Δευτέρα 26 Αυγούστου 2013

ΤΟ ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΤΗΣ ΝΑΥΠΗΓΗΣΗΣ ΦΡΕΓΑΤΩΝ ΣΤΗΝ ΑΜΕΡΙΚΗ (1824)




Το σκάνδαλο ναυπήγησης των φρεγατών αποτελεί ένα από τα πρώτα μεγάλα οικονομικά σκάνδαλα στην νεώτερη ιστορία του ελληνικού κράτους έχοντας άμεση σχέση με την διαχείριση του αγγλικού δανείου του 1824. Επρόκειτο για μια εμπορική σύμβαση μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και των Αμερικανών ναυπηγών σύμφωνα με την οποία η Ελλάδα παρήγγειλε μια σειρά ατμοκίνητων πολεμικών πλοίων μεταξύ των οποίων και δύο φρεγάτες. Κατά τη διάρκεια όμως της ναυπήγησης οι Αμερικανοί ναυπηγοί χρησιμοποιώντας την εκεί νομοθεσία καθώς και άλλα αθέμιτα μέσα απαίτησαν μεγαλύτερα από τα ήδη συμφωνημένα ποσά καθυστερώντας την ναυπήγηση των πλοίων. Τελικά, ύστερα από παρέμβαση της ίδιας της αμερικανικής κυβέρνησης, κατέστη δυνατό να παραδοθεί μια μόνο φρεγάτα (Ελλάς). Σημαντικό ρόλο διαδραμάτισε ο απεσταλμένος της ελληνικής κυβέρνησης στις ΗΠΑ, Αλέξανδρος Κοντόσταυλος, ο οποίος κατηγορήθηκε οτι εξαγοράστηκε από τους Αμερικανούς.
Η καθυστέρηση της ναυπήγησης είχε ως αποτέλεσμα την μη ενίσχυση της άμυνας του Μεσολογγίου καθώς και την εξάντληση μεγάλου μέρους του αγγλικού δανείου. Για την ναυπήγηση της μιας φρεγάτας υπολογίζεται ότι το κόστος ανήλθε στα 750.000 δολλάρια, δηλαδή λίγο διπλάσιο από το αρχικά συμφωνημένο ποσό.
Η φρεγάτα ΕΛΛΑΣ


Παραγγελία και καθυστέρηση

Οι ανάγκες του εθνικού αγώνα επέβαλαν την ισχυροποίηση του εθνικού στόλου. Ο Άστινγκς είχε προτείνει να κατασκευαστεί ατμοκίνητος πολεμικός στόλος ενώ και ο Ανδρέας Μιαούλης ζητούσε επίμονα την ενίσχυση του στόλου. Έτσι αποφασίστηκε το ποσό του δεύτερου δανείου του Λονδίνου να αφιερωθεί στο εξοπλισμό ενός ατμοκίνητου στόλου. Στις 24 Αυγούστου 1824 η επιτροπή του Λονδίνου, ύστερα από απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης, ξεκίνησε διαπραγματεύσεις για την αγορά 8 φρεγατών των 18 πυροβόλων προκειμένου να αυξηθεί η δυναμική του ελληνικού στόλου. Τα μέλη της επιτροπής, αφού ήρθαν σε επαφή με τον Ουίλιαμ Μπάγιαρντ, πρόεδρο του φιλελληνικού κομιτάτου στη Νέα Υόρκη και διευθυντή του ναυπηγικού συνεταιρισμού "Leroy, Bayard and Co", αποφάσισαν να στείλουν τον Γάλλο συνταγματάρχη Λαλεμάν στις ΗΠΑ για να κλείσει την συμφωνία. Τελικώς αποφασίστηκε η ναυπήγηση δύο φρεγατών των 50 κανονιών και έξι μικρότερων πλοίων σε διάστημε έξι μηνών έναντι 155.000 λιρών. Τα ναυπηγεία που θα αναλάμβαναν την παραγγελία ήταν των Λερόυ και Μπάγιαρντ καθώς και των αδερφών Χάουλαντ. Σε αυτό το σημείο αξίζει να σημειωθεί ότι οι Αμερικανοί, χωρίς να ενημερώσουν κανέναν αρμόδιο, διόρισαν τον Σώνσεϋ επιθεωρητή της κατασκευής των πλοίων με ετήσιο μισθό 12.000 δολάρια. Στις 15 Ιουνίου 1825 η επιτροπή του Λονδίνου, που διαχειριζόταν μέρος του δανείου, επικύρωσε την παραγγελία.
ΕΛΛΑΣ και ΚΑΡΤΕΡΙΑ
Τα αμερικανικά ναυπηγεία παράτυπα έδωσαν τις παραγγελίες σε άλλα ναυπηγεία ενώ παράλληλα έλαβαν τα χρήματα, τα οποία είχαν ζητήσει. Στη συνέχεια ειδοποίησαν την ελληνική κυβέρνηση ότι τα πλοία δεν θα μπορούσα να παραδοθούν πριν τον Νοέμβριο του 1825 επεκτείνοντας στη συνέχεια την αδυναμία παράδοσής τους για τα τέλη Μαρτίου 1826 Αργότερα δε απαίτησαν άλλες 50.000 λίρες προκειμένου να συνεχίσουν την ναυπήγηση. Αδυνατώντας η κυβέρνηση να βρει χρήματα για να ικανοποιήσει τους Αμερικανούς, αποφασίστηκε η αποστολή του τραπεζίτη Αλέξανδρου Κοντόσταυλου στη Νέα Υόρκη. Στη συνάντηση με τους Μπάγιαρντ και Χάουλαντ ο Κοντόσταυλος πληροφορήθηκε τις υπερβολικές απαιτήσεις τους, σύμφωνα με τις οποίες η Ελλάδα όφειλε για την αποπεράτωση της μίας φρεγάτας 396.090 δολλάρια. Οι Αμερικανοί προχωρώντας ακόμα περισσότερα άρχισαν να εκβιάζουν τον Κοντόσταυλο επικαλούμενοι το άρθρο 3 ενός νόμου που είχε ψηφιστεί στις 20 Απριλίου 1818 και κατά το οποίο οποιοσδήποτε παράγγελνε στις ΗΠΑ την κατασκευή πλοίου, το οποίο στο μέλλον επρόκειτο να χρησιμοποιηθεί από κράτος εναντίον άλλου κράτους, με το οποίο οι ΗΠΑ βρίσκονταν σε ειρήνη αυτός καταδικαζόταν σε πρόστιμο και απειλείτο με φυλάκιση μέχρι τρία χρόνια. Η ελληνική κυβέρνηση βέβαια δεν γνώριζε για τον συγκεκριμένο νόμο. Έτσι οι Αμερικανοί εκβίασαν τον Κοντόσταυλο ζητώντας του επιπλέον 50.000 λίρες. Σε διαφορετική περίπτωση η κυβέρνηση θα κατείσχε τα πλοία ή αν δεν το έκανε, θα τα πουλούσαν σε δημοπρασία. Παρά τις όποιες προσπάθειες του Κοντόσταυλου, δεν κατέστη εφικτό να βρεθεί κάποια λύση. Απευθύνθηκε λοιπόν στον Έμετ, γνωστό δικηγόρο της Νέας Υόρκης, ο οποίος όμως καθόλου δεν τον βοήθησε καθώς διατηρούσε στενές επαφές με τον εμπορικό κύκλο της πόλης.
Έχοντας συστατική επιστολή του Αδαμάντιου Κοραή για τον Έβερετ, αντιπρόσωπο στο Κογκρέσο, ο Κοντόσταυλος επιδίωξε συνάντηση. Πράγματι ο Έβερετ, όχι μόνο ενδιαφέρθηκε για το θέμα, αλλά κατάφερε να κανονίσει συνάντηση με τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Τζον Κουίνσι Άνταμς. Με ενέργειες του τελευταίου το Κογκρέσο αποφάσισε την αγορά της μιας φρεγάτας έτσι ώστε να αφήσουν οι ναυπηγοί την άλλη να αποπλεύσει. Οι ναυπηγοί όμως πάλι δημιουργούσαν προβλήματα με αποτέλεσμα ο Κοντόσταυλος να προσφύγει στα δικαστήρια ζητώντας διαιτησία. Αν και αρχικά αρνήθηκαν, στο τέλος έκαναν δεκτό το αίτημα με βασικούς όρους η διατησία να γίνει στη Νέα Υόρκη και οι διαιτητές να κατάγονται από εκεί. Το συμφωνητικό υπογράφηκε στις 23 Ιουνίου 1826. Παράλληλα ο Κοντόσταυλος ζήτησε από τον υπουργό ναυτικών των ΗΠΑ να επισπεύσει την αγορά της μιας φρεγάτας.
Ο Αλέξανδρος Κοντόσταυλος
Η απόφαση του δικαστηρίου δεν ήταν θετική για την Ελλάδα. Ουσιαστικά δικαίωνε τους ναυπηγούς ζητώντας τους να μειώσουν τις απαιτήσεις τους από 396.090 σε 156.859 δολάρια. Ο πρόεδρος του δικαστηρίου Τζόνας Πρατς (Jonas Pratt) κατηγορήθηκε από τον ξένο τύπο, αλλά και από ιστορικούς , ότι είχε χρηματισθεί από τους ναυπηγούς προκειμένου να εκδώσει ευνοϊκή για αυτούς απόφαση. Οι εφημερίδες της εποχής αποδοκίμασαν την απόφαση ενώ οι "Times" της Νέας Υόρκης τον αποκάλεσαν ειρωνικά "Αμερικανό Σολομώντα". Από τις δύο φρεγάτες, η μια απέπλευσε για την Ελλάδα, και ονομάστηκε "Ελλάς", η δε άλλη που αγοράστηκε από το αμερικανικό κογκρέσο ονομάστηκε "Χόουπ". Σχετικά με το θέμα οι δικηγόροι της ελληνικής πλευράς, Τζων Ντουερ και Ρόμπερτ Σέντγουικ, δημοσίευσαν αναφορά για το θέμα με τίτλο: "An examination of the controversy between the Greek Deputies and two mercantile Houses of New York, together with a Review of the publications on the subject, etc: etc 1827".

Απόπλους και ανταρσία

Το πλοίο συνάντησε μια ακόμα δυσκολία για να αποπλεύσει καθώς χρειαζόταν εγγύηση 600.000 ταλήρων. Τελικά χάρις την βοήθεια του Ρόμπερτ Σέντγουικ συγκεντρώθηκε το ποσό και το πλοίο απέπλευσε από τη Νέα Υόρκη. Υπεύθυνοι για το ταξίδι ορίστηκαν οι υποπλοίαρχοι Φράνσις Γκρέγκορυ και Τζον Σμιθ. Το πλήρωμα αποτελείτο από 150 ναύτες, αν και ήταν προφανές οτι χρειαζόταν τουλάχιστον το διπλάσιο για να καλυφθούν οι υπάρχουσες ανάγκες. Η οικονομική όμως στενότητα ανάγκασε τον Κοντόσταυλο να μην προσλάβει άλλους ερχόμενος σε ρήξη με τον Φράνσις Γκρέγκορυ. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού πραγματοποιήθηκε στάση των ναυτών με αφορμή την απαγόρευση χορήγησης ποτού. Το πλοίο αφίχθη στο Ναύπλιο τον Δεκέμβριο του 1826, περίοδος δηλαδή έντονων παθών και αντιπαραθέσεων μεταξύ των πολιτικών ομάδων. Ο Κοντόσταυλος αναχώρησε για την Αίγινα προκειμένου να συναντήσει την διοικητική επιτροπή. Εν τη απουσία του ανακαλύφθη νέα συνωμοσία, τα μέλη της οποίας είχαν ως σκοπό να πουλήσουν το πλοίο στον Ιμπραήμ. Ο πλοίαρχος Γκρέγκορυ όμως αντιλαμβανόμενος εγκαίρως τις προθέσεις μέρους του πληρώματους τους συνέλαβε και τους έστειλε στον Έδουαρδ Μάσσωνα.
Στη συνέχεια η διοίκηση του σκάφους ανατέθηκε στον Ανδρέα Μιαούλη ενώ στο πλοίο βρισκόντουσαν ήδη ο αξιωματικός Ρόδιος με 30 στρατιώτες. Η διοικητική επιτροπή στην Αίγινα ευχαρίστησε τον Κοντόσταυλο για το έργο του και του προσέφερε 400 λίρες αποζημίωση για την διαμονή του στις ΗΠΑ.

                                                              ΦΡΕΓΑΤΑ ΕΛΛΑΣ
Χαρακτηριστικά
Ένταξη σε υπηρεσία 1826
Παροπλισμός 1 Αυγούστου 1831
Κατάληξη Πυρπολήθηκε
Γενικά Χαρακτηριστικά
Εκτόπισμα 1660 τόνων
Μήκος 180 πόδια
Πλάτος 45 πόδια
Οπλισμός 48 πυροβόλα των 16 λιβρών και 16 ολμοπυροβόλα (καρρονάδες) των 42 λιβρών
Έξοδα κατασκευής 750,000 δολάρια

Κατηγορίες κατά Κοντόσταυλου

Λίγα χρόνια μετά την επιστροφή του Αλέξανδρου Κοντόσταυλου στην Αθήνα, κατασκευάστηκε για λογαριασμό του ίδιου, κοντά στην πλατεία κλαυθμώνος, στο μέρος που βρίσκεται σήμερα το κτίριο της παλαιάς βουλής, ένα πολυτελέστατο μέγαρο, στο οποίο εγκαταστάθηκε ο Όθων και το οποίο χρησιμοποιήθηκε για την στέγαση της βουλής και της γερουσίας μέχρι το 1854, οπότε και καταστράφηκε από πυρκαγιά. Το γεγονός αυτό δημιούργησε καχυποψίες στον λαό τραυματίζοντας ανεπανόρθωτα την υπόληψη του Κοντόσταυλου. Μεγάλη μερίδα του κόσμου θεώρησε ότι τα χρήματα για την κατασκευή του μεγάρου προήλθαν από το αγγλικό δάνειο για την ναυπήγηση των πλοίων στην Αμερική. Υπάρχει μάλιστα και το εξής σατυρικό τετράστιχο.
Ο οίκος σου Κοντόσταυλε
μακρόθεν ομοιάζει
τρίκροτον εξ Αμερικής
εξ ού αυτός πηγάζει

Το 1835 επί Όθωνα, και συγκεκριμένα την εποχή της αντιβασιλείας, κατηγορήθηκε από τους εχθρούς του για διαφθορά τόσο για την ναυπήγηση των πλοίων όσο και την αγορά του νομισματοκοπείου. Εκ της κατηγορίας εκείνης καταδικάστηκε με την υπ'αριθμόν 175 απόφαση της 3ης Οκτωβρίου 1835 να επιστρέψει 174.000 δραχμές. Η καταδίκη αυτή τον εξανάγκασε να καταφύγει στην Κωνσταντινούπολη. Μετά την επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου επέστρεψε στην Ελλάδα όπου μετά την επανάληψη της δίκης αποκαταστάθηκε πλήρως. Ο ιστορικός Τάσος Βουρνάς θεωρεί ότι ο Κοντόσταυλος εξαγοράστηκε με μεγάλα χρηματικά ποσά από τους Αμερικανούς για να μην εφαρμόσει τις ρήτρες της συμφωνίας και ισχυρίζεται ότι έτσι βρήκε τα χρήματα για να κατασκευάσει το μέγαρο στην πλατεία κλαυθμώνος. Αντίθετα ο Ανδρέας Ανδρεάδης, ο οποίος ασχολήθηκε με την υπόθεση, δεν θεωρεί ότι ευσταθούν οι κατηγορίες κατά του Κοντόσταυλου, αντίθετα εξαίρει τον πατριωτισμό του και τη ευθυκρισία του.
Για την υπόθεση ο Κοντόσταυλος εξέδωσε το βιβλίο «Περί των εν Αμερική ναυπηγηθεισών φρεγατών και του εν Αιγίνη νομισματοκοπείου» (Πειραιάς 1855).

Επίλογος

Σχετικά με το όλο θέμα ο Γκόρντον παρατηρεί ότι στη δυτική πλευρά του Ατλαντικού οι Έλληνες βρήκαν πολύ πιο άτιμη μεταχείριση από μερικούς που προσποιούνταν τους φίλους τους, ο δε Ανδρεάδης ότι η τύχη για την επανάσταση θα ήταν διαφορετική αν εις τα εν Αγγλία σκάνδαλα δεν προσετίθεντο και τα εν Αμερική συμβάντα. Ο Τζορτζ Φίνλεϊ στο ιστορικό έργο του θεωρεί ότι η Ελλάδα ζημιώθηκε περισσότερο από εκείνους που ονομάζανε τους εαυτούς τους φιλέλληνες στην Αγγλία και την Αμερική. Ο Αμερικανός φιλέλληνας Χάου θεωρεί οτι 450.000 δολλάρια από τα 750.000 δολλάρια "φαγώθηκαν" από Αμερικανούς πολίτες.
Συνέπεια της καθυστέρησης της ναυπήγησης των πλοίων ήταν η μη ενίσχυση της άμυνας του Μεσολογγίου αλλά και η καθυστέρηση απόκτησης ατμοκίνητου στόλου. Για την ιστορία η φρεγάτα Ελλάς που τελικά κατάφερε να ναυπηγηθεί και να φτάσει στην Ελλάδα πυρπολήθηκε στα γεγονότα της ανταρσίας της Ύδρας (1831) από τον ναύαρχο Ανδρέα Μιαούλη και ενώ βρισκόταν αγκυροβολημένη στο ναύσταθμο στον Πόρο.

ΠΗΓΗ http://el.wikipedia.org

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου