εχθροί από την Αλασίγια ήρθαν με πλήθος εναντίον μου για μάχη.»


ΕΙΚΟΝΑ 4 ΦΩΤΟ: J. Latacz, 2005, Troia und Homer: Der Weg zur Lösung eines alten Rätsels (από τον χάρτη του εσωφύλλου)


Οι πολεμικές δραστηριότητες των δύο ηγεμόνων στην Αλασίγια εξηγούνται πιθανόν από την επιθυμία τους να κρατήσουν ανοιχτό το θαλάσσιο δρόμο με την Αίγυπτο από την οποία λάμβαναν σιτηρά, από τα οποία εξαρτούνταν όλο και περισσότερο. Όπως διαβάζουμε σε ένα γράμμα προς την Ουγκαρίτ:


« Και έτσι (η πόλη) Ura [έδρασε (;)] με αυτό τον τρόπο... και για τον Ήλιο Μου την τροφή που έχουν φυλάξει. Ο Ήλιος Μου τους έδειξε 2000 kor (περίπου 450 τόννοι) σιτάρι να έρχεται από το Mukish. Πρέπει να τους προμηθεύσετε με ένα μεγάλο πλοίο με πλήρωμα, και αυτοί πρέπει να μεταφέρουν το σιτάρι στη χώρα τους. Θα το μεταφέρουν σε μία ή δύο αποστολές. Δεν πρέπει να καθυστερήσετε το πλοίο τους!»

Το γράμμα τελειώνει δηλώνοντας ότι πρόκειται για ζήτημα ζωής και θανάτου.

Αυτό μοιάζει αρκετά με μια αναφορά του Merneptah για ένα φορτίο σιταριού που έστειλε για «να κρατήσει ζωντανή τη χώρα των Χετταίων» .

Παρασκευή 26 Δεκεμβρίου 2014

Ο ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ, ΕΝΑ ΑΠΟ ΤΑ ΕΠΤΑ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ


Ένα Θαύμα της Αρχαιότητας

Ο Φάρος της Αλεξάνδρειας θεωρείται ένα από τα Επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου. Κατασκευάστηκε τον 3ο αιώνα π.Χ. και παρέμεινε σε λειτουργία ώς την πλήρη καταστροφή του από δύο σεισμούς τον 14ο αιώνα μ.Χ. Ήταν ένας πύργος συνολικού ύψους 140 μέτρων και ήταν για εκείνη την εποχή το πιο ψηλό ανθρώπινο οικοδόμημα του κόσμου μετά τις πυραμίδες του Χέοπα και του Χεφρήνου ή Χεφρένης.




Κατασκευάστηκε από κομμάτια άσπρης πέτρας και ήταν δομημένος σε τέσσερα επίπεδα. Το χαμηλότερο ήταν η τετράγωνη βάση, το δεύτερο ήταν ένα τετράγωνο κτίσμα, το τρίτο οκτάγωνο κτίσμα και το τέταρτο το ψηλότερο ένα κυκλικό κτίσμα επί της κορυφής του οποίου το άγαλμα του Ποσειδώνα ή Απόλλωνα. Στο τέταρτο επίπεδο υπήρχε ένας καθρέπτης που αντανακλούσε το φως του ήλιου κατά τη διάρκεια της μέρας ενώ το βράδυ έκαιγε μία φλόγα για να προειδοποιεί τα διερχόμενα πλοία για την ύπαρξη εμποδίων. 

Η λέξη φάρος υιοθετήθηκε από πολλές χώρες και χρησιμοποιήθηκε ευρέως στο λατινογενές λεξιλόγιο και σε γλώσσες όπως τα Γαλλικά (phare), τα Ιταλικά (faro), Πορτογαλικά (farol) και Ισπανικά (faro).
Γενικά
Ο φάρος κατασκευάστηκε επί της νησίδας Φάρος. Το νησί έδωσε το όνομα στο οικοδόμημα κι όχι το αντίθετο, όπως πιστεύεται. Οι σύγχρονοι φάροι "δανείζονται" επίσης το όνομα της νησίδας. Είναι παγκοσμίως γνωστός με την ονομασία "Φάρος" της Αλεξάνδρειας επειδή ήταν λίγο έξω από το λιμάνι της Αλεξάνδρειας. Συνδεόταν τεχνητά με ένα είδος γέφυρας, το λεγόμενο Επταστάδιο (είχε, όπως μαρτυρά το όνομά του, μήκος επτά στάδια) και σχημάτιζε το ένα μέρος του λιμανιού της Αλεξάνδρειας.

Επειδή η διαμόρφωση του λιμανιού και της ευρύτερης περιοχής ήταν επίπεδη και δίχως κάποιο σημάδι που να προειδοποιεί τα διερχόμενα πλοία, χρησίμευε για να δίνει κάποιο είδος σινιάλου για την προσέγγιση στο λιμάνι. Ο φάρος χτίστηκε από τον Σώστρατο τον Κνίδιο μηχανικό, αρχιτέκτονα, γιο του επίσης αρχιτέκτονα Δεξιφάνους που είχε κατασκευάσει το στάδιο "Τέτρα" της Αλεξάνδρειας, το 282 π.Χ., ενώ αρχικά η μελέτη του έργου είχε ξεκινήσει επί Βασιλείας του πρώτου Βασιλιά της Ελληνιστικής περιόδου, τον Πτολεμαίο τον Α' της Αιγύπτου, στρατηγό του Μεγάλου Αλεξάνδρου.

Η Φάρος λοιπόν είναι ένα μακρόστενο νησί, πάρα πολύ κοντά στην ξηρά και σχηματίζει μ αυτήν λιμάνι με δύο στόμια» στον βορειοδυτικό βραχίονα του Αιγυπτιακού Δέλτα, μας λέει ο Στράβων.


Η ονομασία του νησιού, Φάρος, είναι πιθανόν να χάρισε στους Φαραώ, το όνομά τους. Στο νησί αυτό, κατά την μυθολογία, κατοικούσε ο Πρωτέας. Η πρώτη λιμενική εγκατάσταση εκεί διαμορφώθηκε από τον Τούθμωση Γ΄ γύρω στο 1460 π.Χ. για να εξυπηρετήσει το εμπόριο με την Κρήτη. Αργότερα στα χρόνια του Πτολεμαίου του Φιλάδελφου κτίσθηκε λίθινη γέφυρα, το Επταστάδιον, που ονομάστηκε έτσι επειδή το μήκος της ήταν επτά στάδια (1300 μ. περίπου) και ένωνε το νησί με την παραλία της Αλεξάνδρειας.

«…στο άκρο του νησιού» συνεχίζει ο Στράβων «υπάρχει ένας βράχος, που περιβρέχεται από την θάλασσα. Πάνω στο βράχο βρίσκεται ένας πύργος πολυώροφος χτισμένος θαυμαστά από άσπρο μάρμαρο που φέρει το ίδιο όνομα με το νησί.» 

Ο πύργος αυτός, έφερε σε κάποιο διαμέρισμά του πυρ και φτιάχτηκε για την σωτηρία των πλοίων κυρίως κατά την νυχτερινή πλοήγησή τους. Από τότε η λέξη «φάρος» δηλώνει κάθε θαλάσσιο ευκρινή πυρσοφόρο πύργο που τα βράδια φωτίζει, οδηγεί και κυρίως προειδοποιεί τους ναύτες και τα καράβια τους να μην πέσουν σε κακοτοπιές, όπως ξέρες ή αβαθή νερά, όπως με περιγράφει ο Στράβων την νήσο Φάρο, ή σε υφάλους, σε ύπουλους σκοπέλους κλπ.
Ένα Μηχανικό και Τεχνολογικό Θαύμα
Εκπληκτικό κατόρθωμα παραμένει στο πέρασμα του χρόνου η οικοδόμηση του περίφημου Φάρου της Αλεξάνδρειας, τόσο κατασκευαστικά όσο και τεχνολογικά. Δίκαια κατατάχθηκε στα επτά θαύματα. Από τους αρχαίους συγγραφείς περιγραφή του μας διασώζουν ο Στράβων (Γεωγραφικά, 17.1. 6-10) και ο Πλίνιος (Φυσική ιστορία 36.83). Κτίστηκε στη διάρκεια της περιόδου του Πτολεμαίου Β’ του Φιλάδελφου από το διάσημο αρχιτέκτονα Σώστρατο τον Κνίδιο, του Δεξιφάνους και η κατασκευή του διήρκεσε δώδεκα χρόνια. 

 Την ονομασία «Φάρος» την πήρε από την ομώνυμη νησίδα Φάρος που βρισκόταν στην είσοδο του λιμανιού της πόλης. Το αρχικό του όνομα ήταν «πυροφόρος πύργος», έμεινε όμως γνωστός σαν Φάρος και από αυτόν έλκουν την ονομασία τους οι γνωστοί φάροι της ναυτιλίας. Δεν άργησε να ταυτιστεί με την ίδια την πόλη και όταν έλεγαν «Φάρος» εννοούσαν την Αλεξάνδρεια. Το συνολικό του ύψος έφτανε τα 140μ.(!) και ήταν κτισμένος σε τέσσερα επίπεδα. 


Το πρώτο, ύψους 71 μέτρων, ήταν το ψηλότερο από όλα. Ήταν τετράγωνο, διάτρητο από παράθυρα, και γύρω – γύρω υπήρχαν πλήθος δωμάτια όπου στεγάζονταν οι μηχανικοί και οι φύλακες. Στο κέντρο του υπήρχε υδραυλικός μηχανισμός , με τη βοήθεια του οποίου ανέβαζαν τα διάφορα εφόδια και καύσιμα του πυργίσκου. Το δεύτερο τμήμα, πάνω στο πρώτο, ήταν οκταγωνικό, γεμάτο με ελικοειδείς σκάλες, και το τρίτο, πάνω στο δεύτερο, ήταν κυκλικό, στολισμένο με κίονες. 

Στο τελευταίο τμήμα προς την κορυφή υπήρχε ο μηχανισμός που αντανακλούσε το φως. Εκεί υπήρχε τόσο η φωτιά, όσο και ευαίσθητα όργανα που την αντανακλούσαν πολλά μίλια μακριά (300 στάδια). Πολλές αναφορές μιλούν για έναν παράξενο «καθρέπτη», που προκαλούσε θαυμασμό περισσότερο από το κτίριο και που δεν ράγιζε. 

Μερικοί λένε ότι ήταν από γυαλί, άλλοι από διαφανή επεξεργασμένη πέτρα, και όταν κάθονταν από κάτω, μπορούσαν να βλέπουν πλοία στη θάλασσα που δεν ήταν ορατά με γυμνό μάτι. Έχουμε μήπως εδώ ένα πρώτο τηλεσκόπιο; Όλα είναι πιθανά. Και ήταν ένας μόνο ανακλαστήρας ή υπήρχαν πολλοί; Δυστυχώς τα στοιχεία που έχουμε είναι ελλιπή.
Αναφέρονται επίσης πολλά έργα τέχνης με αυτοματισμούς: Ένα άγαλμα που το δάκτυλό του ακολουθούσε την τροχιά του ήλιου στη διάρκεια της ημέρας (τι γινόταν άραγε τη νύχτα;) ένα άλλο που εσήμαινε τις ώρες της ημέρας με ποικίλες και μελωδικές φωνές, και ένα άλλο που έδινε το σύνθημα του συναγερμού όταν ερχόταν εχθρικός στόλος που δεν ήταν ακόμη ορατός. Διακρίνουμε εδώ πολλές εφαρμογές αυτομάτων, υδραυλικών οργάνων, κατόπτρων κλπ. 

Μια λαμπρή παράδοση σε εφαρμογή, ένας κατασκευαστικός άθλος που υλοποιούσε τις τεχνολογικές προδιαγραφές της εποχής του. Οι Άραβες κατακτητές ενθουσιασμένοι από το Φάρο, που τον αποκαλούσαν «Ελ-Μανάρα», έδωσαν το όνομά του στα ψηλά κτίρια της θρησκείας τους, γνωστά σαν μιναρέδες. Στην Ελληνική βιβλιογραφία απουσιάζει και αυτό το τόσο ενδιαφέρον θέμα. Πολύ ελάχιστα στοιχεία μας δίνουν οι Έλληνες συγγραφείς. 


Υπάρχουν φυσικά τα ελλιπή λήμματα των εγκυκλοπαιδειών και τρεις μόνο ξενόγλωσσες μελέτες που έχουν μεταφραστεί στα Ελληνικά και που αναφέρονται στο Φάρο. Ξενόγλωσσες μελέτες υπάρχουν φυσικά πολλές και δεν μπορώ να τις αναφέρω, αλλά αξίζει να σημειωθεί ότι υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον για το θέμα αφότου η Γαλλική εφημερίδα le Figaro δημοσίευσε άρθρο με τίτλο «βρέθηκε ο Φάρος της Αλεξάνδρειας» όπου ιστορούνταν οι έρευνες και οι ανακαλύψεις των Γάλλων αρχαιολόγων στην Αλεξάνδρεια.
Η Κατασκευή
Η κατασκευή του πολυώροφου κτιρίου, του φάρου, πιθανότατα άρχισε το 297 π.Χ. στα χρόνια του Πτολεμαίου Ά του Σωτήρος (305-282 π.Χ.), ή το 283/2 π.Χ σύμφωνα με τον μεταγενέστερο χρονικογράφο Ευσέβιο, επίσκοπο της Καισαρείας, και τελείωσε στα χρόνια του Πτολεμαίου Β΄, του Φιλάδελφου (284-246 π.Χ.).

Αρχαίοι συγγραφείς, όπως οι Στράβων, Πλίνιος ο Πρεσβύτερος, Ποσείδιππος και Λουκιανός από τα Σαμόσατα (115-180 μ.Χ.) μας πληροφορούν ότι η κατασκευή του φάρου ανατέθηκε στον αρχιτέκτονα και μηχανικό, ισάξιο του Αρχιμήδους, τον Σώστρατο του Δεξιφάνους από την Κνίδο (πόλη της Καρίας και έδρα της δωρικής Εξάπολης), ο οποίος ήταν και φίλος των βασιλέων Πτολεμαίου Α και Β. Στον Σώστρατο αποδίδονται οι στοές του ναού της Αφροδίτης στην Κνίδο, το «κρεμαστό περιπατητήριον», καθώς και η υποταγή της Μέμφιδος χωρίς πολιορκία, αλλά με απλή εκτροπή των υδάτων του Νείλου.

Σύμφωνα με τον Λουκιανό, ο Σώστρατος, αφού οικοδόμησε το κτίριο, έγραψε το όνομά του επ’ αυτού, καθώς και το όνομα του Βασιλεύοντος. Ο Σώστρατος που αναφέρουν, ενδεχομένως να ταυτίζεται με έναν πρέσβη του Πτολεμαίου Β΄, του Φιλάδελφου, στη Δήλο. Ωστόσο δεν υπάρχει κάποια σχετική ένδειξη.

Ο Φάρος της Αλεξάνδρειας συγκαταλέγεται στα επτά θαύματα της αρχαιότητας, φωτίζοντας τον πλου των καραβιών για περίπου 1500 χρόνια. Ξεκίνησε να κτίζεται στα 280 π.Χ., χρονιά κατά την οποία στη Ρόδο εγκαινιαζόταν ο περίφημος Κολοσσός. Ήταν φωτεινός σηματοδότης και λειτουργούσε νύχτα μέρα, ένας φανός για τους αρχαίους, φανάρι για τους σύγχρονους. Είχε ύψος 140 μέτρα και το φως του διακρινόταν από απόσταση 47 με 50 χιλιομέτρων. 


Επίσημα, ο πρώτος Πτολεμαίος ήταν γιος του Μακεδόνα ευπατρίδη Λάγου. Γι’ αυτό και δυναστεία των Λαγιδών ονομάζεται η Βασιλική γενιά της Αιγύπτου που ξεκίνησε με τον ίδιο και χάθηκε με την Κλεοπάτρα. Ανεπίσημα, όμως, όλοι στη Μακεδονία γνώριζαν πως ο Πτολεμαίος δεν ήταν παρά ένα από τα κρυφά κατορθώματα του Βασιλιά Φίλιππου, νόθος γιος του με την Αρσινόη κι επομένως ετεροθαλής αδελφός του Μεγαλέξανδρου. Άλλωστε, το όνομα Αρσινόη έπαιζε στο παλάτι της Αιγύπτου σχεδόν όσο και το όνομα των Πτολεμαίων Βασιλιάδων.

Μια Αρσινόη, κόρη του πρώτου Πτολεμαίου, δολοφόνησε τον άνδρα της, Βασιλιά της Θράκης Λυσίμαχο, για να παντρευτεί τον αδελφό της, Βασιλιά της Αιγύπτου, που απαλλάχθηκε από την πρώτη του γυναίκα, Αρσινόη κι αυτή. Μια άλλη παντρεύτηκε τον επίσης αδερφό της Πτολεμαίο (τον τέταρτο), από τον οποίο και δολοφονήθηκε. Κι ακόμα μια Αρσινόη ήταν αδερφή της Κλεοπάτρας που έβαλε τον Ιούλιο Καίσαρα να τη βγάλει από τη μέση, προκειμένου να μην έχει μελλοντικούς ανταπαιτητές του θρόνου.

Εκείνος, όμως, ο πρώτος Πτολεμαίος ήταν όμορφο και ανδρείο παλικάρι, συμπολεμιστής του Μεγάλου Αλεξάνδρου και αρχηγός της σωματοφυλακής του. Ανέλαβε διοικητής της Αιγύπτου, όταν στα 323 π.Χ. ο στρατηλάτης πέθανε. Στα άγρια χρόνια που ακολούθησαν, συμμετείχε στους πολέμους των διαδόχων και, το 301 π.Χ., ήταν στην πλευρά των νικητών μετά την καθοριστική μάχη της Ιψού, όπου αυτός, ο Κάσσανδρος, ο Σέλευκος και ο Λυσίμαχος κατατρόπωσαν τον Αντίγονο. 

Του έλαχε η Αίγυπτος, στην οποία ήταν ήδη Βασιλιάς από το 305 π.Χ. Αποδείχτηκε άξιος του θρόνου, πήρε το προσωνύμιο Σωτήρ, προστάτευσε τα γράμματα και τις τέχνες κι έκτισε την περίφημη βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, με ένα εκατομμύριο τόμους στις δόξες της, και το μουσείο, όπου έμεναν δωρεάν και συνεργάζονταν φιλόσοφοι, σοφοί και ποιητές. Πέθανε το 283 π.Χ.
Ο δεύτερος Πτολεμαίος, αυτός που απαλλάχθηκε από τη γυναίκα του για να παντρευτεί την αδερφή του, Αρσινόη, έμεινε στην ιστορία με το προσωνύμιο Φιλάδελφος, ακριβώς γι’ αυτή του την επιλογή. Τον αδικούσαν, όμως. 


Προστάτευε τα γράμματα και τις τέχνες εξίσου αποτελεσματικά, όπως κι ο πατέρας του και ήταν αυτός που χρηματοδότησε την ανέγερση του Φάρου της Αλεξάνδρειας, έργο που ο Πτολεμαίος Α’ είχε συλλάβει αλλά δεν έζησε να δει την ολοκλήρωσή του. Πατέρας και γιος, άλλωστε, ήταν αυτοί που έβαλαν γερά τα θεμέλια για να ανθίσει και να αναπτυχθεί στο έπακρο η «Αλεξανδρινή εποχή», παρ’ όλο που οι επόμενοι Πτολεμαίοι, με ελάχιστες εξαιρέσεις, αποδείχτηκαν ανίκανοι, έκφυλοι και αιμοσταγείς.
Ο Πτολεμαίος Β’ έγινε συμβασιλιάς του πατέρα του το 285 π.Χ. και μονοκράτορας το 283 π.Χ. Τον επόμενο χρόνο (282 π.Χ.) εγκαινίασε το εντυπωσιακό στάδιο της Αλεξάνδρειας (το είπαν «Τέτρα»), που είχε κατασκευάσει ο αρχιτέκτονας Δεξιφάνης. Γιος του ήταν ο επίσης αρχιτέκτονας, Σώστρατος, που είχε αναλάβει να ανεγείρει τον Φάρο της Αλεξάνδρειας. 

Ο Πτολεμαίος του είχε απαγορεύσει να «υπογράψει» το έργο του (οπότε έβαλε το όνομά του κρυφά) ή ο ίδιος ήταν πολύ μετριόφρων. Ό,τι και να συνέβαινε, μια λαξευμένη επιγραφή στη βάση του έργου, πάνω σε στρώμα σοβά, ανέφερε ως κατασκευαστή του Φάρου τον Πτολεμαίο. Κάτω από τον σοβά, μια άλλη επιγραφή ανέφερε τα εξής:

«ΣΩΣΤΡΑΤΟΣ ΔΕΞΙΦΑΝΟΥΣ ΚΝΙΔΙΟΣ ΘΕΟΙΣ ΣΩΤΕΡΣΙΝ ΥΠΕΡ ΠΛΩΙΖΟΜΕΝΩΝ» 

(Σώστρατος ο Κνίδιος, ο γιος του Δεξιφάνους, {το αφιερώνει} στους σωτήρες Θεούς υπέρ των ναυτιλομένων).
Το νησάκι Φάρος βρίσκεται λίγο έξω από το λιμάνι της Αλεξάνδρειας και συνδεόταν τεχνητά με αυτό χάρη σε μια κατασκευή, γνωστή ως Επταστάδιον («μήκους επτά σταδίων» ή 1.288 μέτρων). Το οικοδόμημα κτίστηκε με άσπρες πέτρες στην άκρη του νησιού, ώστε η θάλασσα να το περιβάλλει από τη δυτική και τη βόρεια πλευρά του. 


Σύμφωνα με την περιγραφή του Άραβα περιηγητή Αμπού Γιουσέφ Χαγκάγκ ελ Ιμπν Ανταλουσί, που το επισκέφτηκε στα 1165, αλλά και διάφορες απεικονίσεις του Φάρου πάνω σε αυτοκρατορικά νομίσματα, κύπελλα, μωσαϊκά κλπ καταλήγουμε ότι το κτίσμα ήταν τετράγωνο, με περίπου 8,5 μέτρα η κάθε πλευρά. Το κτίριο αποτελούσαν τέσσερα επίπεδα (συνδεμένα μεταξύ τους με αρμούς από μολύβι) με πρώτο μια βάση πάνω στην οποία εδραζόταν:
Η βάση είχε ύψος 6,5 μέτρα από τη μεριά της στεριάς (από την πλευρά της θάλασσας ήταν πιο ψηλή) και ήταν τετράγωνο με κάθε πλευρά να έχει μήκος 8,5 μέτρων. Μια ράμπα πάνω σε 16 καμάρες, μήκους περίπου 183 μέτρων, οδηγούσε, από τα τείχη του νησιού, στην υπερυψωμένη πύλη του κτιρίου. Το ύψος του πρώτου πατώματος από το έδαφος ήταν περίπου εξήντα μέτρα (ή 57,73 μ. σύμφωνα με τον άραβα). 

Τρίτωνες ή και άλλα θαλάσσιοι θεοί, που φυσούσαν σάλπιγγες ή θαλάσσια κοχύλια διακοσμούσαν τις γωνίες της κορυφής του πρώτου πατώματος. Το δεύτερο επίπεδο ήταν ένα τετράγωνο κτίσμα, με Τρίτωνες να κοσμούν τις γωνίες του, σύμφωνα με παράσταση σε ρωμαϊκό νόμισμα. Πάνω σ’ αυτό, είχε κτιστεί ένα οκτάγωνο (τρίτο επίπεδο) κτίριο, με εξώστη γύρω του. Πάνω του είχε κτιστεί το κυλινδρικό τέταρτο επίπεδο, στην κορυφή του οποίου είχε στηθεί άγαλμα του θεού Ποσειδώνα (ή του Απόλλωνα). 

Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου 2014

ΟΙ ΟΡΟΙ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΤΕΡΜΑΤΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ ΤΟΥ 1897 ΚΑΙ Η ΕΠΙΒΟΛΗ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ(1897- 1899)




η Έλλάδα υπό την κηδεμονία των Μ. Δυνάμεων
  Άρθρο του κ. Κωνσταντίνου Λινάρδου

Από την επομένη της ανακωχής και έχοντας τον αέρα του νικητή , η Οθωμανική κυβέρνηση  έθεσε ως βασικά αιτήματα της , την επιστροφή της Ελλάδας στα σύνορα του 1831(Λαμία) , τον περιορισμό των δικαιωμάτων των Ελλήνων υπηκόων της Οθωμανικής αυτοκρατορίας , την πληρωμή από την Ελλάδα πολεμικής αποζημίωσης 10.000.000 τουρκικών λιρών και την διατήρηση του τουρκικού στρατού στη Κρήτη. Όμως οι  μεγάλες δυνάμεις (που είχαν εξουσιοδοτηθεί εν λευκώ από την ελληνική πλευρά να καθορίσουν τους όρους συμφωνίας) ξεκαθάρισαν ότι θέμα περιορισμού δικαιωμάτων των Ελλήνων υπηκόων του Οθωμανικού κράτους αλλά και μεταβολή των συνόρων δεν τίθεται προς συζήτηση και ότι θα ήταν καλό η Οθωμανική κυβέρνηση να μην αντιταχθεί στις αποφάσεις αυτές …



Για τους ισχυρούς  ήταν ακόμη σημαντικό να μην διαταραχθούν οι διεθνείς πολιτικές ισορροπίες , γεγονός πολύ ευνοϊκό για την Ελλάδα που με την αφροσύνη της κινδύνευε να μπει σε μεγάλες περιπέτειες …Τελικά για στρατηγικούς λόγους , θα αποφασισθεί ορισμένα ορεινά περάσματα στα σύνορα (περίπου 400 τχλμ ) και ένα χωριό (η Κουτσούφλιανη στο νομό Τρικάλων ) να περάσουν από Ελληνικά σε Οθωμανικά χέρια. Η Οθωμανική κυβέρνηση που επισήμως θα αποδεχθεί την διαρρύθμιση αυτή , θα προσπαθήσει με διάφορες προφάσεις αλλά και πονηρές προτάσεις να πετύχει κάτι καλύτερο , που όμως θα πέσουν στο κενό… Οι μεγάλες δυνάμεις θα ξεκαθαρίσουν στην Οθωμανική κυβέρνηση ότι τα στρατεύματα της θα μπορούσαν να παραμείνουν στην Θεσσαλία , μόνο έως ότου η Ελλάδα εκπλήρωνε τις υποχρεώσεις της , απορρίπτοντας διάφορες προτάσεις της , όπως του να της επιστραφεί η Θεσσαλία και σε αντάλλαγμα να παραχωρηθεί στην Ελλάδα η Κρήτη (εφημερίδα Σκριπ, φύλλο 24ης Μαρτίου 1898).

 

Έτσι τα τουρκικά στρατεύματα με μισή καρδιά και αφού φρόντισαν να προβούν σε διάφορες καταστροφές μαζεύοντας και την ετήσια σοδειά , θα αποχωρήσουν τελικά το καλοκαίρι του 1898 από το ελληνικό έδαφος ... Στο θέμα της Κρήτης που ήταν και η επίσημη αφορμή του πολέμου , επίσης υπήρχε θετική  εξέλιξη για την Ελλάδα . Ήδη τον Οκτώβριο του 1897 οι Κρητικοί θα αποδέχονταν κατά πλειοψηφία επίσημα και με  υπογεγραμμένο ψήφισμα από 88 πληρεξούσιους , την αυτονομία.

(Πολιτική ιστορία Γεωργίου Ασπρέα 1830-1912, Τόμος Β’ Σελ.282-283). 
Το γεγονός αυτό έλυσε τα χέρια των μεγάλων δυνάμεων  που ουσιαστικά ανάγκασαν και την Οθωμανική πλευρά να αποδεχτεί τις προτάσεις τους. Το νησί θα παρέμενε αυτόνομο υπό την υψηλή επικυριαρχία του Σουλτάνου όμως ο τουρκικός στρατός θα αποχωρούσε και η ανώτατη διοίκηση (αρμοστεία) θα δινόταν σε μη Οθωμανό υπήκοο. Η απόφαση αυτή πάρθηκε κυρίως γιατί οι ξένες δυνάμεις αντιλαμβάνονταν ότι η Κρήτη θα μπορούσε και στο μέλλον να είναι παράγοντας αποσταθεροποίησης και λόγω της χλιαρής αντίδρασης της Οθωμανικής κυβέρνησης το πέτυχαν εύκολα. Έτσι τόσο ο Οθωμανός διοικητής όσο και τα τουρκικά στρατεύματα αποχώρησαν τον Νοέμβριο του 1898 και τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους αποβιβάστηκε ως πρώτος αρμοστής ο πρίγκιπας Γεώργιος (δευτερότοκος υιός του Βασιλιά Γεωργίου Α`). Μετά το γεγονός αυτό η ένωση φαινόταν ότι θα μπορούσε να επιτευχθεί με την πρώτη ευκαιρία, όπως και έγινε το 1913. 

 

Το θέμα όμως που έκαιγε τις Ευρωπαϊκές δυνάμεις ήταν αυτό της ρύθμισης και πληρωμής  των χρεών της Ελλάδας που είχε σταματήσει το 1893 λόγω της χρεοκοπίας της χώρας και που παρά τις διαπραγματεύσεις δεν είχε βρεθεί λύση… Οι Ευρωπαϊκές δυνάμεις επέβαλλαν τελικά στην Ελλάδα να δώσει αποζημίωση στην Οθωμανική αυτοκρατορία 4.000.000 τουρκικές λίρες (95.000.000 γαλλικά φράγκα) , αλλά πώς να πληρώσει η ευρισκόμενη σε χρεωκοπία Ελλάδα που σημειωτέον θα έπρεπε να πληρώσει και τα έξοδα που δημιούργησε ο πόλεμος ;

{(Η Κυβέρνηση Ζαΐμη κατέθεσε απολογισμό για τα έξοδα πολέμου που σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ανέρχονταν σε 159.956.770 δραχμές πλην των ζημιών που είχαν προκύψει στη Θεσσαλία εξαιτίας του πολέμου).

(Πολιτική ιστορία Γεωργίου Ασπρέα 1830-1912, Τόμος Β’ Σελ.279)}.

Άρα θα έπρεπε να καταφύγει στην σύναψη νέου δανείου , όμως οι διεθνείς  οικονομικοί κύκλοι απέκλειαν κάθε συζήτηση για το θέμα αυτό εάν πρώτα δεν γινότανε ρύθμιση για τα παλιά χρέη.

Η ελληνική πλευρά προσπάθησε  να πετύχει ένα διακανονισμό των χρεών , όμως οι οικονομικοί κύκλοι που ήξεραν το αδιέξοδο στο οποίο βρισκόταν, θα αρνηθούν… Έτσι τον Σεπτέμβριο του 1897 η ελληνική κυβέρνηση θα αναγκαστεί να δεχτεί τον διεθνή έλεγχο επί των εσόδων της , γεγονός που επέφερε και την οριστική υπογραφή της ειρήνης. Η Κυβέρνηση Ράλλη θα φέρει την υπογραφή της ειρήνης με τους επαχθείς οικονομικά όρους στη Βουλή. Οι βουλευτές  μη μπορώντας να κάνουν και
Δημήτριος Ράλλης
αλλιώς (ο Τουρκικός στρατός καραδοκούσε λίγο έξω από τη Λαμία…) θα την υπερψηφίσουν στις 18 Σεπτεμβρίου του 1897.
Ο Δηλιγιάννης ως αρχηγός της αντιπολίτευσης (που όμως έλεγχε την πλειοψηφία των βουλευτών) θα αρνηθεί πάντως να δώσει ψήφο εμπιστοσύνης και στη Κυβέρνηση…Έτσι με ψήφους 93 κατά , 30 υπέρ και 41 αποχές , η Κυβέρνηση θα αποδοκιμαστεί αναγκαζόμενη σε παραίτηση.



Ο Δηλιγιάννης ήλπιζε να επανέλθει ξανά στη Πρωθυπουργία , όμως οι μνήμες του πολέμου ήταν ακόμη πολύ νωπές (όπως και η οργή του κόσμου) , έτσι η εντολή σχηματισμού Κυβέρνησης θα δοθεί στον 42χρονο Αλέξανδρο Ζαΐμη , στέλεχος μεν του Δηλιγιαννικού κόμματος αλλά άνθρωπο γενικότερης αποδοχής. Ο Δηλιγιάννης ήξερε ότι αν αρνιότανε , η χώρα θα πήγαινε σε νέες εκλογές και η καταψήφιση του κόμματος του θα ήταν βέβαιη…Έτσι θέλοντας και μη έδωσε ψήφο εμπιστοσύνης στον Ζαΐμη που άλλωστε ήταν και από τα εξέχοντα μέλη του κόμματος του. Ο Ζαΐμης φρόντισε να πλαισιώσει την Κυβέρνηση του με ανθρώπους ικανούς που παράλληλα θα τύχαιναν της λαϊκής επιδοκιμασίας προκειμένου όχι μόνο να υπερψηφιστεί  ο ίδιος αλλά και να μπορέσει να ανταποκριθεί στις βαριές υποχρεώσεις που ανέκυπταν εξαιτίας του πολέμου. Έτσι υπουργός στρατιωτικών θα γίνει ο ήρωας του πολέμου Σμολένσκης , ενώ τα οικονομικά θα αναλάβει ο έως τότε διοικητής της Εθνικής τράπεζας Στέφανος Στρέιτ. Ο Πρωθυπουργός  θα κρατήσει για τον εαυτό του και το υπουργείο εξωτερικών.

 

Η Κυβέρνηση θα πάρει ψήφο επιδοκιμασίας στις 23 Σεπτεμβρίου του 1897 ξεκινώντας αμέσως τις προσπάθειες για να επανέλθει η χώρα στους φυσιολογικούς της ρυθμούς αλλά και να κλείσει όλες τις εκκρεμότητες του πολέμου…Έτσι στις 22 Νοεμβρίου του 1897 θα υπογραφεί η οριστική συμφωνία ειρήνης με την Οθωμανική αυτοκρατορία , ενώ τον Μάρτιο του 1898 θα επέλθει και η οριστική συμφωνία για την εξόφληση του χρέους και το ύψος του δανείου. Η Ελλάδα υπό την εγγύηση των μεγάλων δυνάμεων θα έπαιρνε 170.000.000 χρυσά φράγκα ( με τόκο 2,5%)  εκ των οποίων τα 150.000.000 αμέσως  για την τακτοποίηση των υποχρεώσεων της . (Πολιτική ιστορία 1830-1920 , Σπύρου Μαρκεζίνη , Τόμος Β’ , Σελ.350).



Επίσης καθορίστηκε και ο τρόπος  με τον οποίο θα γινόταν η αποπληρωμή αυτού και των προηγούμενων  δανείων που διασφάλιζε τους δανειστές των ξένων χωρών. Στην χώρα μας ουσιαστικά επιβλήθηκε διεθνής οικονομική επιτροπή (Δ.Ο.Ε.) με πρώτο πρόεδρο της τον Βρετανό Εδουάρδο Λω. Η Δ.Ο.Ε. πήρε υπό τον έλεγχο της τα μονοπώλια σε διάφορα σημαντικά προϊόντα , όπως πετρέλαιο, αλάτι , σπίρτα , τέλη χαρτοσήμου , φόρου κατανάλωσης καπνού, οινοπνεύματος , παιγνιόχαρτα και τους δασμούς από όλα τα τελωνεία της χώρας. Μάλιστα αν οι εισπράξεις από τα έσοδα αυτά δεν ήταν αρκετές τότε η ελληνική κυβέρνηση θα όφειλε να καλύψει την διαφορά από τα υπόλοιπα έσοδα του προϋπολογισμού …

Για την υπηρεσία του δημόσιου χρέους εκχωρήθηκαν στη Δ.Ο.Ε. οι ακόλουθες πηγές εσόδων :
ΠΡΟΒΛΕΠΟΜΕΝΑ ΕΣΟΔΑ ΣΕ ΔΡΑΧΜΕΣ
1)
Μονοπώλια άλατος, πετρελαίου, σπίρτων
Σιγαροχάρτου , ναξίας σμύριδος
12.300.000
2)
Φόρος κατανάλωσης καπνού
6.600.000
3)
Τέλη χαρτοσήμου
10.000.000
4)
Δασμοί τελωνείου Πειραιώς
10.700.000
ΣΥΝΟΛΟ
39.600.000
Σε περίπτωση που δεν θα επαρκούσαν οι πρόσοδοι αυτές , προβλέπονταν επικουρικές εγγυήσεις :
ΠΡΟΒΛΕΠΟΜΕΝΑ ΕΣΟΔΑ ΣΕ ΔΡΑΧΜΕΣ
1)
Δασμοί τελωνείου Λαυρίου
1.500.000
2)
Δασμοί τελωνείου Πατρών
2.400.000
3)
Δασμοί τελωνείου Βόλου
1.700.000
4)
Δασμοί τελωνείου Κέρκυρας
1.600.000
ΣΥΝΟΛΟ
7.200.000
(Εκδοτική Αθηνών , Τόμος ΙΔ` Σελ. 164).

Θεόδωρος Δηλιγιάννης
Επίσης η Δ.Ο.Ε. θα είχε το δικαίωμα να εποπτεύει , να διορίζει ελεγκτές , αλλά και αν αντιλαμβάνεται ότι πάει να ξεγελαστεί να διενεργεί επιθεωρήσεις…Επιπροσθέτως οποιαδήποτε μετατροπή της συμφωνίας θα μπορούσε να επιτευχθεί μόνο με την συναίνεση και των έξι χωρών που ήταν μέλη της διεθνούς επιτροπής. Τελικά οι μεγάλες κερδισμένες θα είναι οι Βρετανία (Αγγλία) και Γαλλία , αφού οι Γερμανία και Αυστροουγγαρία θα αποπεμφθούν κατά την διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου πολέμου (1914-18) , η Ρωσία θα αποχωρήσει μόνη της μετά την επικράτηση των κομμουνιστών στη χώρα το 1917 , όπως και η Ιταλία που θα αποχωρήσει οικειοθελώς μετά το τέλος του πολέμου το 1919. Η Κυβέρνηση το Φθινόπωρο του 1897 θα συστήσει δωδεκαμελή επιτροπή (και με ανακριτικά δικαιώματα) βασικός σκοπός της οποίας θα ήταν η εξακρίβωση των αιτιών της επαίσχυντης ήττας …Παράλληλα σχηματίζονταν και επιτροπές που θα εξέταζαν παραλείψεις και λάθη τόσο σε στρατό και ναυτικό (με την δυνατότητα και αποτάξεων ή αποστρατειών) όσο και στις διοικητικές και δικαστικές αρχές του κράτους. 



Όμως παρά την καλή θέληση ορισμένων , οι επιτροπές δεν θα προσφέρουν κάτι ουσιαστικό όχι μόνο γιατί έλειπε η πολιτική βούληση , αλλά και γιατί οι περισσότεροι δεν θα μπορέσουν τελικά να απεγκλωβιστούν από τις μικροκομματικές και προσωπικές επιδιώξεις τους. Έτσι για σημαντικό χρονικό διάστημα θα υπάρχουν συνεχείς αντεγκλήσεις με  εκατέρωθεν καταγγελίες για λάθη και ευθύνες με την κάθε πλευρά να παρουσιάζει διαφορετικό πόρισμα για τα γεγονότα , με αποτέλεσμα `` μια τρύπα στο νερό ``. 



* (Κάθε ομοιότητα με την λειτουργία αντίστοιχων επιτροπών εν έτη 2010-12 και το ανάλογο αποτέλεσμα τους τόσο για τις ευθύνες που οδήγησαν τη χώρα στην ουσιαστική χρεωκοπία όσο και για την αποσαφήνιση πολλών κακώς κειμένων στη χώρα , μάλλον δεν θα πρέπει να  θεωρηθεί τυχαία...).



Στέφανος Σκουλούδης
Η Κυβέρνηση Ζαΐμη έχοντας πάντως ολοκληρώσει το έργο της προκήρυξε εκλογές για τις 7 Φεβρουαρίου 1899. Μάλιστα ο Ζαΐμης θα αποφασίσει τελικά να κατέβει και ο ίδιος ως επικεφαλής νέου κόμματος. Στις εκλογές εκτός του Ζαΐμη θα κατέβαιναν τόσο οι Δηλιγιάννης και Ράλλης αλλά για πρώτη φορά και ο Θεοτόκης ως άτυπος συνεχιστής του Τρικουπικού κόμματος. Ο θάνατος του Τρικούπη το 1896 είχε αφήσει ορφανό το Τρικουπικό κόμμα και οι μετέπειτα εξελίξεις του πολέμου άφησαν το ζήτημα αυτό σε εκκρεμότητα… Έτσι όταν τα πράγματα μπήκαν σε μία σειρά τέθηκε και το ζήτημα διαδοχής με τις υποψηφιότητες να είναι άτυπα τρεις , αυτή του Θεοτόκη και εκείνες του Στέφανου Δραγούμη και Στέφανου Σκουλούδη. Ο Θεοτόκης θα καταφέρει τελικά να υπερισχύσει στην κούρσα διαδοχής , τιθέμενος επικεφαλής του άτυπου Τρικουπικού κόμματος. Ο Θεοτόκης που θεωρείτο χρηστός πολιτικός θα καταφέρει να πετύχει μια εύκολη νίκη στις εκλογές (Οι Δηλιγιάννης και Ράλλης θα καταποντιστούν, ενώ για τον Ζαΐμη παρά την θετική εικόνα που είχε σχηματιστεί για αυτόν, υπήρχε ο φόβος της μετεκλογικής συνεργασίας με τον Δηλιγιάννη γεγονός καθοριστικό για εκείνον…) αναλαμβάνοντας καθήκοντα  Πρωθυπουργού. 



Ενδεικτικό γεγονός του καταποντισμού των Δηλιγιάννη και Ράλλη μας δίνει η ψήφος των βουλευτών για την ανάδειξη του νέου προεδρείου της βουλής. Ο υποψήφιος του Θεοτόκη πήρε 128 ψήφους , ενώ οι υποψήφιοι του Δηλιγιάννη και Ζαΐμη  πήραν 37 και 28 ψήφους αντίστοιχα. Βρέθηκαν ακόμη 31 λευκά ψηφοδέλτια (μεταξύ αυτών και εκείνο του Δραγούμη που θα δήλωνε πια ανεξάρτητος). Πλέον στις πλάτες του Θεοτόκη (κυρίαρχη πολιτική προσωπικότητα για την επόμενη δεκαετία) θα στηριζόταν η χώρα για να πετύχει την ανασύνταξη της …

Τετάρτη 10 Δεκεμβρίου 2014

ΜΥΣΤΡΑΣ




Ο Μυστράς ήταν Βυζαντινή πολιτεία της Πελοποννήσου, πολύ κοντά στη Σπάρτη. Σήμερα είναι ερειπωμένος, αν και έχουν αναστηλωθεί ορισμένα κτίσματα, και αποτελεί πολύτιμη πηγή για τη γνώση της ιστορίας, της τέχνης και του πολιτισμού των δύο τελευταίων αιώνων του Βυζαντίου. 


Η ιστορία "της νεκρής πολιτείας" σήμερα του Μυστρά αρχίζει από τα μέσα του 13ου αιώνα, όταν συμπληρώθηκε η κατάκτηση της Πελοποννήσου από τους Φράγκους. Το 1249 ο Γουλιέλμος Β' Βιλλαρδουίνος έκτισε το κάστρο του στην ανατολική πλευρά του Ταϋγέτου, στην κορυφή ενός υψώματος με απότομη και κωνοειδή μορφή, που λεγόταν Μυστράς ή Μυζυθράς.


Ο Μυστράς εξελίχθηκε σε μια σπουδαία καστροπολιτεία και έγινε πρωτεύουσα του Δεσποτάτου του Μωρέως. Συνέχισε να είναι σημαντική πόλη στους επόμενους αιώνες μέχρι τα πρώτα μεταεπαναστατικά χρόνια, οπότε εγκαταλείφθηκε.
Σήμερα ο Μυστράς είναι μακράν το πιο σημαντικό Βυζαντινό μνημείο στην Ελλάδα.

Τοποθεσία & Στρατηγική Σημασία



Το κάστρο βρίσκεται σε απότομο ύψωμα που δεσπόζει στην εύφορη κοιλάδα του Ευρώτα, έξι χιλιόμετρα δυτικά της Σπάρτης
Είναι πολύ πιθανό, ο βασικός λόγος για την απόφαση των Φράγκων να χτίσουν κάστρο σε αυτό το σημείο να ήταν η γειτνίαση με την αρχαία Σπάρτη. Για τους Φράγκους , πολύ περισσότερο από ό,τι για τους Βυζαντινούς, η κτήση ενός κάστρου ήταν κάτι περισσότερο από στρατηγική επιλογή. Ήταν κυρίως επίδειξη δύναμης και σύμβολο επιτυχίας. Ιδιαίτερα ένα κάστρο στη Σπάρτη θα πρέπει να είχε πρόσθετη συμβολική αξία για τους Δυτικούς και να προσέδιδε ακόμα μεγαλύτερο κύρος και μάλιστα διεθνώς.


Το Όνομα του Κάστρου



Το ύψωμα στο οποίο χτίστηκε το κάστρο είχε απότομη και κωνοειδή μορφή και ονομαζόταν Μυζυθράς , και μετά από παραφθορά, Μυστράς. Το «Μυζυθράς» προέρχεται είτε από το όνομα παλαιότερου ιδιοκτήτη που λεγόταν Μυζηθράς είτε -το πιο πιθανό- οφείλεται στο σχήμα του που θυμίζει μαστό (αρχαιοελληνικά=μαζός). Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, ο λόφος πήρε αυτό το όνομα από το ομώνυμο τυρί, λόγω σχήματος.

Ιστορία

 

Η ίδρυση του Μυστρά συνδέεται με την πρώτη άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους της Δ΄ Σταυροφορίας το 1204: η Βυζαντινή Αυτοκρατορία κατακερματίζεται και η Πελοπόννησος παραχωρείται στη φράγκικη οικογένεια των Βιλλεαρδουίνων.
Ήταν ο πρίγκηπας της Αχαΐας Γουλιέλμος Β΄ Βιλλεαρδουίνος αυτός που ίδρυσε το Μυστρά εγκαινιάζοντας μία ένδοξη και πολυκύμαντη ιστορική διαδρομή έξι αιώνων. Το 1249 ο Φράγκος ηγεμόνας έκτισε στον λόφο του Μυζυθρά το περίφημο ομώνυμο κάστρο, το οποίο έμελλε πολύ σύντομα να εξελιχθεί σε μοναδική καστροπολιτεία και μία από τις σημαντικότερες υστεροβυζαντινές πόλεις.

Το 1259, στη μάχη της Πελαγονίας, ο Φράγκος πρίγκιπας συλλαμβάνεται αιχμάλωτος. Για την απελευθέρωσή του ο βυζαντινός αυτοκράτορας Μιχαήλ Η' Παλαιολόγος απαιτεί ως λύτρα την παράδοση των κάστρων της Μονεμβασίας, της Μαΐνης και του Μυζηθρά, τα οποία και παραδίδονται τρία χρόνια αργότερα, το 1262. Ο Μυστράς γίνεται έδρα βυζαντινού στρατηγού του «σεβαστοκράτορος» και από τότε άρχισε η κυρίως ιστορική περίοδός του, που διήρκεσε δύο αιώνες. Οι κάτοικοι της γειτονικής Λακεδαίμονος έρχονται και εγκαθίστανται γύρω από το κάστρο, γι' αυτό και η κατοικημένη περιοχή, που ονομάζεται Χώρα οχυρώθηκε με τείχος. Συν τω χρόνω, δημιουργήθηκε και νέα συνοικία, έξω από το τείχος, που ονομάστηκε Kάτω Xώρα και προστατεύθηκε επίσης με τείχος.
Το 1289 η ''κεφαλή'', ο επαρχιακός διοικητής των βυζαντινών κτίσεων της Πελοποννήσου, μεταφέρει την έδρα του από τη Μονεμβασία στο Μυστρά. Από το 1308 το σύστημα της διοικήσεως μεταβάλλεται και οι στρατηγοί γίνονται μόνιμοι διοικητές, ενώ το 1349 ο Μυστράς γίνεται η πρωτεύουσα του ημιαυτόνομου Δεσποτάτου του Μορέως με πρώτο ''Δεσπότη'' τον Μανουήλ Καντακουζηνό (1349-1380), γιο του αυτοκράτορα Ιωάννη Στ΄.

Το 1383 τη δυναστεία των Καντακουζηνών διαδέχεται στο Μυστρά η αυτοκρατορική οικογένεια των Παλαιολόγων με πρώτο εκπρόσωπό της τον Θεόδωρο Α΄ Παλαιολόγο (1380/1-1407).
Η συνετή διοίκηση συνετέλεσε ώστε ο Μυστράς να επεκτείνει την εξουσία του σε όλη την Πελοπόννησο και να γίνει εστία της πολιτικής και πνευματικής ζωής της αυτοκρατορίας, καθώς και το κέντρο της αναγεννήσεως των γραμμάτων και των τεχνών. Σοφοί, καλλιτέχνες και λόγιοι συγκεντρώνονταν στην αυλή του Δεσπότου, σπουδαιότερος και σημαντικότερος απ' όλους, ο Γεώργιος Γεμιστός ή Πλήθων.

Ξεχωριστή θέση ανάμεσα στους Δεσπότες του Μυστρά κατέχει ο Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Παλαιολόγος (1443-1448), προτελευταίος στη σειρά Δεσπότης, ο οποίος, έχοντας διαδεχθεί στον αυτοκρατορικό θρόνο τον αδελφό του Ιωάννη Η΄ (1425-1448), θα σκοτωθεί στην πολιορκία και άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους το 1453.
Το 1460 ο Μυστράς θα παραδοθεί στον Μωάμεθ Β’ από τον τελευταίο Δεσπότη Δημήτριο Παλαιολόγο. Από το 1460 έως το 1540 ο Μυστράς, πρωτεύουσα πλέον του Οθωμανικού σαντζακίου της Πελοποννήσου, γίνεται ένα από τα πιο σημαντικά κέντρα παραγωγής και εμπορίας μεταξιού της ανατολικής Μεσογείου. Μικρή διακοπή στη μακραίωνη τουρκική κατοχή αποτελεί η περίοδος της Ενετοκρατίας, από το 1687 έως το 1715, περίοδο κατά την οποία όλη η Πελοπόννησος ήταν Ενετική.
Το 1770, κατά την επανάσταση του Ορλώφ, ένα μικρό στράτευμα Ελλήνων και Ρώσων πολιόρκησε την τουρκική φρουρά μέσα στο κάστρο. Τότε οι Τούρκοι κάτοικοι της πόλεως, αν και παραδόθηκαν με τον όρο να εξέλθουν με τις οικογένειές τους, κατά την έξοδό τους σφαγιάστηκαν από τους απείθαρχους Μανιάτες. Η σφαγή σταμάτησε μόνο χάρη στον τότε Μητροπολίτη που μπήκε στη μέση κρατώντας ένα σταυρό. Με τη λήξη των Ορλωφικών, ο Μυστράς καταστράφηκε από τους Τουρκαλβανούς που τον ανακατέλαβαν, και τότε άρχισε η οριστική πτώση. 

Στην επανάσταση του 1821 η συμμετοχή του Μυστρά είναι σημαντική. Το 1825 λεηλατήθηκε από τους Αιγυπτίους του Ιμπραήμ και από τότε σιγά σιγά εγκαταλείφθηκε και ιδρύθηκε ο νέος Μυστράς, το σημερινό ομώνυμο χωριό στους πρόποδες του λόφου. Με την ίδρυση του ελεύθερου κράτους, οι Αρχές της επαρχίας Λακωνίας εγκαταστάθηκαν στον ερειπωμένο Μυστρά, λίγο όμως αργότερα, το 1834 ο Βασιλιάς Όθων θεμελίωσε τη νέα πόλη, τη Σπάρτη, επί του πρώτου πολεοδομικού σχεδίου που εκπονήθηκε στην Ελλάδα, μετά από αίτηση των κατοίκων του Μυστρά να επανασχεδιαστεί η πόλη της Σπάρτης. Ο σχεδιασμός είχε ήδη δρομολογηθεί από τον Ιωάννη Καποδίστρια πριν τη δολοφονία του. Από τότε ο Μυστράς ουσιαστικά ερημώνεται.
Οι τελευταίοι κάτοικοί του θα εγκαταλείψουν την καστροπολιτεία το 1953 μετά την απαλλοτρίωση του χώρου από το ελληνικό κράτος. Είχε προηγηθεί, το 1921, η κήρυξη του χώρου με βασιλικό διάταγμα ως προέχον βυζαντινό μνημείο.
Το 1989 με απόφαση της αρμόδιας επιτροπής της Unesco, ο Μυστράς εγγράφεται ως πολιτιστικό αγαθό στον κατάλογο της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς. 


Δομικά, Αρχιτεκτονικά, Οχυρωματικά Στοιχεία

Η διάταξη της καστροπολιτείας είναι σε σε τρεις διακεκριμένες ζώνες, με σημαντική διαφορά υψομέτρου: Άνω, Κάτω και Έξω Χώρα. Επιπλέον υπάρχει και η ακρόπολη στην κορυφή.
Στην Άνω Χώρα ξεχωρίζουν τα Παλάτια των Δεσποτών. Έχουν χτιστεί σε διαφορετικές περιόδους (13ος-15ος αιών) και σχηματίζουν ένα μεγάλο συγκρότημα όπου δεσπόζει η αίθουσα του θρόνου.
Στην Κάτω Χώρα ξεχωρίζει η Μητρόπολη, δηλαδή ο ναός του Αγίου Δημητρίου, όπου στέφθηκε στις 6 Ιανουαρίου 1449 ο τελευταίος αυτοκράτορας του Βυζαντίου, ο Κωνσταντίνος ΙΑ΄Παλαιολόγος.
Άλλες εκκλησίες που ξεχωρίζουν:
Η Μονή Βροντοχίου που ίδρυσε ο ηγούμενος Παχώμιος. Περιλαμβάνει τους ναούς των Αγίων Θεοδώρων (1290-1295) και την Οδηγήτρια ή «Αφεντικό» (1312-1322) όπου διασώζονται εξαιρετικές τοιχογραφίες.
Η Περίβλεπτος, εκκλησία που έχει προσαρτηθεί σε σπηλαιώδη βράχο.
Η Ευαγγελίστρα, μικρός και κομψός ναός με ταφικά προτειχίσματα.
Η Παντάνασσα, αριστουργηματική κατασκευή του πρωτοστράτορα Ιωάννη Φραγγόπουλου με περίτεχνο διάκοσμο.

Το Φράγκικο κάστρο στην κορυφή δεσπόζει σε όλο το βράχο. Είναι προσβάσιμο από την Άνω Χώρα και απαιτεί πεζοπορική ανάβαση 10-20 λεπτών.
Στο Μυστρά υπάρχει και αρχαιολογικό μουσείο που στεγάζεται σε διώροφο πέτρινο κτίριο του 1754, με ενδιαφέροντα χειρόγραφα, κοσμήματα, ανάγλυφα και άλλα Βυζαντινά εκθέματα.

Σημερινή Κατάσταση

Το κάστρο είναι ερειπωμένο σε μεγάλο βαθμό αλλά γίνονται συνεχώς εργασίες συντήρησης και αξιοποίησης. Ήδη έχουν αποκατασταθεί παλάτια και εκκλησίες.

ΠΗΓΗ http://www.kastra.eu