Τετάρτη 29 Ιανουαρίου 2014

Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΣΚΡΑ (ΜΑΪΟΣ 1918)

Από τις 5/18 Απριλίου προωθήθηκε στην πρώτη γραμμή από την περιοχή του Πολυκάστρου όπου βρισκόταν και η Μεραρχία Σερρών, υπό τον Υποστράτηγο Επαμεινώνδα Ζυμβρακάκη, αποτελούμενη από τα 2ο και 3ο Συντάγματα Σερρών. Στη Μεραρχία αυτή ανατέθηκε ο υποτομέας Αρχαγγέλου, στο αριστερό της Μεραρχίας Αρχιπελάγους, στην οποία και υπήχθη από τακτικής απόψεως.Έναντι της 1ης Ομάδας Μεραρχιών ο εχθρός διέθετε την 5η Βουλγάρική Μεραρχία της 1ης Στρατιάς με έξι συντάγματα δικά της και ένα της 3ης Βουλγαρικής Στρατιάς. Οι εχθρικές θέσεις είχαν οργανωθεί από το Δεκέμβριο του 1917 σε δεσπόζοντα εδαφικά σημεία και ήταν ενισχυμένες με ανθεκτικά καταφύγια και συρματοπλέγματα. Από απόψεως πυροβολικού οι Βούλγαροι διέθεταν, όπως διαπιστώθηκε από αεροπορική αναγνώριση, 88 πυροβόλα στην περιοχή του χωριού Ούμα και 52 στην περιοχή της Γευγελής. Επίσης είχαν ενισχύσει τις εφεδρείες τους, που περιλάμβαναν ένα Γερμανικό και δύο έως τέσσερα Βουλγάρικα Συντάγματα.

Ο Στρατηγός Γκυγιωμά έθεσε ως αντικειμενικό σκοπό της 1ης Ομάδας Μεραρχιών το ύψωμα Σκρά (ύψόμετρο 1097), γιατί αποτελούσε μια εξέχουσα της εχθρικής διατάξεως σε έδαφος που δέσποζε της περιοχής, ήταν ισχυρά οργανωμένο και είχε εξοπλιστεί με πολυβόλα και όλμους. Τα συμμαχικά παρατηρητήρια στο όρος Πάϊκο παρείχαν καλή θέα προς τις Βουλγαρικές οργανώσεις. Επιπλέον, η διαμόρφωση του εδάφους επέτρεπε την ανάπτυξη και κάλυψη πολλών συμμαχικών πυροβολαρχιών, καθώς και την συγκέντρωση των πυρών τους στην περιορισμένης εκτάσεως εξέχουσα του Σκρά.

Η απόφαση του Αρχιστρατήγου να επιτεθεί η 1η Ομάδα Μεραρχιών κατά του υψώματος Σκρά στηρίχθηκε κυρίως στην ανάγκη να βελτιωθεί η διάταξη των Ελληνικών στρατευμάτων και στην ελπίδα του για μία επιτυχία που θα εξύψωνε το ηθικό και τη μαχητική τους ικανότητα.


Η διαταγή που δόθηκε στο διοικητή της 1ης Ομάδας Μεραρχιών, στις 27 Μαρτίου/9 Απριλίου, ήταν να μελετήσει ενέργεια για την κατάληψη του υψώματος του Σκρά και των ανατολικά απ’αυτό Βουλγαρικών θέσεων. Ταυτόχρονα, τον ενίσχυσε με τρεις μοίρες ελαφρύ πυροβολικού, πέντε πυροβολαρχίες βαριές και μία πυροβολαρχία χαρακωμάτων. Ο Στρατηγός Ζερόμ υπέβαλε τις προτάσεις του μετά δύο ημέρες, ενώ ταυτόχρονα κοινοποίησε αυτές και στη Μεραρχία Αρχιπελάγους, για να τις μελετήσει και να έχει ετοιμότητα να αναλάβει την εκτέλεση της επιθέσεως.

Το σχέδιο προέβλεπε επίθεση σε δύο χρόνους. Κατά τον πρώτο θα καταλαμβάνονταν το ύψωμα Σκρά και κατά το δεύτερο χρόνο η γραμμή των υψωμάτων Τουμουλούς-Σερφ Βολάν(2). Κατά τον πρώτο χρόνο θα ενεργούσε ένα σύνταγμα που θα καλυπτόταν με ένα τάγμα από τα αριστερά, ενώ στο δεύτερο χρόνο θα συνέχιζε άλλο σύνταγμα. Η ενέργεια θα υποστηριζόταν από τα ανατολικά με ένα σύνταγμα της Μεραρχίας Κρήτης που θα ενεργούσε για την κατάληψη των υψωμάτων αμέσως βόρεια του χωριού Σκρά και θα επιδίωκε να συνδεθεί με την αριστερά της Μεραρχία Αρχιπελάγους. Η επίθεση της Μεραρχίας Αρχιπελάγους θα υποστηριζόταν με 122 συνολικά ελληνικά και συμμαχικά πυροβόλα από τα οποία τα 46 βαριά.

Στις 2/15 Απριλίου ο Αρχιστράτηγος ενέκρινε το σχέδιο επιθέσεως με την παρατήρηση ότι το διάστημα μεταξύ των δύο χρόνων έπρεπε να ελαχιστοποιηθεί. Επιπλέον, αύξησε το πυροβολικό, που αρχικά είχε διαθέσει για ενίσχυση, σε τέσσερεις μοίρες ελαφρού, δώδεκα πυροβολαρχίες βαρέως και δύο πυροβολαρχίες χαρακωμάτων. Ως χρόνο επιθέσεως καθόρισε το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Μαΐου 1918.

Με το σχέδιο αυτό διαφώνησε ο Αντισυνταγματάρχης Πυροβολικού Δημήτριος Καθενιώτης, που ήταν αντιπρόσωπος της επιτελικής Υπηρεσίας στον Αρχιστράτηγο. Στην αναφορά του υποστήριζε ότι η απόφαση ήταν ατυχής, γιατί εφάρμοζε κατά γράμμα τα πορίσματα του Δυτικού Μετώπου που είχε διαφορετικά χαρακτηριστικά. Επειδή η κύρια βουλγάρική γραμμή άμυνας ήταν πίσω από το ύψωμα Σκρά, η κατάληψη του δε θα οφελούσε σε τίποτε και οι θυσίες θα ήταν άσκοπες. Πρότεινε συνεπώς η ενέργεια αυτή να συνδυαστεί με ευρεία επίθεση στα δυτικά από το χωριό Λαγκαδιά προς το χωριό Ούμα και από τις νοτιοανατολικές αντιρίδες της, Τζένας προς το ύψωμα Μάλα Ρούπα. Το επιτελείο του Αρχιστρατήγου απάντησε ότι η άποψη είναι σωστή, αλλά δεν υπήρχαν τα μέσα, ιδιαίτερα πυροβολικό, για να υποστηρίξει την προτεινόμενη ενέργεια.

Στο μεταξύ είχε αρχίσει η υλοποίηση των προκαταρκτικών ενεργειών και γινόταν η μετακίνηση του πυροβολικού. Η 16η Γαλλική Αποικιακή Μεραρχία στο μέτωπο του Εριγώνα διέθετε μία μοίρα ορειβατική και τρεις μοίρες πεδινές, η 76η Γαλλική Μεραρχία στο Μοναστήρι μία μοίρα πεδινή, η Γαλλίκή Στρατιά Ανατολής οκτώ βαριές πυροβολαρχίες, η 2η Σερβική Στρατιά δύο βαριές πυροβολαρχίες και ως γενική εφεδρεία πυροβολικού είχε τηρηθεί μία βαριά μοίρα. Ο Αρχιστράτηγος εξασφάλισε συνδρομή και από το βρετανικό πυροβολικό, το οποίο κατά την επίθεση θα έκανε επιδεικτικές βολές μεταξύ Αξιού και Δοϊράνης και βολές αντιπυροβολικού δυτικά του Αξιού.
Ταυτόχρονα, όλες οι μονάδες που θα λάμβαναν μέρος στην επίθεση στάλθηκαν σε στρατόπεδο, νότια του χωριού Σκρά, για τη συμπλήρωση της εκπαιδεύσεως και την αναπλήρωση σε άντρες και υλικά. Από τις ελληνικές δυνάμεις στάλθηκαν τα τρία συντάγματα της Μεραρχίας Αρχιπελάγους και το 7ο Σύνταγμα της Μεραρχίας Κρήτης.


Στις 7/20 Μαΐου 1918, ο Διοικητής της 1ης Ομάδας Μεραρχιών Στρατηγός Ζερόμ εξέδωσε τη διαταγή επιθέσεως. Σύμφωνα με αυτή το Σώμα Στρατού Εθνικής Άμυνας είχε ως αποστολή να καταλάβει το ύψωμα Σκρά και προωθηθεί 1.500 μέτρα βόρεια της γραμμής Τουμουλούς – Σερφ Βολάν, καταλαμβάνοντας ταυτόχρονα και ολόκληρη την ανατολικότερα, μέσα στη ζώνη του, προωθημένη βουλγαρική γραμμή. Η κύρια επίθεση κατά του υψώματος Σκρά ανατέθηκε στη Μεραρχία Αρχιπελάγους και θα συνδυαζόταν με δευτερεύουσα ενέργεια ενός συντάγματος της Μεραρχίας Κρήτης, προς το ύψωμα 789. Άλλη μονάδα της ίδιας Μεραρχίας θα ενεργούσε ανατολικότερα εναντίον του υψώματος 459 (Λαντιγέ)(1)

Η Μεραρχία Σερρών με ελαφρά τμήματα θα καταλάμβανε τα υψώματα ανατολικά του χωριού Λαγκαδιά, προκειμένου να καλύψει το δυτικό πλευρό της Μεραρχίας Αρχιπελάγους που θα ενεργούσε προς το ύψωμα Σκρά. Οι Σέρβικές και Βρετανικές δυνάμεις θα εκδήλωναν ανάλογες ενέργειες αντιπερισπασμού, εναντίον των εχθρικών θέσεων εκατέρωθεν της κύριας επιθέσεως. Η Συμμαχική Αεροπορία θα βομβάρδιζε τα μετόπισθεν του εχθρού. Η προπαρασκευή του πυροβολικού θα άρχιζε από την προπαραμονή της επιθέσεως. Εφεδρεία θα ήταν το 1ο Σύνταγμα Αφρικανών στον Αρχάγγελο και δύο συντάγματα της 122ης Γαλλικής Μεραρχίας, το ένα στον Αρχάγγελο και το άλλο στην Αξιούπολη. Το 1ο Σύνταγμα Αφρικανών από την έναρξη της επιθέσεως θα υπαγόταν στην Μεραρχία Αρχιπελάγους. Τέλος, η Μεραρχία Κρήτης διατάχθηκε να έχει ετοιμότητα να αναλάβει τη συνέχιση της επιθέσεως μετά την κατάληψη των κύριων αντικειμενικών σκοπών.
ΧΑΡΤΗΣ ΤΟΥ ΜΕΤΩΠΟΥ


Στις 13/26 Μαΐου, ο διοικητής της Μεραρχίας Αρχιπελάγους εξέδωσε τη διαταγή επιχειρήσεων με την οποία την κύρια προσπάθεια αναλάμβαναν το 1ο Σύνταγμα Σερρών και τα 5ο και 6ο Αρχιπελάγους, η Διλοχία Μηχανικού, δυο ουλαμοί πυροβολικού του 1ου Συντάγματος Αφρικανών και ένας Γαλλικός λόχος Φλογοβόλων. Αντικειμενικός σκοπός ήταν η κατάληψη της γραμμής των υψωμάτων Τουμουλούζ – Σερφ Βολάν σε σύνδεσμο με τη δεξιά Μεραρχία Κρήτης και τη σταθεροποίηση στις νέες αυτές θέσεις.
Η ζώνη ενέργειας της Μεραρχίας χωρίστηκε σε τρεις τομείς που ανατέθηκαν από αριστερά προς τα δεξιά αντίστοιχα στα 5ο, 1ο και 6ο Συντάγματα, τα οποία και ενισχύθηκαν ως εξής:

* Το 5ο Σύνταγμα Αρχιπελάγους, με έναν ουλαμό Μηχανικού, δύο πυροβόλα και έναν ουλαμό Φλογοβόλων.

* Το 1ο Σύνταγμα Σερρών, με δύο ουλαμούς Μηχανικού, δύο πυροβόλα και έναν ουλαμό Φλογοβόλων.

* Το 6ο Σύνταγμα Αρχιπελάγους, με έναν ουλαμό Μηχανικού, δύο πυροβόλα και έναν ουλαμό Φλογοβόλων.


Ο ίδιος ο Βενιζέλος δίνει την σημαία στο διοικητή της μεραρχίας Σερρών
Επίσης ορίστηκε και η διάταξη επιθέσεως των συνταγμάτων αυτών. Τα 5ο και 6ο είχαν από ένα τάγμα εμπρός, ένα ως εφεδρεία και ένα για την κάλυψη του αριστερού και του δεξιού τους πλευρού αντίστοιχα, ενώ το 1ο είχε δύο τάγματα εμπρός και ένα ως εφεδρεία. Το 1ο Σύνταγμα Αφρικανών θα αναλάμβανε την οργάνωση του εδάφους που θα καταλαμβανόταν από τις ελληνικές δυνάμεις. Τα χαρακώματα εξορμήσεως θα εξασφάλιζε το 3ο Τάγμα του 3ου Συντάγματος Σερρών. Παρόμοιες διαταγές εξέδωσαν και οι Μεραρχίες Κρήτης και Σερρών.

Ο Αρχιστράτηγος στις 14/27 Μαΐου επισκέφθηκε το Στρατηγείο της 1ης Ομάδας Μεραρχιών στο χωριό Πηγή Βόρεια της Αξιουπόλεως(1), όπου με το Στρατηγό Ζερόμ αποφάσισαν η επίθεση να αρχίσει στις 17/30 Μαΐου, μετά από έντονη προπαρασκευή πυροβολικού. Η 122η Γαλλική Μεραρχία θα πραγματοποιούσε ταυτόχρονα επιθετικό εγχείρημα στην περιοχή της Ειδομένης.
Στις 16/29 Μαΐου το πυροβολικό άρχισε δράση, η οποία συνεχίστηκε και στη διάρκεια της νύχτας με βολές παρενοχλήσεως και καταστροφής. Οι Βρετανοί πραγματοποίησαν το βράδυ της ημέρας αυτής επιθετικό εγχείρημα δυτικά της Δοϊράνης. Καταδρομική ενέργεια με απόσπασμα της 122ης Γαλλικής Μεραρχίας στην Ειδομένη δε σημείωσε επιτυχία.


Γεώργιος Κονδύλης
Το πρωί της 17ης/30ης Μαΐου είχαν ολοκληρωθεί όλες οι προετοιμασίες και τα τμήματα πεζικού είχαν προωθηθεί στη γραμμή εξορμήσεως. Από τις 04.30 το πυροβολικό άρχισε σφοδρή προπαρασκευή μικρής διάρκειας, ενώ από τις 04.55 εκτόξευσε την προβλεπόμενη, για την προστασία του πεζικού, βολή κινητού φραγμού. Την ίδια ώρα ακριβώς άρχισε και η εξόρμηση του πεζικού. Το απόκρημνο του εδάφους, η απόσταση που χώριζε τις διαδοχικές γραμμές και η ισχυρή οργάνωση των εχθρικών θέσεων με ανθεκτικά πολυβολεία και σκέπαστρα επέτειναν τις δυσχέρειες της επιχειρήσεως. Ωστόσο, αυτή εξελίχθηκε σύμφωνα με το σχέδιο.

Στο κέντρο η Μεραρχία Αρχιπελάγους, στην οποία είχε ανατεθεί η κύρια προσπάθεια, επιτέθηκε και με τα τρία συντάγματά της στην πρώτη γραμμή, ακολουθώντας τον κινητό φραγμό του πυροβολικού.
Τα 5ο Σύνταγμα αριστερά υπό τον Αντισυνταγματάρχη Ευθύμιο Τσιμικάλη, επιτέθηκε προς το ύψωμα Τουμουλούς, καλύπτοντας ταυτόχρονα τη Μεραρχία από τα δυτικά. Η εξόρμηση του Συντάγματος άρχισε με τα 1ο (Ταγματάρχης Βασίλειος Παπαγιάννης) και 2ο (Λοχαγός Ιωάννης Ντόζης) Τάγματα στην πρώτη γραμμή, ενώ το 3ο Τάγμα (Ταγματάρχης Κωνσταντίνος Μπάμπαλης) ακολουθούσε ως εφεδρεία. Παρά τη σθεναρή αντίσταση του εχθρού και τη σφοδρότητα των πυρών πυροβολικού που προκαλούσαν μεγάλες απώλειες, το Σύνταγμα πέτυχε να καταλάβει διαδοχικά τα υψώματα Σκρά και Τουμουλουζ. Αμέσως επακολούθησε ανασυγκρότηση του Συντάγματος και συγχωνεύθηκαν τα 2ο και 3ο τάγματα, εξαιτίας των απωλειών. Επίσης αποκρούστηκαν πολλές εχθρικές αντεπιθέσεις με σοβαρές μάλιστα απώλειες για τον αντίπαλο.

Το 1ο Σύνταγμα Σερρών στο κέντρο, υπό τον Αντισυνταγματάρχη Γεώργιο Κονδύλη, διέθετε τα 1ο (Ταγματάρχης Γεώργιος Ψαράς) και 2ο (Λοχαγός Ιωάννης Σκαλτσογιάννης) Τάγματα του στην πρώτη γραμμή και το 3ο Τάγμα (Ταγματάρχης Θεόδωρος Βαχάρογλου) ως εφεδρεία. Η εξόρμηση άρχισε στις 05.45 κάτω από σφοδρά πυρά του εχθρού. Οι λόχοι του αριστερά 2ου Τάγματος είχαν σοβαρές απώλειες, όπως και ο λόχος του 3ου Τάγματος που ακολουθούσε. Προκλήθηκε κάποια σύγχυση, χωρίς όμως αυτό να επιδράσει αποφασιστικά στο ηθικό των αντρών και στην παραπέρα εξέλιξη της μάχης. Με δύο άλματα καταλήφθηκαν οι εχθρικές θέσεις στα υψώματα Μπαστιόν Ουέστ και στο Μπαστιόν ντι Σέγ, ενώ συνελήφθησαν πολλοί αιχμάλωτοι. Μετά την επιτυχία αυτή εισήλθαν στον αγώνα και το 3ο Τάγμα και μέχρι τις 07.00 καταλήφτηκε το ύψωμα 1034 (Πιτόν Ντενυντέ) που ήταν και ο τελικός αντικειμενικός σκοπός του Συντάγματος. Οι απώλειες από τα εχθρικά πυρά, αλλά και από το φίλιο πυροβολικό, λόγω της εισόδου των λόχων πρώτου κλιμακίου του 1ου Τάγματος στο φραγμό του, ήταν σοβαρές. Στη διάρκεια της νύχτας το 2ο Τάγμα αποσύρθηκε από την πρώτη γραμμή και τη θέση του πήρε το εφεδρικό 3ο Τάγμα.


Το 6ο Σύνταγμα δεξιά, υπό τον Αντισυνταγματάρχη Κωνσταντίνο Εξαρχάκη, επιτέθηκε με το 3ο Τάγμα (Ταγματάρχης Νικόλαος Πλαστήρας) μπροστά και το 2ο Τάγμα (Ταγματάρχης Βασίλειος Καρκούρας) ως εφεδρεία, Το 1ο Τάγμα (Ταγματάρχης Νικόλαος Τσιτούρας) είχε αναλάβει το σύνδεσμο ανατολικά με τη Μεραρχία Κρήτης. Τα τμήματα μέσα σε δεκαπέντε λεπτά της ώρας κατέλαβαν τους πρώτους αντικειμενικούς σκοπούς μέχρι το ύψωμα Ουβραζ Μπλαν, όπου και ανέκοψαν για λίγο την κίνηση τους. Ο εχθρός δεν πρόφτασε να αντιδράσει και εξοντώθηκε ή παραδόθηκε, ενώ ελάχιστες αντιστάσεις που παρέμειναν περικυκλώθηκαν και εξουδετερώθηκαν.
Μετά την ταχεία ανασύνταξη των τμημάτων τα 1ο και 3ο Τάγματα συνέχισαν την επίθεση, ακολουθούμενα από το 2ο Τάγμα. Παρά την σφοδρότητα του εχθρικού πυροβολικού, τα ελληνικά τμήματα πέτυχαν μέχρι τις 06.40 να κάμψουν την αντίσταση του αντιπάλου και να καταλάβουν τους τελευταίους αντικειμενικούς τους σκοπούς, που ήταν τα υψώματα Σερφ Βολάν και Τετ ντε Σιέν.
Τη νύχτα 17/30 προς 18/31 Μαΐου το 2ο Τάγμα αντικατέστησε το 3ο Τάγμα, το οποίο αποτέλεσε την εφεδρεία του Συντάγματος. Επίσης, αντικαταστάθηκε και ο αριστερά λόχος του 1ου Τάγματος από λόχο του 1ου Συντάγματος Αφρικανών. Στη συνέχεια όλα τα τμήματα ασχολήθηκαν με την οργάνωση της τοποθεσίας.

Η διλοχία Μηχανικού της Μεραρχίας μέσα σε πέντε ώρες από τις 06.00 της 17ης/30ης Μαΐου κατασκεύασε τα απαραίτητα ορύγματα συγκοινωνίας προς τα υψώματα Σκρά και Μπαστιόν Ουέστ. Στη συνέχεια μαζί με το πεζικό οργάνωσε τις θέσεις στα υψώματα 1034 και Σερφ Βολάν.
Οι Διαβιβάσεις της Μεραρχίας οργάνωσαν άριστες επικοινωνίες με την αεροπορία, το πυροβολικό και το πεζικό Κι διευκόλυναν τη διεύθυνση και το συντονισμό της επιθέσεως.
Ο ανεφοδιασμός σε τρόφιμα και πυρομαχικά υπήρξε υποδειγματικός και όλα τα τμήματα έλαβαν θερμό συσσίτιο.
Η Μοίρα Τραυματιοφορέων, μετέφερε περίπου 1.800 τραυματίες στην ομάδα χειρουργείων στο χωριό Κούπα κάτω από δυσμενείς καιρικές συνθήκες, χάρη στην έντονη προσπάθεια των αντρών της.
Η Μεραρχία Αρχιπελάγους συνέλαβε 1.835 αιχμαλώτους και κυρίεψε άφθονο πολεμικό υλικό και 44 πυροβόλα διαφόρων τύπων. Οι απώλειες όμως της Μεραρχίας ήταν σοβαρές και ανήλθαν σε 338 νεκρούς, μεταξύ οποίων και ο Διοικητής του 1ου Τάγματος του 5ου Συντάγματος Ταγματάρχης Βασίλειος Παπαγιάννης, 1.777 τραυματίες και 164 αγνοούμενους. Οι απώλειες του εχθρού ήταν επίσης πολύ μεγάλες. Μόνο στις θέσεις που καταλήφθηκαν είχαν εγκαταλειφτεί περισσότεροι από 400 νεκροί.

Στις 04.00 της 18ης/31ης Μαΐου το 1ο Τάγμα του 5ου Συντάγματος Σερρών αντικαταστάθηκε από Τάγμα του 1ου Συντάγματος Αφρικανών και παρέμεινε ως εφεδρεία του Συντάγματος στο ύψωμα Μπαστιόν ντι Σεγ.
Επίσης διατέθηκαν δύο τάγματα του 1ου Συντάγματος Αφρικανών, αντίστοιχα ανά ένα στα υψώματα Σκρά και Σερφ Βολάν, για την οργάνωση του εδάφους.
Η Μεραρχία Κρήτης στα δεξιά, ενισχυμένη με ένα Τάγμα του 45ου Γαλλικού Συντάγματος, είχε ως αποστολή να επιτεθεί και να καταλάβει το ύψωμα 789 και στη συνέχεια, ανάλογα με την εξέλιξη της καταστάσεως, το ύψωμα 459.
Η Μεραρχία ανέθεσε την κατάληψη του υψώματος 789 στο 7ο Σύνταγμα Κρητών, με κύρια προσπάθεια προς το ύψωμα Μόσιο (Καγιού Μπαν). Την κατάληψη του υψώματος 459 ανέθεσε στο 8ο Σύνταγμα Κρητών. Το 29ο Σύνταγμα Πεζικού, υπό τον Ταγματάρχη Βασίλειο Τυπάλδο, δυνάμεως ενάμισι τάγματος θα κάλυπτε το δεξιό της Μεραρχίας σε επαφή με την 122η Γαλλική Μεραρχία. Το 3ο Τάγμα που τηρήθηκε ως εφεδρεία της Μεραρχίας.


Η εξόρμηση άρχισε στις 04.55 της 17ης/30ης Μαΐου, μετά από προπαρασκευή πυροβολικού από την προηγούμενη ημέρα. Τα επιτιθέμενα τμήματα ακολουθούσαν τον κινητό προστατευτικό φραγμό πυροβολικού.
Το 7ο Σύνταγμα Κρητών αριστερά, υπό τον Αντισυνταγματάρχη Παναγιώτη Γαρδίκα, επιτέθηκε με τα 1ο (Ταγματάρχης Εμμανουήλ Τζανακάκης) και 3ο (Ταγματάρχης Παναγιώτης Τσιμπουράκης) Τάγματα στην πρώτη γραμμή. Το 2ο Τάγμα, μείον τον 6ο Λόχο και τη πολυβολαρχία του που είχαν ενισχύσει το 1ο Τάγμα, τηρήθηκε ως εφεδρεία. Το 1/45 Γαλλικό Τάγμα, αμέσως μετά την εξόρμηση του 7ου Συντάγματος, κατέλαβε τις θέσεις του στη συμμαχική γραμμή.
Μέχρι τις 05.40 είχαν καταληφθεί όλοι οι αντικειμενικοί σκοποί του Συντάγματος εκτός από το υψόμετρο Μπάρα (Μποσέτ), γιατί ο 6ος Λόχος που ακολουθούσε το 1ο Τάγμα και έπρεπε να ενεργήσει κατ’ αυτού αμέσως μετά την κατάληψη του υψώματος Μπος, έχασε την επαφή και βράδυνε να προωθηθεί.

Το 8ο Σύνταγμα Κρητών, υπό τον Αντισυνταγματάρχη Δημήτριο Σταυριανόπουλο, διέθεσε αριστερά το 2ο Τάγμα (Ταγματάρχης Νικόλαος Ζουδιανός) με αντικειμενικό σκοπό το ύψωμα Ταμπλέτ. Δεξιά διέθεσε το 3ο Τάγμα (Ταγματάρχης Ιωσήφ Βλαστός), ενισχυμένο με τον 1ο Λόχο και την πολυβολαρχία του 29ου Συντάγματος, με αποστολή την κατάληψη των υψωμάτων 459 και Πετίτ Τρανσέ Μπρυνέ. Το 1ο Τάγμα τηρήθηκε ως εφεδρεία.


Μέχρι τις 05.40 το 2ο Τάγμα κατέλαβε το ύψωμα Ταμπλέτ, χωρίς να συναντήσει σοβαρή εχθρική αντίσταση. Στη συνέχεια, ο 5ος Λόχος του εφεδρικού 2ου Τάγματος του 7ου Συντάγματος, με διαταγή του Διοικητή της Μεραρχίας επιτέθηκε και κατέλαβε το ύψωμα Μπάρα. Το 3ο Τάγμα εκδήλωσε την επίθεση του περίπου στις 14.00 και μέσα σε ελάχιστο χρόνο κατέλαβε, σχεδόν χωρίς αντίσταση του εχθρού, το ύψωμα 459 και το Πετίτ Τρανσέ Μπρυνέ. Μετά την κατάληψη όλων των αντικειμενικών σκοπών, τα τμήματα σταθεροποιήθηκαν επ’ αυτών και άρχισε η αμυντική οργάνωση του εδάφους.
Ο ασύρματος της Μεραρχίας, εξαιτίας του εχθρικού βομβαρδισμού, και τα οπτικά μέσα, εξαιτίας της νεφώσεως, δε λειτούργησαν. Επίσης το αεροσκάφος που διατέθηκε για το σύνδεσμο καταρρίφθηκε από τον εχθρό. Ωστόσο, η διεύθυνση και ο συντονισμός του αγώνα εξασφαλίστηκαν ικανοποιητικά με τα άλλα μέσα επικοινωνίας. Όλοι οι ανεφοδιασμοί, η αναχορηγία πυρομαχικών, καθώς και οι διακομιδές λειτούργησαν αποτελεσματικά.

Συνελήφθησαν 210 αιχμάλωτοι και κυριεύτηκε πολύ υλικό, μεταξύ του οποίου και τρία πολυβόλα. Οι απώλειες της Μεραρχίας Κρήτης ήταν σχετικά μικρές και ανήλθαν σε 71 νεκρούς και 314 τραυματίες. Στη Μεραρχία Σερρών, στο αριστερό, είχε ανατεθεί η κατάληψη της γραμμής χωριό Λαγκαδιά – ύψωμα Σαγράδα (Μποά ντε Μπολγκάρ) – ύψωμα Μπλοκ Ροσέ.
Ο διοικητής της Μεραρχίας ανέθεσε στο 2ο Σύνταγμα Σερρών, υπό τον Αντισυνταγματάρχη Χαράλαμπο Τσερούλη, να καταλάβει τη γραμμή αυτή με τους 6ο και 7ο Λόχο του 2ου Τάγματος (Λοχαγός Παύλος Παλλίδης), ενώ με το 1ο Τάγμα (Λοχαγός Νεόκοσμος Γρηγοριάδης) θα τηρούσε το σύνδεσμο μεταξύ του χωριού Λαγκαδιά και του υψώματος Σαγράδα. Με το 3ο Σύνταγμα Σερρών υπό τον Ταγματάρχη Νικόλαο Καλομενόπουλο και το 2ο Τάγμα (Λοχαγός Μιχαήλ Καλονάρος) θα εξασφάλιζε το σύνδεσμο με την αριστερά Σέρβικη Μεραρχία Τίμοκ. Ως εφεδρεία η Μεραρχία τήρησε μια διλοχία του 3ου Τάγματος του 2ου Συντάγματος και μία διλοχία του 1ου Τάγματος του 3ου Συντάγματος. Το 1ο σύνταγμα Σερρών και το 3ο Τάγμα του 3ου Συντάγματος είχαν διατεθεί στη Μεραρχία Αρχιπελάγους.

Στις 04.55 της 17ης/30ης Μαΐου τα τμήματα του 2ου Συντάγματος επιτέθηκαν και μέχρι τις 06.15 είχαν καταλάβει όλους τους αντικειμενικούς τους σκοπούς χωρίς σοβαρή εχθρική αντίσταση. Ο σύνδεσμος με τη Μεραρχία Αρχιπελάγους δεν επιτεύχθηκε, εξαιτίας του σκληρού αγώνα του εκεί 5ου Συντάγματος της Μεραρχίας Αρχιπελάγους που δεχόταν αλλεπάλληλες εχθρικές αντεπιθέσεις. Για την ενίσχυση του η Μεραρχία Σερρών απέστειλε την εφεδρική διλοχία 3ου Τάγματος του 2ου Συντάγματος και ένα Λόχο Μηχανικού, που συνέβαλαν αποφασιστικά στην απόκρουση του εχθρού.
Οι επικοινωνίες της Μεραρχίας Σερρών, όπως και οι διακομιδές, η περίθαλψη, οι ανεφοδιασμοί και η αναχορηγία πυρομαχικών, λειτούργησαν ικανοποιητικά. Παρουσιάστηκαν όμως δυσκολίες στην αναχορηγία πυρομαχικών πεζικού, λόγω της κοινής αποθηκεύσεώς τους με την Μεραρχία Αρχιπελάγους. Οι απώλειες της Μεραρχίας ήταν 32 νεκροί και 113 τραυματίες.
Την ημέρα της επιθέσεως ο καιρός ήταν νεφελώδης και βροχερός και ευνόησε την επίθεση, γιατί τύφλωσε τα εχθρικά παρατηρητήρια. Το φίλιο πυροβολικό πέτυχε καλά αποτελέσματα στην καταστροφή των εχθρικών οργανώσεων. Διασώθηκαν μόνο ορισμένα πολυβολεία και σε μερικά σημεία δεν πραγματοποιήθηκαν τα προβλεπόμενα ρήγματα στα εχθρικά συρματοπλέγματα. Το ηθικό και η γενναιότητα των αντρών προκάλεσαν το θαυμασμό των Συμμάχων και εξασφάλισαν την εμπιστοσύνη τους.

Ο Αρχιστράτηγος των συμμαχικών δυνάμεων Γκυγιωμά στην υπ’ αριθμόν 71 διαταγή του τόνιζε σχετικά:

¨Χάρις εις την απαράμιλλον ανδρείαν του και την υπέροχον αυτού ορμητικότητα, το Ελληνικόν πεζικόν του Στρατηγού Ζυμβρακάκη εν στενώ συνδέσμω μετά του πυροβολικού και της αεροπορίας άτινα, παρά τας δυσμενείς καιρικάς συνθήκας, επέτυχον να εκτελέσωσιν απάσας τας αποστολάς αυτών, υπερενίκησεν άπαντα τα εφ’ ενός των πλέον ανωμάλων εδαφών συσσωρευόμενα εμπόδια και επέτυχε την διά περιλάμπρου ενεργείας κατάληψιν των Βουλγαρικών θέσεων, επί μετώπου 12 χιλιομέτρων, συλλαβόν πλέον των 1.700 αιχμαλώτων και κυριεύσαν σημαντικόν υλικόν.¨
Επιπλέον, ο Αρχιστράτηγος εξέφρασε τα συγχαρητήρια του με ειδική διαταγή προς τη Μεραρχία Αρχιπελάγους, η οποία είχε και το βάρος της κυρίας επιθέσεως.
Η απήχηση της νίκης αυτής ήταν πολύ μεγάλη σε όλη την Ελλάδα. Οι Έλληνες λησμόνησαν προσωρινά τα πολιτικά τους πάθη και γέμισαν από εθνική υπερηφάνεια. Το φρόνημα στις μονάδες εξυψώθηκε και οι άντρες με αδημονία και υπερηφάνεια ανέμεναν να αναμετρηθούν με τον εχθρό και να δοξάσουν για μία ακόμη φορά τα ελληνικά όπλα, όπως είχαν πράξει και κατά τις ένδοξες ημέρες των νικηφόρων Βαλκανικών Πολέμων 1912-1913.


ΠΗΓΗ http://www.istorikathemata.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου