MAMINA RITORNERO...
Μανούλα θα επιστρέψω…
Μια απίστευτη ιστορία, μια απίστευτη τραγωδία…
Κείμενο / Φωτό: Βασίλης Μεντόγιαννης
Ιστορικά αρχεία Oria: Αριστοτέλης Ζερβούδης
Επιμέλεια κειμένου: Ελένη Βλαζάκη
Μεταφράσεις από τα γερμανικά αρχεία: Γιώργος Κουτσουφλάκης / Εφορία Εναλίων Αρχαιοτήτων
Συντήρηση ευρημάτων: Παναγιώτης Μαρκόπουλος / Μουσείο Πολεμικής Αεροπορίας
Σε
όλες τις βιβλιογραφίες, σε όλες τις αναφορές που διάβασα, πουθενά δεν
αναφέρεται το ναυάγιο αυτό. Φαίνεται πως στο εξωτερικό ελάχιστα πράγματα
είναι γνωστά. Εμείς αρχικά μάθαμε για αυτό μελετώντας τυχαία, ένα
βιβλίο σχετικά με τη Λέρο. Διαβάζουμε λοιπόν για ένα ναυάγιο που έγινε
στο νησί Πάτροκλος, με 4.184 νεκρούς Ιταλούς αιχμαλώτους!
Αναλογιστείτε το μέγεθος όταν το «Τιτανικός» είχε 1.503 νεκρούς.
Αμέσως ξεκινήσαμε πιο μεθοδικά την έρευνά μας, για να εντοπίσουμε το στίγμα του ναυαγίου.
Έχοντας προσδιορίσει μια συγκεκριμένη θαλάσσια περιοχή, για αρκετό καιρό δεν εντοπίσαμε τίποτε.
Παρ’
όλες τις πληροφορίες που είχαμε για το ακριβές σημείο του ναυαγίου, δεν
είχαμε καμιά ένδειξη ότι βρισκόμαστε τουλάχιστον κοντά. Πέρασε αρκετός
καιρός όταν είδαμε σε μικρό βάθος, κάτι λαμαρίνες στο βορινό σημείο του
νησιού, πολύ κοντά στην περιοχή που ψάχναμε. ΩΣ
τότε αγνοούσαμε και ούτε είχε περάσει από το μυαλό μας, ότι το ναυάγιο
μπορεί να είχε ανελκυστεί για σκραπ. Αυτός ήταν και ο λόγος που στο
ηχοβολιστικό δεν παρουσιαζόταν κανένα ισχυρό ίχνος. Ακολουθώντας τις
λαμαρίνες, το ναυάγιο εντοπίστηκε γρήγορα, με την πρώτη προσπάθεια.
Κατευθυνόμενοι από τα συντρίμμια που ξεκινούσαν από τα 9 μέτρα βάθος και
συνέχιζαν ως τα 38, συναντήσαμε διάσπαρτες μεγάλες λαμαρίνες, βαρέλια
και το πιο συγκλονιστικό, σωρούς από θρυμματισμένα οστά. Σόλες από
στρατιωτικά άρβυλα, παγούρια, καραβάνες, είναι ό,τι έχει απομείνει από
αυτή τη βουβή τραγωδία.
Καραβάνες και ανθρώπινα οστά πλαισιώνουν τον χώρο του ναυαγίου. ΦΩΤΟ: Βασίλης Μεντόγιαννης |
«Εμείς
τότε είχαμε πρόβατα και είχα πάει στη στρούγκα. Εκείνο το βράδυ είχε
πολύ μεγάλη κακοκαιρία: αστραπές, βροντές, αέρας. Ξαφνικά είδα μια
μεγάλη λάμψη στον ουρανό – πού να πάει ο νους μου. Την επομένη μάθαμε
ότι είχε γίνει ναυάγιο και η λάμψη ήταν φωτοβολίδα. Το πρωί βρήκαμε όλη
την παραλία των Λεγραινών γεμάτη πτώματα. Τρομερό θέαμα – σαν ψόφια
ψάρια. Είχε νοτιά τότε, πράγμα σπάνιο για τα μέρη μας, και τους είχε
ξεβράσει η θάλασσα. Περίπου 1.500 πτώματα· ήτανε φοβερό. Τα πτώματα,
άλλα ντυμένα και μερικά γυμνά. Μετά ήρθανε οι Γερμανοί και μας έδιωξαν,
δεν άφηναν να πλησιάσουμε. Ανοίξανε μια τάφρο 100 μέτρα μήκος στη
παραλία του Κόρακα και τους θάψανε. Είχε ακουστεί ότι τους τορπίλισαν οι
Γερμανοί για να τους πνίξουν. Λέγανε ότι ένας Έλληνας και πέντε
Γερμανοί δεν έπαθαν τίποτε. Μέχρι τον Ιούνιο η θάλασσα έβγαζε πτώματα.
Αργότερα θυμάμαι ότι το καράβι το κόψανε. Ήρθανε μεγάλα ρυμουλκά με οξυγόνα και δυναμίτες και δουλεύανε καιρό εδώ». (Γιάννης Κωνσταντόπουλος, κάτοικος Λεγραινών)
Με
την βοήθεια του Αριστοτέλη Ζερβούδη, ο οποίος είχε ολοκληρώσει ήδη μια
ιστορική έρευνα, μαθαίνουμε και τα υπόλοιπα στοιχεία. Νορβηγικών
συμφερόντων, το ατμόπλοιο «Oria», ναυπήγησης του 1920, επιτάσσεται από
τους Γερμανούς και συμμετέχει στις επιχειρήσεις για την κατάληψη της
Νορβηγίας μεταφέροντας στρατεύματα.
Το Σεπτέμβριο του 1943 χρησιμοποιείται πάλι στις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις εναντίον των Ιταλών στα Δωδεκάνησα.
ΤΟ ORIA |
Στις
11 Φεβρουαρίου 1944, στη Ρόδο, φορτώνονται στα αμπάρια του πλοίου 4.233
Ιταλοί αιχμάλωτοι από τη Ρόδο και τη Λέρο. Ειδικότερα επιβιβάστηκαν 43
αξιωματικοί, 118 υπαξιωματικοί και 4.062 στρατιώτες και από τα τρία
όπλα.
Το
πλοίο αναχωρεί τις απογευματινές ώρες για τον Πειραιά, συνοδευόμενο από
τρία ελαφρά αντιτορπιλικά «ΤΑ16», «ΤΑ17» και «ΤΑ19», που έχουν
επιταχθεί από τους Ιταλούς. Στο ταξίδι το πλοίο αναπτύσσει ταχύτητα 9
κόμβων. Στο φορτηγό πλοίο επιβαίνουν επίσης 30 Γερμανοί στρατιώτες ως
φρουρά ενώ άλλοι 60
στρατιώτες το χρησιμοποιούν ως μεταφορικό μέσο. Το πλήρωμά του
αποτελείται από πέντε άτομα, μεταξύ των οποίων, ένας Έλληνας μηχανικός
και ο Νορβηγός καπετάνιος. Ανοιχτά της Κω δέχεται επίθεση από αγγλικά
πλοία αλλά η νηοπομπή καταφέρνει να ξεφύγει· στη συνέχεια πλέει κοντά στο Σούνιο όπου συναντά σφοδρή κακοκαιρία.
Ο
δίαυλος μεταξύ της νήσου Πατρόκλου και της ξηράς δεν ήταν διαπλεύσιμος,
καθώς ήταν γεμάτος ξέρες και ρηχά. Προκείμενου να παραπλεύσουν από αυτό
το νησί, έπρεπε να διατηρήσουν δυτική πορεία. Το «ΤΑ19» ακολούθησε αυτήν την πορεία, το «Oria» ανταποκρίθηκε στην διαταγή με σήμα «Verstanfen» (= κατανοητό).
Ελάχιστα πράγματα έχουν απομείνει. Το πλοίο ανελκύστηκε. ΦΩΤΟ: Βασίλης Μεντόγιαννης |
Ωστόσο το «φορτηγό Oria» δεν άλλαξε πορεία αλλά κατευθυνόταν απευθείας στον δίαυλο. Το «ΤΑ19» διέταξε εκ νέου να αλλάξει ρότα και να το ακολουθήσει, έριξε ερυθρές φωτοβολίδες ως σήμα κίνδυνου.
Ο Παναγιώτης Μαρκόπουλος ξεκινά την συντήρηση. Δεξιά: Παγούρι μετά την συντήρησή του και καραβάνα Άγγλου στρατιώτη. ΦΩΤΟ: Βασίλης Μεντόγιαννης. |
Το «Oria» όμως συνέχισε την ίδια επικίνδυνη πορεία. Το «ΤΑ19» άλλαξε αμέσως πορεία για να το προλάβει. Ακολούθησαν ερυθρές φωτοβολίδες από το «Oria» και στην ερώτηση του «ΤΑ19» - «τι συμβαίνει;» μια ακόμα κόκκινη φωτοβολίδα και η φωνή στον ασύρματο: «προσαράξαμε», σήμαναν την αρχή μιας απίστευτης τραγωδίας. Αυτό συνέβη στις 18:45.
Ο επικεφαλής αξιωματικός του στολίσκου διέταξε το «ΤΑ19» να γυρίσει πίσω. Επάνω στον ελιγμό αυτό βρήκε το πηδάλιό του σε ξέρα. Το «ΤΑ19» ακυβέρνητο γύρισε με την πάντα στον καιρό.
Στη
γέφυρα επικρατούσε το απόλυτο χάος. Ο κυβερνήτης έπεσε κάτω από την
γέφυρα και τραυματίστηκε με διπλό κάταγμα, ο αντιπλοίαρχος τραυματίστηκε
επίσης.
Ο
ανθυποπλοίαρχος προσπαθούσε να διορθώσει το πηδάλιο. Την διακυβέρνηση
του σκάφους έπρεπε να αναλάβει ο ίδιος ο αρχηγός του στολίσκου, που
επέβαινε στο «ΤΑ19» και να το βγάλει από αυτήν την εξαιρετικά δεινή κατάσταση. Την ίδια στιγμή το «Oria»,
είχε προσαράξει ενώ οι άλλες δυο τορπιλάκατοι ανέμεναν οδηγίες. Στη
γέφυρα ο αρχηγός, με ένα μόνο πηδάλιο εν λειτουργία και εν μέσω
κοχλαζούσης θαλάσσης, ήταν σχεδόν αδύνατον να κατευθύνει το σκάφος.
Επίσης, ο πομπός είχε καταστραφεί και δεν μπορούσε να δώσει οδηγίες στα
αλλά σκάφη για να βοηθήσουν το «Oria». Στις 21:30 έγινε ένα «θαύμα» και το πηδάλιο επαναλειτούργησε. Το «ΤΑ19»
κατευθύνθηκε αμέσως προς τη βραχονησίδα Φλέβες. Λίγο μετά παρουσιάστηκε
και πάλι η βλάβη στο πηδάλιο και το πλοίο κινδύνεψε να πέσει πάνω στα
βράχια. Η βλάβη όμως γρήγορα επιδιορθώθηκε και το «ΤΑ19» μαζί με τα υπόλοιπα σκάφη έφτασαν στο λιμάνι του Πειραιά λίγο πριν τα μεσάνυχτα. Το «Oria» όμως που συνόδευαν είχε χαθεί.
Με την ταχύτητα του ανέμου να ξεπερνά τα 11 μποφόρ, το «Oria» συνεχίζει την πορεία του και προσαράζει στα αβαθή του νησιού Πάτροκλος.
Το
πλοίο χτυπημένο, με τη δεξιά πλευρά στα βράχια, πλημμυρίζει και
αναποδογυρίζει σε ελάχιστα λεπτά, με την πλώρη του να εξέχει από το
νερό. Το βάθος ποικίλλει στη συγκεκριμένη περιοχή από 5 ως 42 μέτρα. Την
επόμενη μέρα, 12 Φεβρουαρίου, στέλνονται 5 ρυμουλκά από τον Πειραιά.
Εξαιτίας της σφοδρής θαλασσοταραχής φτάνει μόνο ένα, το ρυμουλκό «Vulcan». Το «Vulcan»,
διακινδυνεύοντας και αυτό, πλησιάζει την πλώρη του ναυαγίου και
διαπιστώνει ότι ακόμη παραμένουν ζωντανοί πέντε άνθρωποι. Διασώθηκε και
ένας ο οποίος ήταν πιασμένος στα σχοινιά.
Με
μια κινητή συσκευή οξυγόνου ξεκινά μια προσπάθεια για να ανοιχτεί ένα
πέρασμα στο σκάφος και να σωθούν οι εγκλωβισμένοι. Η καρδιά τους χτυπάει
δυνατά
καθώς ελπίζουν ότι σύντομα θα βγουν από εκεί μέσα. Λόγω της έντονης
θαλασσοταραχής, η συσκευή παρασύρεται από ένα κύμα και χάνεται.
Οι επιτόπου έρευνες για να μπορέσει να ανασυρθεί από το βυθό η συσκευή δεν πετυχαίνουν κι έτσι η προσπάθεια αναβάλλεται.
Στις 14 Φεβρουαρίου, σχεδόν δυο εικοσιτετράωρα μετά, ένα άλλο ρυμουλκό, το «Titan»
από τον Πειραιά, επιστρέφει με μια καινούργια συσκευή οξυγόνου και
τελικά απεγκλωβίζει ζωντανούς και τους πέντε ναυαγούς, σε κατάσταση σοκ.
Από
τις καταθέσεις των διασωθέντων μάθαμε ότι σώθηκαν έξι Γερμανοί και ένας
Έλληνας. Άλλες πληροφορίες αναφέρουν ότι δεκαπέντε Γερμανοί στρατιώτες
πνίγηκαν και ότι όλο το πλήρωμα, μαζί με τον Έλληνα, τον καπετάνιο και
τους υπόλοιπους Γερμανούς στρατιώτες, σκαρφάλωσαν στα βράχια και
σώθηκαν. Από τους 4.233 Ιταλούς που επέβαιναν στο πλοίο σώθηκαν μόνο 49.
Το σύνολο των αιχμαλώτων που βρίσκονταν κλεισμένοι μέσα στο κύτος του
καραβιού ετάφησαν μαζί με το ναυαγισμένο πλοίο (οι ιταλικές πήγες
αναφέρουν το συνολικό αριθμό των νεκρών σε 4.184, ενώ οι γερμανικές στις
4.100) Ακολούθησαν διάφορες αναφορές κατά του πλοίαρχου του «Oria», σχετικά
με την πορεία που ακολούθησε και το γιατί δεν υπάκουσε στις οδηγίες να
παραπλεύσει την νήσο Πάτροκλο. Ο πλοίαρχος απάντησε πως λόγω των σφοδρών
καιρικών συνθηκών και λόγω του μεγάλου φορτίου του πλοίου, το πηδάλιο
αδυνατούσε να υπακούσει. Ο ανώτατος Γερμανός διοικητής του στόλου του
Αιγαίου διέταξε ανάκριση για τα γεγονότα αυτά και την βύθιση του «Oria».
«Το
πλοίο κουβάλαγε πολλά βαρέλια με λάδι. Γέμισε ο κόσμος λάδι, το οποίο
το πήρανε αυτοί που είχανε φορτηγάκια για να το μεταφέρουν. Μετά ήρθανε
οι Γερμανοί και μας κυνηγήσανε. Το 1958, ο φούρναρης με το άλογό του
είχε πάει να αλλάξει υνί. Τότε πρόσεξε ένα πράμα σαν μπάλα πιασμένο στο
υνί. Όταν το έβγαλε είδε ότι ήταν ένα ανθρώπινο κρανίο. Η τάφρος υπήρχε
εκεί για πολλά χρόνια, ακαλλιέργητη. Το 1960 ή ’65, δεν θυμάμαι καλά,
ήρθαν οι Ιταλοί και τους πήρανε. Κάτσανε καιρό εδώ και ξεθάβανε τα οστά.
Μέχρι και κόσκινα είχανε για να κοσκινίζουν το χώμα και να ξεχωρίζουν
τα οστά». (Κώστας Κωνσταντόπουλος, κάτοικος Λεγραινών).
Στο
χώρο του ναυαγίου δεν έχουν απομείνει και πολλά πράγματα.
Διασκορπισμένα προσωπικά είδη από τον εξοπλισμό των στρατιωτών. Σόλες,
καραβάνες, ένα κουτάλι, ένα ποτήρι και δίπλα από κάτι λαμαρίνες, οστά.
Μεγάλα οστά… Συνεχίζω παρατηρώντας με δέος, λίγο παρακάτω αχνά,
μισοθαμμένη στην άμμο - σαν να με κοιτάζει - μια νεκροκεφαλή. Είναι «τοποθετημένη»
με τέτοιο τρόπο στην άμμο όπου φαίνεται μόνο τμήμα του προσώπου.
Αμφιταλαντεύομαι, σηκώνω την φωτογραφική μου μηχανή και τραβάω μια
φωτογραφία, σκέφτομαι τον εαυτό μου στη θέση του. Αναρωτιέμαι, αν είναι
σωστό αυτό που κάνω. Συνεχίζω, δεν το ξανασκέφτομαι, λαμαρίνες, ένα
παγούρι, βαρέλια, οστά, σόλες και πάλι οστά. Από το ναυάγιο ανελκύσαμε
μερικές καραβάνες.
Οι
καραβάνες παραδόθηκαν στο Μουσείο της Πολεμικής Αεροπορίας στο Τατόι,
όπου ξεκίνησε και η συντήρηση τους. Ακόμα αγνοούσαμε το σημαντικότερο,
καθώς ο Παναγιώτης Μαρκόπουλος, καθάριζε τις θαλάσσιες επικαθίσεις από
τις καραβάνες, χαραγμένα ονόματα και μηνύματα, αρχίζουν να
αποκαλύπτονται:
Καραβάνα μετά την συντήρηση. Διακρίνονται καθαρά τα μηνύματα που είχαν χαράξει Ιταλοί στρατιώτες. ΦΩΤΟ: Βασίλης Μεντόγιαννης. |
«ANAREOZZI FRANCESCO, ROMA, ITALIA , 1922, MAMINA RITORNERO», μανούλα θα επιστρέψω, γράφει το μήνυμα. Σε μια άλλη καραβάνα γράφει: «BIGAGLI» το επίθετο του, πιθανόν από το χωριό «VAINO», γεννηθείς το «1922», «MAMMA TORNERO PERCHE TI VOGLIO BENE», μαμά θα γυρίσω γιατί σ’ αγαπώ! Ήταν μόλις 22 χρονών!
Και τα ονόματα συνεχίζουν, «ANTONI HETTA», «DUCE», «LUCCIA», σε μια άλλη ένα εγγλέζικο όνομα με τα αρχικά της μονάδος του «JR J. ROBERTS 4127148, LC.H.R.»,
αρχικά, σήματα μονάδων και αριθμοί, μας κάνουν να φανταζόμαστε τις
τελευταίες στιγμές αυτών των ανθρώπων. Ξαφνικά και ενώ ο Παναγιώτης
Μαρκόπουλος συνεχίζει την διαδικασία καθαρισμού, μας λέει:
«νομίζω πως είχα διαβάσει για αυτό το ναυάγιο», «πού;» τον ρωτάμε, «εάν θυμάμαι καλά στο βιβλίο, [Το Μυθιστόρημα των Τεσσάρων], σε αυτό το ναυάγιο πρέπει να αναφέρεται», μας άπαντα και τρέχουμε να αγοράσουμε το βιβλίο.
«…Άξαφνα το αυτί της πήρε κάτι παράξενο. Άκουσε ιταλικά. Ήταν πολλοί που κουβέντιαζαν σα σωστοί Ναπολιτάνοι. Φαινόντουσαν εργατικοί, ένα κοπάδι.
Ότι
είχαν ξεμπαρκάρει, κάποιος τους οδηγούσε. Οι νησιώτες, τους
περιεργάζονταν, τα παιδία τρέχαν γύρω τους. Τι είναι αυτοί; ρώτησε η
Ελισάβετ.
Ιταλοί
είναι κύρια. Θα δουλέψουν για το βουλιαγμένο ιταλικό παπόρι στα ανοιχτά
της Αγίας Μαρίνας. Για αυτό ήρθαν. Είναι άνθρωποι μιας κομπανίας
ιταλικής που αγοράζει τα ναυάγια. Τι ιστορία είναι αυτή; Ρώτα ξανά η
Ελισάβετ.
Μια
νύχτα του 1943, έμπαινε ο χειμώνας, όταν στα ανοιχτά της Αγίας Μαρίνας
ένα εγγλέζικο υποβρύχιο τορπίλισε ένα γερμανικό μεταγωγικό. Το
μεταγωγικό ήταν φορτωμένο σιδερένια βαρέλια γεμάτα ρετσινόλαδο.
Κουβαλούσε ακόμα για τον Πειραιά κάπου δυο χιλιάδες Ιταλούς αιχμάλωτους
από τα Δωδεκάνησα, που είχαν παραδοθεί όταν συνθηκολόγησε η Ιταλία. Το
βαπόρι ερχόμενο είχε παρεκκλίνει από την πορεία του για να ξεφύγει από
το υποβρύχιο και έτσι βρέθηκε
ανοιχτά της Αγίας Μαρίνας. Όμως δεν τα κατάφερε. Λίγα βαρέλια και λίγοι
Ιταλοί ήταν στο κατάστρωμα. Τα αλλά βαρέλια και οι πολλοί Ιταλοί ήταν
παστωμένοι μες στα αμπάρια. Εκεί, κλεισμένους, τους βρήκε ο υγρός
θάνατος. Το κύμα πήρε ό,τι ήταν στο κατάστρωμα, ανθρώπους και βαρέλια
και τα ξέβρασε, άλλα κατά το Σούνιο, στις ακρογιαλιές της Αναβύσσου,
άλλα στην ακρογιαλιά της Αίγινας, κατά τα νότια. Τα γερμανικά περιπολικά
που πήγαν την άλλη μέρα μάζεψαν τα ξεβρασμένα βαρέλια, έθαψαν τους
πνιγμένους. Σε λίγες μέρες δοκίμασαν να βγάλουν από τα αμπάρια του
βουλιαγμένου βαποριού τα βαρέλια με το πολύτιμο λάδι. Μα ο χειμώνας ήρθε
άγριος, πέσαν φουρτούνες, οι βουτηχτάδες δε μπορούσαν να δουλέψουν. Για
αυτό παράτησαν το βουλιαγμένο βαπόρι με τις δυο χιλιάδες Ιταλούς και τα
βαρέλια στο κύτος του, για να ξανάρθουν την άνοιξη.
Ήρθε η άνοιξη του 1944. Τότε οι Γερμανοί πήγαν με ένα ναυαγοσωστικό, και με τους
βουτηχτάδες άρχισαν την δουλειά. Ίσαμε με δυο μήνες βάσταξε το έργο
τούτο. Οι βουτηχτάδες βγαίναν τη νύχτα στη στεριά και λέγαν τα νέα. Ήταν
φοβερό. Βαθιά, λέει, μες στα αμπάρια του βαποριού, παστωμένοι οι
πνιγμένοι Ιταλοί, περίμεναν ολόρθοι, αλύωτοι οι πιο πολλοί με τα μάτια
ανοιχτά. Οι βουτηχτάδες έπρεπε να τρυπήσουν τούτο το πηχτό ανθρώπινο
στρώμα, να φτάσουν στο πάτο του αμπαριού, που βρίσκονταν τα βαρέλια, να
τα δέσουν στο βίντζι που θα τα ανέβαζε στην επιφάνεια.
Λοιπόν,
οι βουτηχτάδες σπρώχναν με τα χέρια τους πνιγμένους για να ανοίξουν
δρόμο. Μα την ίδια στιγμή ο δρόμος που άνοιγαν έκλεινε από πάνω τους με
τα σώματα, που πλέοντας ξανάπαιρναν την θέση τους. Ύστερα, όταν έπρεπε
να ανέβουν οι βουτηχτάδες απάνω, κάναν πάλι το ίδιο έργο, παραμέριζαν
τους πνιγμένους και τρυπούσαν δρόμο ανάμεσα τους. Και οι πνιγμένοι, δυο
χιλιάδες κορμιά, κοίταζαν με ορθάνοιχτα μάτια το φάντασμα που περνούσε
ανάμεσα τους, κοίταζαν σα ρωτούσαν γιατί.
Όταν
τελείωσαν τα βαρέλια, οι βουτηχτάδες σκέπασαν πάλι τα αμπάρια με τα
καπάκια τους, άφησαν κλεισμένα εκεί τα σώματα και φύγαν.
Έτσι έμεινε εκεί, σκεπασμένος από το νερό, τόσος πόνος και τόση φρίκη. Και τώρα τι είναι να γίνει, ρώτησε η Ελισάβετ;
Καταπώς
έμαθα, είναι να γίνει τούτο: μια ιταλική εταιρία αγόρασε το ναυάγιο. Θα
το βγάλει από τη θάλασσα, θα το διαλύσει σε κομμάτια σίδερο και θα το
ταξιδέψει το σίδερο στην Ιταλία. Τούτοι εδώ που ήρθαν είναι τεχνίτες,
που θα κόβουν τα κομμάτια το σίδερο με το οξυγόνο και θα το φορτώσουν.
Οι βουτηχτάδες είναι κιόλα εκεί, με ένα καράβι καμωμένο για τέτοιες δουλειές.
…..Η
Ελισάβετ πλησίασε. Κείτονταν εκεί πελώρια κομμάτια από τα αμπάρια του
βαποριού. Εκεί που μαρτύρησαν οι πνιγμένοι Ιταλοί αιχμάλωτοι. Η θάλασσα
είχε φάει, τόσα χρόνια τώρα, το κάθε τι, τα σώματα των ανθρώπων, τα
κόκαλα. Ωστόσο έμενε κάτι στα αμπάρια, σημάδια ανατριχιαστικά. Αρβύλες
μισοσαπισμένες, που το νερό δεν είχε μπορέσει να τις λιώσει ολότελα,
κάτι παγούρια, σουγιάδες.
Από
τόσες ψυχές μέναν μόνο αυτά τα παλιοπράματα. Είχαν φωλιάσει μες τους
αρμούς, τις σιδεροδεσιές των αμπαριών, απάνω τους είχαν κολλήσει
όστρακα. Οι Ιταλοί εργάτες περιεργάζονταν τα λείψανα, κουνούσαν το
κεφάλι τους λυπημένα, τα πετούσαν. Τα έπαιρναν οι Έλληνες ψαράδες, τα
παιδιά, τα περιεργάζονταν, κουνούσαν το κεφάλι τους, τα πετούσαν. Ένωνε
τους ανθρώπους, χτεσινούς εχτρούς, ο πόνος, η ματαιότητα. Και είδες πως
γύρισε το πράγμα! Είπε ένας ψαράς, Ιταλοί να πάρουν το ναυάγιο, Ιταλοί
να ξεθάβουν τώρα από τη θάλασσα τους συντρόφους τους! Ο Θεός πληρώνει
τον πάσα ένα κατά τα έργα του, είπε ένας άλλος. Μη λες για πληρωμή σε
τέτοια ώρα!
Για πνιγμένους μιλάμε. Και είμαστε και εμείς της θάλασσας. Ο Θεός ακούγει. Ποιος ξέρει τι τραβήξανε μέσα στα αμπάρια…»
(Από το βιβλίο «Το μυθιστόρημα των Τεσσάρων» Βενέζης-Καραγάτσης-Μυριβήλης-Τερζάκης, Εκδόσεις Εστία).
Η τρίτη σε αριθμό μεγαλύτερη ναυτική τραγωδία κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και η τρίτη σε κατάταξη από τις μεγαλύτερες ναυτικές τραγωδίες στον κόσμο. Το ναυάγιο του «Oria», ήταν και η τελευταία απώλεια των Ιταλών μετά από μια σειρά ναυαγίων με βαριές απώλειες.
Στη
Μεσόγειο μόνο, χάθηκαν 13.000 και συνολικά κατά τη διάρκεια του Β΄
Παγκοσμίου Πολέμου χάθηκαν 33.000 Ιταλοί αιχμάλωτοι. Για μια στιγμή
θυμήθηκα αυτό που μου είχε πει ένας μεγάλος Έλληνας ιστορικός, πως «οι Ιταλοί υπήρξαν ένα από τα μεγαλύτερα θύματα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου»,
αυτό γιατί σε πολλές περιπτώσεις σφαγιάστηκαν χωρίς να έχουν πολεμήσει,
χωρίς να γνωρίζουν ούτε τον εχθρό τους. Αρχικά εναντίον των Βρετανών,
μετά των Γερμανών και τελικά να εκτελούνται μαζικά σαν προδότες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου