Τρίτη 28 Οκτωβρίου 2014

Η ΖΩΗ ΣΕ ΕΝΑ ΠΟΛΕΜΙΚΟ ΠΛΟΙΟ ΤΟΥ Β' ΠΠ.



Η ζωή σε ένα πολεμικό πλοίο του Β’ΠΠ.
…όπως την έζησε και την περιγράφει ο Αντιναύαρχος Ιωάννης Ν. Τούμπας



Απόσπασμα από το βιβλίο του Ι. Ν. Τούμπα
 «Εχθρός Εν Όψει. Αναμνήσεις του Δευτέρου
Παγκοσμίου Πολέμου», σελ. 147, Πειραιάς 2008,
ΝΜΕ/ΠΝ/ΥΙΝ.

Ο Αντιναύαρχος Ιωάννης Ν. Τούμπας. ΦΩΤΟ: ΝΑΥΤΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ


Η ζωή μέσα εις ένα πολεμικόν πλοίον και ιδίως εις ένα αντιτορπιλλικόν, είναι κατά την διάρκεια του πολέμου, πάρα πολύ ενδιαφέρουσα.
Εις ένα αντιτορπιλλικόν, όλοι οι επιβαίνοντες, ο Κυβερνήτης, οι Αξιωματικοί, οι υπαξιωματικοί, και οι ναύται, αποτελούν μιαν μικράν ομοιογενή οικογένειαν, η οποία ζη, εργάζεται και αισθάνεται, κατά τρόπον τελείως ιδιότυπον.
Τρόπον ο οποίος δεν ομοιάζει καθόλου, προς τον τρόπο ζωής του Στρατού και της Αεροπορίας.
Το Καράβι, δι’ αυτούς που αποτελούν το πλήρωμά του, είναι το παν. Είναι το σπίτι τους, είναι το μέρος που κάνουν τα γυμνάσιά τους, είναι το μέσον που τους μεταφέρει ανά τον κόσμον και τέλος είναι το μέρος εις το οποίον πολεμούν.
Σκεφθείτε ολίγον όλας αυτάς τας εννοίας συγκενητρωμένας εις ένα και το αυτό. Αντιλαμβάνεσθε τότε πόσον συνδέεται, πόσον προσκολλάται κανείς εις το Καράβι του. Ο κάθε ένας το θεωρεί ιδικό του, ιδιοκτησία του. Το θεωρεί το Καράβι του. Όταν λέγει κανείς το Καράβι μου εννοεί χίλια δυο πράγματα. Το στρώμα του, το κανόνι του, το φαϊ του, τους φίλους του, τα αισθήματά του, το καθήκον του, την μοίρα του.
Το κτητικόν μου, που προσθέτει όταν κάποιος ομιλεί δια το καράβι εις το οποίον υπηρετεί, λέγει πολλά.
Ένα ιδιαίτερον χαρακτηριστικόν των πλοίων, χαρακτηριστικόν που εξηγεί πολλά, είναι ότι όλοι οι επιβαίνοντες, από τον Κυβερνήτην έως τον τελευταίον ναύτην, έχουν κοινήν την τύχην.
Τα ίδια θα περάσουν όλοι, είτε καλά είτε κακά.
Από την ίδια βόμβα θα πάνε όλοι. Δεν υπάρχει πρώτη και δευτέρα γραμμή. Όλοι ευρίσκονται πάντοτε εις την πρώτην γραμμήν. Είτε τα στοιχεία της φύσεως, είτε τον εχθρόν, θα τα αντιμετωπίσουν όλοι μαζί.
Αυτός ο τρόπος της διαβιώσεως, δημιουργεί έναν τελείως ιδιαίτερον δεσμόν μεταξύ όλων όσων συνυπηρετούν. Ο ένας ενδιαφέρεται δια τον άλλον. Ο κυβερνήτης βλέπει τους ναύτας του και εκτός της ώρας της εργασίας. Ζη μαζί τους εις δύο μέτρων απόστασιν. Είναι γείτονες. Βλέπονται ένα σωρό φορές την ημέρα. Χαμογελά ο ένας είς τον άλλον, όταν χαιρετούνται! Αυτό είναι το σημείον, εις το οποίον διαφέρουν τα Ναυτικά όλων των Κρατών, από τας άλλας Ενόπλους Δυνάμεις.
Το χαμόγελο! Το χαμόγελο του Ναυτικού. Είναι το ιδιαίτερον χαρακτηριστικόν και το προνόμιον του Ναυτικού.
Εάν δείτε ότι δεν υπάρχει χαμόγελο σε ένα καράβι, πρέπει να προσέξετε, διότι ασφαλώς κάτι στραβό θα υπάρχει.
Εις την Μέσην Ανατολήν το καράβι ήτο το παν δι’ ημάς. Είχαμε μέσα όλα τα υπάρχοντά μας και ήτο το μοναδικό σπίτι μας.
Δια τον λόγον αυτόν έπρεπε να κανονισθή αναλόγως και η ενδιαίτησις. Δια πρώτη φορά εις το Ναυτικόν, επετράπησαν τα βαλιτσάκια. Δεν εχωρούσαν εις τα ενθέμια όλα τα πράγματα των ναυτών.
Το φαγητό μας έπρεπε να το προσέξομεν περισσότερον παρά ποτέ. Χάρις εις τον άξιον ναύτην μας, τον Καπνιάν, εις τον ΑΕΤΟΝ ετρώγαμε καλλίτερα, από κάθε άλλο πλοίον. Η ίδια κουζίνα, το ίδιο φαγητό για όλους.
Ένας ναυτης μελαγχολικός, που νοσταλγούσε τους δικούς του, έπρεπε να ακούση ολίγα λόγια σοβαρά, παρηγορητικά, από τον Κυβερνήτην του. Ο Κυβερνήτης έπρεπε να δώση «κουράγιο» εις τους άνδρας του, κουράγιο όχι δια να αντιμετωπίσουν τον θάνατον εις την μάχην, αλλά κουράγιο δια να αντιμετωπίσουν την ζωήν. Και κάπου κάπου, κανένα αστείο, είναι πολύτιμο καμμιά φορά.
Αν έβλεπα κανένα ναύτην σκεπτικόν ή μελαγχολικόν, εσυνήθιζα να του λέω, ότι με τέτοια μούτρα θα τον χάσουμε τον πόλεμον! Αμέσως ερχόταν το γέλιο.
Κατόπιν τα γράμματα. Έπρεπε να διατηρηθή η ελπίς της αναμονής ενός γράμματος, ενός σημειώματος από την Πατρίδα, ο δεσμός με του ειδικούς του. Έγραψες στο σπίτι σου με τον Ερυθρό Σταυρό; Εις την αρχήν δεν πολιπίστευαν εις αυτόν τον τρόπον της αλληλογραφίας. Μόλις όμως, ύστερα από μήνας, άρχισαν να έρχονται τα πρώτα γράμματα του Ερυθρού Σταυρού από την Ελλάδα, το πράγμα άλλαξε. Όλοι εκρέμοντο από αυτό το ανεκτίμητο χαρτάκι.

Έπρεπε να διατηρηθεί η ελπίδα της αναμονής ενός  γράμματος...ΦΩΤΟ: Κρίστυ Εμίλιο Ιωαννίδου

Όλοι όσοι επολέμησαν μακριά από τα σπίτια τους, θα ενθυμούνται πάντοτε με ευγνωμοσύνην τον Ερυθρόν Σταυρόν, την υπέροχον αυτήν ανθρωπιστική οργάνωση.
Κατά τα ταξίδια η ζωή ήτο ρυθμισμένη μέχρι και της τελευταίας λεπτομερείας.
Όλοι ήξευραν ότι η επιτυχία μας, αλλά και ηασφάλειά μας, εξηρτώντο από τον καθένα. Δι’ αυτό, όλοι έκαναν την υπηρεσία τους  με απόλυτον ευσυνειδησίαν.
Εάν κανείς δεν εγνώριζε καλά τα καθήκοντά του, σχεδόν πριν το αντιληφθή ο αρμόδιος Αξιωματικός, θα του τα είχαν μάθει αμέσως οι άλλοι ναύται.
Εις τα αντιτορπιλλικά τύπου ΑΕΤΟΣ, το διαμέρισμα του Κυβερνήτου είναι εις την πρύμνην. Αυτό εις τον σημερινόν πόλεμον σημαίνει, ότι όταν το καράβι ταξιδεύει, ο Κυβερνήτης δεν ημπορεί να μένη και να κοιμάται εκεί.
Διότι εις την θάλασσαν και ιδίως κατά την νύκτα, κάθε έκτακτον γεγονός, όπως είναι η εμφάνισης του εχθρού ή οτιδήποτε άλλο, είναι κατά κανόνα απρόοπτον, είναι τελείως αιφνίδιον και επομένως πρέπει ο Κυβερνήτης να είναι πάντοτε έτοιμος, δια να ευρεθή αμέσως εις την γέφυραν μόλις αναφερθή το παραμικρόν έκτακτον.
Λόγω τούτου, μόλις το πλοίον απέπλεεν, αμέσως, από εκείνην την στιγμήν ανέβαινα εις την γέφυραν, την οποίαν δεν εγκατέλειπα πλέον παρά μόνον όταν ετελείωνε το ταξίδι. Εκοιμώμουν εις την κάτω γέφυραν, εις ένα καναπέ του γραφείου χαρτών. Εκεί μέσα επίσης έτρωγα.
Κατά τον πόλεμον ο Κυβερνήτης μένει συνήθως άγρυπνος καθ’ όλην την νύκτα και κοιμάται κατά την ημέραν. Κατά την ημέραν είναι πάντοτε πιο εύκολα τα πράγματα. Κατά την νύκτα όμως η ασφάλεια, ή η δράσις του πλοίου είναι ζήτημα δευτερολέπτων. Φυσικά πάντοτε κοιμάται κανείς ντυμένος.
Αντιναύαρχος Ιωάννης Ν. Τούμπας. ΦΩΤΟ: ΝΑΥΤΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ

Καθ’ όλην την διάρκειαν του ταξιδιού, ο Κυβερνήτης ζη και κινείται ανάμεσα εις τας δύο γεφύρας. Όλοι οι άλλοι ημπορούν μετά την υπηρεσία τους να πάνε όπου θέλουν εις το καράβι. Ο Κυβερνήτης είναι ο μόνος που είναι κολλημένος εις την γέφυραν.
Δεν πρέπει όμως να νομίση κανείς ότι ο τρόπος αυτός της ζωής είναι ενοχλητικός δια τον Κυβερνήτην. Ομιλώ δια λογαριασμόν μου. Κάθε άλλο. Από την γέφυραν, βλέπει το κάθε τι εις το καράβι και έχει κάτω από τα μάτια του τους πάντας και τα πάντα. Τας ατελειώτου ώρας του ταξιδιού τας επερνούσα διαβάζοντας, σκεπτόμενος και κυρίως φανταζόμενος.
Ο Κυβερνήτης πρέπει να ημπορεί να φαντάζεται. Πρέπει να περνούν από το μυαλό του όλα όσα ημπορούν να του συμβούν και να προσπαθή να εύρη τον τρόπον, με τον οποίον θα τα αντιμετωπίση. Είναι ένας τρόπος και αυτός, δια να μη αιφνιδιάζεται με το παραμικρό.
Πρέπει να τονίσω εδώ, ότι πολλά, ίσως τα περισσότερα από όσα γεγονότα και επεισόδια μου συνέβησαν κατά τον πόλεμον, τα είχα φαντασθή και έτσι ευρέθην έτοιμος να τα αντιμετωπίσω αυθωρεί και κατά τον ορθότερον τρόπον. Πιστεύω, ότι ένας καλός Κυβερνήτης, πρέπει απαραιτήτως να έχει φαντασίαν.
Επίσης, οι Αξιωματικοί, είναι συνεχώς απησχολημένοι όταν το πλοίον ταξιδεύει. Διότι εκτός  από τας ώρας που έχουν φυλακήν (βάρδια), απασχολούνται και επί πολλά άλλας ώρας, με το προσωπικόν και το υλικόν των επιστασιών των.
Οι Αξιωματικοί έχουν πάντοτε το νου τους εις την γέφυραν, ώστε μόλις χρειασθή, να ευρεθούν αυστογμεί επάνω. Ένας Αξιωματικός που και αυτός είναι, σαν τον Κυβερνήτην, κολλημένος εις την γέφυραν, είναι ο Αξιωματικός Ναυτιλίας.
Πάντοτε με κάτι θα έχη να ασχοληθή. Και κάθε λίγο και λιγάκι πάντοτε ο Κυβερνήτης κάτι θα έχη να του ειπή, κάτι θα έχη να τον ερωτήση.
Οι ναύται μετά την άδειά τους είναι ελεύθεροι.
Συνήθως όσοι δεν είχαν βάρδια εμαζεύοντο τα απογεύματα εις το τρίτον πυροβόλον και ετραγουδούσαν διάφορα Ελληνικά τραγούδια. Μου ήτο πολύ ευχάριστο να ακούω να φθάνουν έως την γέφυραν, σβυσμένα από την απόστασιν, τα τραγούδια αυτά των ναυτών μου, εις τους οποίους πολύ ευχαρίστως εσυγχωρούσα τας παραφωνίας των, εφ’ όσον με το τραγούδι τους μου εθύμιζαν την μακρυνήν Πατρίδα μας.
Όλη –όλη η ψυχαγωγία εν πλω, ήσαν τα τραγούδια αυτά και το ραδιόφωνον. Τα νέα τα ηκούαμεν από το το Μπι-Μπι-Σι και το Σταθμόν του Καϊρου.

Το πλήρωμα του Θ/Κ ΑΒΕΡΩΦ εορτάζει τις νίκες του ελληνικού στρατού στην Αλβανία 20-12-1940 ΦΩΤΟ: ΝΑΥΤΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ

Μόλις ενύκτωνεν είχαμε το περίφημο «Μπλάκ – Άουτ», την κάλυψιν φώτων. Δεν διεκρίνετο ούτε μια χαραμάδα φωτισμένη.
Το κάπνισμα εις το κατάστρωμα δεν εποτρέπετο. Έχει αποδειχθεί, ότι το φως του τσιγάρου, ημπορεί να φανή από αποστάσεως ενός μιλλίου! Δηλαδή 1852 μέτρα! Είναι απίστευτον και όμως είναι γεγονός. Ένα τσιγάρο ημπορεί να δείξη θαυμάσια εις ένα υποβρύχιον, την ύπαρξη ενός πλοίου. Ένα τσιγάρο έχει προκαλέσει δράματα!
Ένα εμπειροπόλεμο πλήρωμα, φαίνεται από δύο πράγματα χαρακτηριστικά.
Κανείς δεν καπνίζη εις το κατάστρωμα κατά την νύκτα και κανείς δεν ομιλεί δυνατά όταν το καράβι έχει αναλάβει δράσιν, διότι όλοι γνωρίζουν, ότι κατά την νύκτα το αυτί παίζει μεγάλο ρόλον. Όλοι γνωρίζουν ότι πρέπει να υπάρχη απόλυτος ησυχία δια να ημπορή να ακούη καλά ο Κυβερνήτης. Ιδίως όταν το καράβι υφίσταται αεροπορικήν επίθεσιν κατά την νύκτα, από το αυτί του Κυβερνήτου εξαρτάται κατά πολύ η ασφάλεια του πλοίου ή ασφάλεια όλων.
Αργότερα θα ιδούμε πόσον ακριβές είναι αυτό.
Όταν εφθάναμε εις έναν λιμένα, όλοι όσοι είχαν σειρά δια να εξέλθουν εις την ξηράν, όσοι είχαν «Εξόδου», ήσαν ντυμένοι του  «κουτιού». Φρεσκοξυρισμένοι, φρεσκοσιδερωμένοι, μυρωδάτοι. Ήσαν πραγματικώς μια χαρά οι ναύται μας κατά την εποχήν εκείνην από απόψεως εμφανίσεως. Ιδίως ήσαν πάντοτε κατακάθαροι.
Εις τα ταξίδια μας εις διάφορα μέρη τους είχαν πολύ εκπολιτίσει. Επί πλέον ήξευραν ότι εάν πάντοτε η καθαριότης έχει την αξίαν της, ιδιαιτέρως κατά τον πόλεμον, έχει μεγαλυτέραν. Διότι εάν κανείς τραυματισθή, εξαρτάται κατά πολύ από την σωματικήν του καθαριότητα να μην μολυνθή το τραύμα του. Αυτό το εγνώριζαν και το ετήρουν πολύ και οι Αρχαίοι Έλληνες. Ενθυμείστε τον καλλωπισμόν και το ξύρισμα των 300 του Λεωνίδα προ της μάχης των Θερμοπυλών. Αυτά τους είχαμε μάθει και τα είχαν καταλάβει πολύ καλά.
Δεν έχει ανάγκην ο οπλονόμος, να κυνηγά τους ναύτας δια να πλένονται. Αντιθέτως πολλά ήταν τα παράπονα του Πρώτου μηχανικού, δια την μεγάλην κατανάλωσιν νερού που είχαμε εις τον ΑΕΤΟΝ!!
Οι ναύται μας κατά κανόνα ήσαν συμπαθείς εις τους λιμένας που επηγαίναμε. Αυτό ωφείλετο εις το ότι τα γλέντια τους ήτο πολιτισμένα και ποτέ δεν υπερέβαιναν τα όρια. Είχαν μάθει να μην ενοχλούν τους κατοίκους των τόπων που επισκεπτόμεθα. Και το κυριώτερον, δεν είχαν τα μεθύσια που βλέπει κανείς εις τους ξένους ναύτας και ιδίως εις τους Αγγλοσάξωνας.
Ήδη κατά τα διάφορα ανά την Μεσόγειον ταξίδια μας, εκυκλοφορούσαμε μεταξύ τεσσάρων Κρατών. Της Αιγύπτου, της Παλαιστίνης, του Λιβάνου και της Συρίας.
Διαφορετικά ήθη, διαφορετικά χρώματα, διαφορετικά νοιμίσματα. Όλα αυτά τα έζησαν οι ναύται μας και άρχισαν να παίρνουν το ύφος του κοσμογυρισμένου.
Ποτέ δεν μου εδημιούργησεν ζητήματα το πλήρωμά μου, εις τα διάφορα μέρη που επηγαίναμε. Ήσαν ευπρεπέστατοι. Με τον καιρόν, ο ΑΕΤΟΣ, είχε γίνει αρκετά αξιόμαχον πλοίον. Η εποχή που εκυβερνούσα ένα πλοίον, ανοργάνωτον, είχε περάσει. Τώρα ο καθείς εγνώριζε την δουλειά του καλά και εγώ ημπορούσα να βασίζομαι εις το πλοίον μου. Όταν εσημαίνετο κατά την νύκτα συναγερμός, όλαι αι θέσεις μάχης ήσαν έτοιμαι εντός ενός λεπτού! Αρκετά ικανοποιητικός χρόνος.




Παντού όπου επηγαίναμε, το πλήρωμα είχε τις παρέες του. Αλλά το «σπίτι» τους, ήτο η Αλεξάνδρεια. Εκεί ένοιωθαν σαν να ήσαν εις τον τόπον τους.
Όταν συνέβαινε να είμεθα, κατά την νύκτα, κοντά εις  την Αλεξάνδρειαν, ενώ την εβομβάριδζαν οι Γερμανοί, τότε εβλέπαμε ένα καταπληκτικό θέαμα. Έμοιαζε σαν φαντασμαγορική ταινία του Ντίσνεϋ. Φαντασθείτε χιλιάδες τροχιοδεικτικών βλημάτων να πετούν προς τον ουρανόν. Φωτιστικά να φωτίζουν από ψηλά όλην την περιοχήν, λάμψεις από βόμβες που έσκαζαν κάτω, λάμψεις από εκρήξεις των αντιαεροπορικών βλημάτων που έσκαζαν εις τον αέρα, εκατοντάδες προβολέων να ερευνούν τον ουρανόν.
Οι τροχιοδείκται των αντιαεροπορικών βλημάτων, που είχαν διάφορα χρώματα, κόκκινα , μπλε, κίτρινα, επαιχνίδιζαν μεταξύ τους και όλα αυτά μαζί εφαίνοντο σαν να ήσαν έργο ενός θαυματουργού καλλιτέχνου πυροτεχνημάτων.
Ήτο ένα από τα ωραιότερα και μεγαλοπρεπέστερα θεάματα που ημπορούσε να  ιδή ένας άνθρωπος. Και όμως αυτό το ωραίον θέαμα, εσκόρπιζε τον θάνατον!
Κατά τα ταξίδα μας πάντοτε υπήρχεν εις το πλοίον μια ατμόσφαιρα αισιοδοξίας, ευχαριστήσεως και υπερηφανίας.
Το καλόν διοικητικόν του Υπάρχου και των Αξιωματικών του πλοίου και η πρόνοια με την οποίαν ούτοι περιέβαλλαν τους ναύτας των, συνετέλεσαν κατά πολύ εις την διαμόρφωσιν των συναισθημάτων αυτών. Είμαι βέβαιος ότι τα αισθήματα αυτά ωφείλοντο εις μεγάλον βαθμόν  και εις το συναίσθημα  που του εδημιούργει το υποσυνείδητον , ότι έκαναν το καθήκον τους.
Το γεγονός είναι, ότι υπήρχε πολύ κέφι και χιούμορ εις το καράβι και το κάθε τι που συνέβαινε το αντιμετώπιζαν με το γέλιο.
Μόλις εφθάναμε σε ένα λιμάνι , αμέσως ο Ναύκληρος άρχιζε με την «αγγαρείαν» του το σιγύρισμα του καραβιού. Κάτι θα είχε σκουριάσει από την θάλασσα, κάπου το χρώμα θα είχε φύγει από το κτύπημα του καραβιού στα κύματα. Αυτά έπρεπε αμέσως να διορθωθούν, να γυαλιστούν, να χρωματισθούν. Ένα καράβι πρέπει πάντοτε να είναι, όχι μόνον σιγυρισμένον, αλλά και καλοβαμένον, πρέπει να φαίνεται ωραίον, να είναι κομψόν. Το Καράβι ήτο όπως το σπίτι μας και όπως δεν αφήνεις ένα σπίτι βρώμικο και ασιγύριστο, έτσι δεν αφήνεις και το καράβι σου να είναι σε χάλια.
Έχει μεγάλην επίδρασιν επί του ηθικού, η εσωτερική τάξις και η καθαριότης, καθώς και η εξωτερική εμφάνισης του καραβιού. Ακάθαρτον και ανοικοκύρευτο καράβι, έχει κατά κανόνα άσχημον ηθικόν και ηλαττωμένη μαχητικότητα.
Οι Άγγλοι αποδίδουν εξαιρετικήν σημασίαν εις το σημείον αυτό και έχω πάντοτε παρατηρήσει εις τα φύλλα ποιότητος, που έχουν συντάξει κατά τον πόλεμον Άγγλοι Ναύαρχοι, να τονίζουν την «κομψήν εμφάνισιν του πλοίου».
Χάρις εις τον Ύπαρχον και τους Αξιωματικούς του, ο ΑΕΤΟΣ ανεφέρετο πάντοτε ως ένα εκ των πλέον περιποιημένων και κομψοτέρων πλοίων του Ελληνικού Ναυτικού.
Ένα στοιχείο που προσέθετε πολύ εις την εμφάνισιν του πλοίου, ήτο το «καμουφλάζ» του. Εκάναμε σχέδια επί σχεδίων, δια να καταλήξωμεν εις το καμουφλάζ με το οποίον θα εχρωματίζαμε τον ΑΕΤΟΝ. Έπρεπε να συνδυάσουμε χρωματισμούς, που θα απέκρυπταν κατά το δυνατόν περισσότερον, το καράβι κατά την νύκτα, με την κομψή του εμφάνισιν.
Εις το τέλος το επετύχαμε και το καμουφλάζ του ΑΕΤΟΥ ήτο ονομαστόν εις την Μεσόγειον.

Αετός D-01 (1912-1946)




Πρώην Αργεντινό SAN LUIS
ΑΝΤΙΤΟΡΠΙΛΙΚΟ
ΑΝΙΧΝΕΥΤΙΚΟ
      


Διαστάσεις: 89,4 / 8,3 / 3 μέτρα Εκτόπισμα: 880 / 1.033 τόν. Πρόωση: 4 ανθρακολέβητες και 1 πετρελαιολέβητας, 5 καπνοδόχοι. Το 1925 έκανε στην Αγγλία εκτεταμένη μετασκευή των λεβήτων του. Οι καπνοδόχοι έγιναν 2 και τοποθετήθηκαν 4 πετρελαιολέβητες Yarrow. Ταχύτητα: 31 κόμβοι, μετά τη μετασκευή 32 κόμβοι Οπλισμός: (1912) 4 πυροβόλα Betheleem των 10,2 εκ., 1 Α/Α πυροβόλο 75 χιλ., 6 Τ/Σ 21 ιντσών και 3 ηλεκτρικοί προβολείς. Το 1925 αφαιρέθηκε το πυροβόλο των 75 χιλ., και τοποθετήθηκε 1 πυροβόλο Α/Α των 37 χιλ., 1 πυροβόλο τετράκαννο των 40 χιλ. και 2 βομβοβόλα. Ήταν διασκευασμένο για την πόντιση 40 ναρκών. Το 1942 αφαιρέθηκαν το 3ο και 4ο πυροβόλο και οι τορπιλοσωλήνες της πρύμης. Προστέθηκαν 1 πυροβόλο 3 ιντσών Α/Α, 1 πυροβόλο 20 χιλ. Oerlicon και η συσκευή Α/Υ τύπου 123Α.



Το ΑΕΤΟΣ και τα ιδίου τύπου ΛΕΩΝ, ΠΑΝΘΗΡ και ΙΕΡΑΞ απετέλεσαν την Μοίρα των περίφημων "Θηρίων". Αγοράσθηκαν έτοιμα για παράδοση αντί 148.000 λιρών το καθένα από τα αγγλικά ναυπηγεία Camel Laird στο Λίβερπουλ, όταν ο βαλκανικός πόλεμος ήταν αναπόφευκτος. Τα πλοία αυτά είχαν αρχικά παραγγελθεί από την Αργεντινή. Στις 19 Σεπτεμβρίου 1912 ύψωσαν την ελληνική σημαία, αν και είχαν ακόμη ξένα πληρώματα. Τα πλοία απέπλευσαν ανεξάρτητα, με προορισμό το Αλγέρι, όπου περίμενε το επίτακτο ΙΩΝΙΑ με τα ελληνικά πληρώματα. Το ΑΕΤΟΣ, όταν εισήλθε στη Μεσόγειο, έπαθε σοβαρή βλάβη και έμεινε ακυβέρνητο. Κατά σύμπτωση, πέρασε κοντά του ένα από τα άλλα αντιτορπιλικά και το ρυμούλκησε στο Αλγέρι. Πυρομαχικά αγοράσθηκαν τα απολύτως απαραίτητα για πολεμικές επιχειρήσεις (μόνο 3.000 τεμάχια). Τορπίλες δεν αποκτήθηκαν στη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων. Για το λόγο αυτό, τα πλοία αρχικά ονομάσθηκαν "ανιχνευτικά" και όχι "αντιτορπιλικά". Κατά την παραλαβή, οι Έλληνες αντιμετώπισαν σοβαρές δυσκολίες, γιατί δεν είχαν τη σχετική εμπειρία και συνάμα όλα τα έντυπα και οι επιγραφές ήταν στην ισπανική γλώσσα. Παρ' όλα αυτά, πέτυχαν να κινήσουν τα πλοία και να αποπλεύσουν σε 24 ώρες. Στην περιοχή των επιχειρήσεων εστάλησαν αφού έμειναν λίγες μόνο ημέρες στο Ναύσταθμο. Ο ΑΕΤΟΣ μόνο ρυμουλκήθηκε και χρειάσθηκε επισκευή 5 εβδομάδων. Έλαβε μέρος στους Βαλκανικούς πολέμους (κυβερνήτης Ανπχος Α. Δουρούτης) και στη συνέχεια στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν ήρθε η κατάσχεσή του από τους Γάλλους που είχε επιβληθεί το 1916 και διήρκεσε μέχρις ότου η Ελλάδα βγήκε στον πόλεμο στο πλευρό της Entente. Έλαβε επίσης μέρος στις επιχειρήσεις του Εύξεινου Πόντου μεταξύ 1919-1920, στην Μικρασιατική Εκστρατεία και τέλος στις επιχειρήσεις της περιόδου 1940-45, όπου πρόσφερε πολλές υπηρεσίες, ανάλογες με την ηλικία και τον εξοπλισμό του, η δε δράση του το έφερε μέχρι τον Ινδικό ωκεανό. Μεταξύ Δεκεμβρίου 1941 και Φεβρουαρίου 1942, πραγματοποίησε μετασκευή του οπλισμού του στην Καλκούτα για την καλύτερη εκτέλεση των νέων του αποστολών. Παροπλίσθηκε το 1946.


            http://www.hellenicnavy.gr

Δευτέρα 20 Οκτωβρίου 2014

Η ΑΝΑΚΩΧΗ ΤΟΥ ΜΟΥΔΡΟΥ (17 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1919)

Μετά την διάρρηξη του Μακεδονικού μετώπου (χάρις την ενεργό συμμετοχή του Ελληνικού στρατού) και την αποδοχή των όρων της Αντάντ από την Βουλγαρία, ο Α΄ παγκόσμιος πόλεμος έβαινε προς τον τερματισμό του με μεγάλο ηττημένο τις Κεντρικές Αυτοκρατορίες. Ήδη στο Μακεδονικό μέτωπο άρχισε να διαφαίνεται ο ενδόμυχος ανταγωνισμός μεταξύ Αγγλίας και Γαλλίας για την οικονομική και πολιτική κυριαρχία στην Ανατολή. Συγκεκριμένα στις 5 Οκτωβρίου 1918 στην διασυμμαχική διάσκεψη του Παρισιού ο Clemanseau πρότεινε τα συμμαχικά στρατεύματα στην Μακεδονία υπό τις διαταγές του Γάλλου στρατηγού Franchet d'Esperey να προελάσουν προς την Κωνσταντινούπολη, οι Άγγλοι όμως αρνήθηκαν επίμονα, καθώς δεν ήθελαν να αυξηθεί η Γαλλική επιρροή στην περιοχή και πρότειναν μια ναυτική επιχείρηση στην οποία οι ίδιοι θα είχαν το γενικό πρόσταγμα. Η βίαιη αυτή διένεξη φανέρωνε τις ενδοσυμμαχικές διενέξεις και ανταγωνισμούς λόγω της υποχώρησης της στρατιωτικής αναγκαιότητας και της εμφάνισης πολιτικών και οικονομικών ζητημάτων.


ο Άγγλος ναύαρχος Calthorpe
Ουσιαστικά ο Α΄ παγκόσμιος πόλεμος είχε τελειώσει με την Γερμανία εξουθενωμένη έτοιμη να υπογράψει ανακωχή και την οθωμανική Αυτοκρατορία να παρουσιάζει ένα θέαμα απόλυτης στρατιωτικής, οικονομικής και πολιτικής αποσύνθεσης. Ήδη στις 25 Σεπτεμβρίου παραιτήθηκε η κυβέρνηση των Νεότουρκων υπό τον Ταλαάτ και σχηματίστηκε μια άλλη υπό τον μετριοπαθή Χαλίλ μπέη που προσπαθούσε - μάταια - να εξασφαλίσει κάποιο ευνοϊκό κλίμα με τις δυνάμεις των Συμμάχων. Οι διαπραγματεύσεις για την ανακωχή μεταξύ Αντάντ και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ξεκίνησαν στα τέλη Σεπτεμβρίου στο λιμάνι του Μούδρου στην Λήμνο και διεξήχθησαν μονομερώς από τον Άγγλο ναύαρχο Calthorpe χωρίς την ενεργό συμμετοχή Γάλλου η Ιταλού εκπροσώπου.

Στις 14 Οκτωβρίου προσήλθε στον Μούδρο ο Τούρκος υπουργός ναυτικών Χουσεΐν Ραούφ για να ολοκληρώσει τις διαπραγματεύσεις και να υπογράψει το τελικό κείμενο, κάτι που έγινε στις 17 Οκτωβρίου. Το περιεχόμενο του κειμένου αποτελούσε ουσιαστικά μια άνευ όρων παράδοση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με ταπεινωτικούς όρους που ουσιαστικά προέβλεπαν την κατάλυση της κυριαρχίας της πάνω στα εδάφη που ως τότε κατείχε.

Αναλυτικότερα η ανακωχή του Μούδρου προέβλεπε:

1. Συνολική αποστράτευση του τουρκικού στρατού
2. Παράδοση των Τουρκικών πολεμικών πλοίων στους Συμμάχους
3. Σφράγιση όλων των Τουρκικών αποθηκών όπλων και παράδοσή τους στους Συμμάχους
4. Παράδοση των παραθαλάσσιων οχυρών των στενών της Καλλίπολης στους Συμμάχους
5. Άμεσο άνοιγμα των Στενών και ελεύθερη ναυσιπλοΐα στην περιοχή
6. Οι Τούρκοι αναλάμβαναν την υποχρέωση να παραδώσουν άμεσα όλους τους Γερμανούς και Αυστριακούς αξιωματικούς που βρίσκονταν στα εδάφη τους
7. Οι Σύμμαχοι αποκτούσαν το δικαίωμα να καταλάβουν οποιοδήποτε στρατηγικό σημείο της Αυτοκρατορίας έκριναν αυτοί σκόπιμο
8. Οι Τούρκοι αναλάμβαναν την υποχρέωση να εφοδιάσουν τις συμμαχικές αποστολές με εφόδια και καύσιμα
9. Οι Σύμμαχοι αποκτούσαν το δικαίωμα να καταλάβουν στρατιωτικά τις πετρελαιοφόρες περιοχές του Βατούμ και της Μοσούλης
10. Τέλος, οι Τούρκοι όφειλαν άμεσα να εκκενώσουν στρατιωτικά τις περιοχές της Μεσοποταμίας, Κιλικίας, Παλαιστίνης, Συρίας και Αρμενίας (εδάφη που είχαν διανεμηθεί ήδη μεταξύ Άγγλων και Γάλλων με την περιβόητη μυστική συμφωνία Σάικς - Πικώ το 1916)

Η συμφωνία Σάικς - Πικώ
Δεν χρειάζεται εκτενής ανάλυση για να γίνει αντιληπτό ότι η ανακωχή του Μούδρου αποτελούσε πειστήριο της απόλυτης συντριβής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και προοίμιο του οριστικού διαμελισμού της. Η ανακωχή του Μούδρου αποτέλεσε τον θρίαμβο της Αγγλικής πολιτικής στην Ανατολία, κάτι όμως που δυσαρέστησε τους Γάλλους και τους Ιταλούς που είχαν βλέψεις στην περιοχή. Ο ανταγωνισμός των τριών δυνάμεων φάνηκε ακόμη και στις διαπραγματεύσεις για την ανακωχή κατά τις οποίες οι εκπρόσωποι της Γαλλίας και της Ιταλίας είχαν παραμεριστεί εντελώς. Ακριβώς ο ανταγωνισμός των Συμμάχων και η αντιζηλία μεταξύ τους δεν επέτρεψαν την εφαρμογή των όρων της ανακωχής. Η Γαλλία και η Ιταλία δεν συμμετείχαν καθόλου στην εφαρμογή της ανακωχής, αλλά αντιθέτως οι εκπρόσωποι τους στην Κωνσταντινούπολη διεξήγαγαν επαφές με Τούρκους ιθύνοντες, θεωρώντας τον Τουρκικό εθνικισμό ως παράγοντα ανάσχεσης της Αγγλικής επιρροής στην περιοχή. Η Ιταλική κατοχή στην Αλικαρνασσό όχι μόνο δεν βοήθησε την επιβολή των όρων ανακωχής, αλλά αντιθέτως προμήθευε με νέα όπλα και αποτελούσε ένα ασφαλές καταφύγιο για τις άτακτες Τουρκικές ομάδες όταν αυτές παρενοχλούσαν τις Ελληνικές δυνάμεις.

Αλλά και η Αγγλία δεν κατάφερε σπουδαία πράγματα στην εφαρμογή των όρων της ανακωχής. Κι αυτό γιατί δεν διέθετε αρκετά στρατεύματα για να καταλάβει ή να αστυνομεύσει τις αχανείς εκτάσεις της Μικράς Ασίας καθώς η ίδια έβγαινε οικονομικά τραυματισμένη από τον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο, ενώ τα στρατεύματα της αποστρατεύονταν μαζικά τόσο για πολιτικούς όσο και για οικονομικούς λόγους. Έτσι οι Άγγλοι περιορίστηκαν να καταλάβουν την περιοχή των Στενών και της
Κωνσταντινούπολης που αποτελούσε νευραλγικό οικονομικό κέντρο της περιοχής και περιορίστηκαν
Το Αγγλικό πολεμικό "Αγαμέμνων" όπου υπογράφτηκε η ανακωχή
να διασπείρουν αραιές αποστολές με Άγγλους αξιωματικούς στην ευρύτερη περιοχή, που τυπικά επέβαλλαν την συμμαχική θέληση σφραγίζοντας τις Τουρκικές αποθήκες με πυρομαχικά, ουσιαστικά αδυνατώντας να επιβάλλουν οτιδήποτε.

Πολύ σύντομα το περιεχόμενο των αποθηκών αυτών εξόπλισε συμμορίες ενόπλων Τσετών. Αργότερα το Γερμανικό στρατιωτικό υλικό των αποθηκών της Άγκυρας και της Σεβάστειας που η φύλαξη τους είχε δοθεί από τους Συμμάχους στις Οθωμανικές Αρχές παραδόθηκε ανέπαφο στον Κεμάλ. Το στρατιωτικό υλικό των αποθηκών της Καλλίπολης έπεσε στα χέρια μιας μικρής ομάδας ατάκτων Τούρκων τον Μάιο του 1919 καθώς φυλασσόταν μόνο από 12 άνδρες και 1 Λοχία. Η Συμμαχική αδυναμία φαινόταν από το γεγονός ότι οι ύπατοι αρμοστές των Μεγάλων Δυνάμεων διαμαρτύρονταν για τα φαινόμενα αυτά στην ανίσχυρη κυβέρνηση του σουλτάνου στην Κωνσταντινούπολη, που έτσι ή αλλιώς είχε χάσει κάθε επαφή και επιρροή στις εξελίξεις στην Ανατολία. Χαρακτηριστικό της Συμμαχικής αδυναμίας να επιβάλλει στοιχειωδώς τους όρους της Ανακωχής ήταν η άρνηση του Κιαζήμ Καραμπεκίρ να διαλύσει τις έξι μεραρχίες του στην περιοχή του Καυκάσου, δυνάμεις που αποτέλεσαν βασικό πυρήνα του στρατού του Μουσταφά Κεμάλ μόλις ένα χρόνο μετά. Για να καλύψουν την αδυναμία αυτή και να ανασχέσουν την πορεία των Ιταλών προς την Σμύρνη, οι Άγγλοι θα χρησιμοποιήσουν τον Ελληνικό στρατό εμπλέκοντας την Ελλάδα στην μεγαλύτερη και καταστροφικότερη εκστρατεία της σύγχρονης Ιστορίας της.       

O Κιαζήμ Καραμπεκίρ δεξιά του Κεμάλ
Δεν είναι υπερβολή να πει κάποιος ότι η Τουρκική Εθνική αντίσταση ξεκίνησε να εκδηλώνεται όταν οι Τούρκοι κατάλαβαν ότι οι Σύμμαχοι δεν ήταν σε θέση να επιβάλλουν στρατιωτικά και να περιφρουρήσουν ικανοποιητικά τους όρους που είχαν θέσει οι ίδιοι, αρκετούς μήνες πριν την αποβίβαση του Κεμάλ στην Σαμψούντα. Ήδη από την επομένη της υπογραφής της ανακωχής, αναπτύσσονταν Τουρκικοί εθνικιστικοί πυρήνες σε όλη την Ανατολία γύρω από ανώτατους Τούρκους αξιωματικούς, αλλά ακόμη και στην Κωνσταντινούπολη και στη ίδια την κυβέρνηση του Σουλτάνου. Στελέχη του κομιτάτου "Ένωση και πρόοδος" προπαγάνδιζαν την αντίσταση στους ξένους ήδη από τις αρχές του 1919. Ο Αλή Φουάτ, διοικητής του 20ου Σώματος στρατού στην Άγκυρα ξεκίνησε την οργάνωση Τουρκικής αντίστασης ήδη από τον Μάρτιο του 1919. Οι ενδείξεις για τις Τουρκικές διαθέσεις ήταν πολλές, αλλά οι σύμμαχοι είτε δεν ήθελαν είτε δεν μπορούσαν να δράσουν και να σβήσουν την φλόγα της Τουρκικής αντίδρασης που σιγόκαιε.....   

Κυριακή 12 Οκτωβρίου 2014

ΤΟ ΤΡΑΓΙΚΟ ΝΑΥΑΓΙΟ ΤΟΥ ORIA (11 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1944)

MAMINA RITORNERO...





Μανούλα θα επιστρέψω…

Μια απίστευτη ιστορία, μια απίστευτη τραγωδία…



Κείμενο / Φωτό: Βασίλης Μεντόγιαννης

Ιστορικά αρχεία Oria: Αριστοτέλης Ζερβούδης

Επιμέλεια κειμένου: Ελένη Βλαζάκη

Μεταφράσεις από τα γερμανικά αρχεία: Γιώργος Κουτσουφλάκης / Εφορία Εναλίων Αρχαιοτήτων

Συντήρηση ευρημάτων: Παναγιώτης Μαρκόπουλος / Μουσείο Πολεμικής Αεροπορίας




Μια νεκροκεφαλή μας κόβει την ανάσα. ΦΩΤΟ: Βασίλης Μεντόγιαννης




Σε όλες τις βιβλιογραφίες, σε όλες τις αναφορές που διάβασα, πουθενά δεν αναφέρεται το ναυάγιο αυτό. Φαίνεται πως στο εξωτερικό ελάχιστα πράγματα είναι γνωστά. Εμείς αρχικά μάθαμε για αυτό μελετώντας τυχαία, ένα βιβλίο σχετικά με τη Λέρο. Διαβάζουμε λοιπόν για ένα ναυάγιο που έγινε στο νησί Πάτροκλος, με 4.184 νεκρούς Ιταλούς αιχμαλώτους!

Αναλογιστείτε το μέγεθος όταν το «Τιτανικός» είχε 1.503 νεκρούς.

Αμέσως ξεκινήσαμε πιο μεθοδικά την έρευνά μας, για να εντοπίσουμε το στίγμα του ναυαγίου.

Έχοντας προσδιορίσει μια συγκεκριμένη θαλάσσια περιοχή, για αρκετό καιρό δεν εντοπίσαμε τίποτε.

Παρ’ όλες τις πληροφορίες που είχαμε για το ακριβές σημείο του ναυαγίου, δεν είχαμε καμιά ένδειξη ότι βρισκόμαστε τουλάχιστον κοντά. Πέρασε αρκετός καιρός όταν είδαμε σε μικρό βάθος, κάτι λαμαρίνες στο βορινό σημείο του νησιού, πολύ κοντά στην περιοχή που ψάχναμε.  ΩΣ τότε αγνοούσαμε και ούτε είχε περάσει από το μυαλό μας, ότι το ναυάγιο μπορεί να είχε ανελκυστεί για σκραπ. Αυτός ήταν και ο λόγος που στο ηχοβολιστικό δεν παρουσιαζόταν κανένα ισχυρό ίχνος. Ακολουθώντας τις λαμαρίνες, το ναυάγιο εντοπίστηκε γρήγορα, με την πρώτη προσπάθεια. Κατευθυνόμενοι από τα συντρίμμια που ξεκινούσαν από τα 9 μέτρα βάθος και συνέχιζαν ως τα 38, συναντήσαμε διάσπαρτες μεγάλες λαμαρίνες, βαρέλια και το πιο συγκλονιστικό, σωρούς από θρυμματισμένα οστά. Σόλες από στρατιωτικά άρβυλα, παγούρια, καραβάνες, είναι ό,τι έχει απομείνει από αυτή τη βουβή τραγωδία.

Καραβάνες και ανθρώπινα οστά πλαισιώνουν τον χώρο του ναυαγίου. ΦΩΤΟ: Βασίλης Μεντόγιαννης

«Εμείς τότε είχαμε πρόβατα και είχα πάει στη στρούγκα. Εκείνο το βράδυ είχε πολύ μεγάλη κακοκαιρία: αστραπές, βροντές, αέρας. Ξαφνικά είδα μια μεγάλη λάμψη στον ουρανό – πού να πάει ο νους μου. Την επομένη μάθαμε ότι είχε γίνει ναυάγιο και η λάμψη ήταν φωτοβολίδα. Το πρωί βρήκαμε όλη την παραλία των Λεγραινών γεμάτη πτώματα. Τρομερό θέαμα – σαν ψόφια ψάρια. Είχε νοτιά τότε, πράγμα σπάνιο για τα μέρη μας, και τους είχε ξεβράσει η θάλασσα. Περίπου 1.500 πτώματα· ήτανε φοβερό. Τα πτώματα, άλλα ντυμένα και μερικά γυμνά. Μετά ήρθανε οι Γερμανοί και μας έδιωξαν, δεν άφηναν να πλησιάσουμε. Ανοίξανε μια τάφρο 100 μέτρα μήκος στη παραλία του Κόρακα και τους θάψανε. Είχε ακουστεί ότι τους τορπίλισαν οι Γερμανοί για να τους πνίξουν. Λέγανε ότι ένας Έλληνας και πέντε Γερμανοί δεν έπαθαν τίποτε. Μέχρι τον Ιούνιο η θάλασσα έβγαζε πτώματα.

Αργότερα θυμάμαι ότι το καράβι το κόψανε. Ήρθανε μεγάλα ρυμουλκά με οξυγόνα και δυναμίτες και δουλεύανε καιρό εδώ». (Γιάννης Κωνσταντόπουλος, κάτοικος Λεγραινών)



Με την βοήθεια του Αριστοτέλη Ζερβούδη, ο οποίος είχε ολοκληρώσει ήδη μια ιστορική έρευνα, μαθαίνουμε και τα υπόλοιπα στοιχεία. Νορβηγικών συμφερόντων, το ατμόπλοιο «Oria», ναυπήγησης του 1920, επιτάσσεται από τους Γερμανούς και συμμετέχει στις επιχειρήσεις για την κατάληψη της Νορβηγίας μεταφέροντας στρατεύματα.

Το Σεπτέμβριο του 1943 χρησιμοποιείται πάλι στις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις εναντίον των Ιταλών στα Δωδεκάνησα.
ΤΟ ORIA

Στις 11 Φεβρουαρίου 1944, στη Ρόδο, φορτώνονται στα αμπάρια του πλοίου 4.233 Ιταλοί αιχμάλωτοι από τη Ρόδο και τη Λέρο. Ειδικότερα επιβιβάστηκαν 43 αξιωματικοί, 118 υπαξιωματικοί και 4.062 στρατιώτες και από τα τρία όπλα.

Το πλοίο αναχωρεί τις απογευματινές ώρες για τον Πειραιά, συνοδευόμενο από τρία ελαφρά αντιτορπιλικά «ΤΑ16», «ΤΑ17» και «ΤΑ19», που έχουν επιταχθεί από τους Ιταλούς. Στο ταξίδι το πλοίο αναπτύσσει ταχύτητα 9 κόμβων. Στο φορτηγό πλοίο επιβαίνουν επίσης 30 Γερμανοί στρατιώτες ως φρουρά ενώ άλλοι 60 στρατιώτες το χρησιμοποιούν ως μεταφορικό μέσο. Το πλήρωμά του αποτελείται από πέντε άτομα, μεταξύ των οποίων, ένας Έλληνας μηχανικός και ο Νορβηγός καπετάνιος. Ανοιχτά της Κω δέχεται επίθεση από αγγλικά πλοία αλλά η νηοπομπή καταφέρνει να ξεφύγει· στη συνέχεια πλέει κοντά στο Σούνιο όπου συναντά σφοδρή κακοκαιρία.

Ο δίαυλος μεταξύ της νήσου Πατρόκλου και της ξηράς δεν ήταν διαπλεύσιμος, καθώς ήταν γεμάτος ξέρες και ρηχά. Προκείμενου να παραπλεύσουν από αυτό το νησί, έπρεπε να διατηρήσουν δυτική πορεία. Το «ΤΑ19» ακολούθησε αυτήν την πορεία, το «Oria» ανταποκρίθηκε στην διαταγή με σήμα «Verstanfen» (= κατανοητό).
Ελάχιστα πράγματα έχουν απομείνει. Το πλοίο ανελκύστηκε. ΦΩΤΟ: Βασίλης Μεντόγιαννης

Ωστόσο το «φορτηγό Oria» δεν άλλαξε πορεία αλλά κατευθυνόταν απευθείας στον δίαυλο. Το «ΤΑ19» διέταξε εκ νέου να αλλάξει ρότα και να το ακολουθήσει, έριξε ερυθρές φωτοβολίδες ως σήμα κίνδυνου.


Ο Παναγιώτης Μαρκόπουλος ξεκινά την συντήρηση. Δεξιά: Παγούρι μετά την συντήρησή του και καραβάνα Άγγλου στρατιώτη. ΦΩΤΟ: Βασίλης Μεντόγιαννης.


Το «Oria» όμως συνέχισε την ίδια επικίνδυνη πορεία. Το «ΤΑ19» άλλαξε αμέσως πορεία για να το προλάβει. Ακολούθησαν ερυθρές φωτοβολίδες από το «Oria» και στην ερώτηση του «ΤΑ19» - «τι συμβαίνει;» μια ακόμα κόκκινη φωτοβολίδα και η φωνή στον ασύρματο: «προσαράξαμε», σήμαναν την αρχή μιας απίστευτης τραγωδίας. Αυτό συνέβη στις 18:45.

Ο επικεφαλής αξιωματικός του στολίσκου διέταξε το «ΤΑ19» να γυρίσει πίσω. Επάνω στον ελιγμό αυτό βρήκε το πηδάλιό του σε ξέρα. Το «ΤΑ19» ακυβέρνητο γύρισε με την πάντα στον καιρό.

Στη γέφυρα επικρατούσε το απόλυτο χάος. Ο κυβερνήτης έπεσε κάτω από την γέφυρα και τραυματίστηκε με διπλό κάταγμα, ο αντιπλοίαρχος τραυματίστηκε επίσης.

Ο ανθυποπλοίαρχος προσπαθούσε να διορθώσει το πηδάλιο. Την διακυβέρνηση του σκάφους έπρεπε να αναλάβει ο ίδιος ο αρχηγός του στολίσκου, που επέβαινε στο «ΤΑ19» και να το βγάλει από αυτήν την εξαιρετικά δεινή κατάσταση. Την ίδια στιγμή το «Oria», είχε προσαράξει ενώ οι άλλες δυο τορπιλάκατοι ανέμεναν οδηγίες. Στη γέφυρα ο αρχηγός, με ένα μόνο πηδάλιο εν λειτουργία και εν μέσω κοχλαζούσης θαλάσσης, ήταν σχεδόν αδύνατον να κατευθύνει το σκάφος. Επίσης, ο πομπός είχε καταστραφεί και δεν μπορούσε να δώσει οδηγίες στα αλλά σκάφη για να βοηθήσουν το «Oria». Στις 21:30 έγινε ένα «θαύμα» και το πηδάλιο επαναλειτούργησε. Το «ΤΑ19» κατευθύνθηκε αμέσως προς τη βραχονησίδα Φλέβες. Λίγο μετά παρουσιάστηκε και πάλι η βλάβη στο πηδάλιο και το πλοίο κινδύνεψε να πέσει πάνω στα βράχια. Η βλάβη όμως γρήγορα επιδιορθώθηκε και το «ΤΑ19» μαζί με τα υπόλοιπα σκάφη έφτασαν στο λιμάνι του Πειραιά λίγο πριν τα μεσάνυχτα. Το «Oria» όμως που συνόδευαν είχε χαθεί.

Με την ταχύτητα του ανέμου να ξεπερνά τα 11 μποφόρ, το «Oria» συνεχίζει την πορεία του και προσαράζει στα αβαθή του νησιού Πάτροκλος.

Το πλοίο χτυπημένο, με τη δεξιά πλευρά στα βράχια, πλημμυρίζει και αναποδογυρίζει σε ελάχιστα λεπτά, με την πλώρη του να εξέχει από το νερό. Το βάθος ποικίλλει στη συγκεκριμένη περιοχή από 5 ως 42 μέτρα. Την επόμενη μέρα, 12 Φεβρουαρίου, στέλνονται 5 ρυμουλκά από τον Πειραιά. Εξαιτίας της σφοδρής θαλασσοταραχής φτάνει μόνο ένα, το ρυμουλκό «Vulcan». Το «Vulcan», διακινδυνεύοντας και αυτό, πλησιάζει την πλώρη του ναυαγίου και διαπιστώνει ότι ακόμη παραμένουν ζωντανοί πέντε άνθρωποι. Διασώθηκε και ένας ο οποίος ήταν πιασμένος στα σχοινιά.

Με μια κινητή συσκευή οξυγόνου ξεκινά μια προσπάθεια για να ανοιχτεί ένα πέρασμα στο σκάφος και να σωθούν οι εγκλωβισμένοι. Η καρδιά τους χτυπάει δυνατά καθώς ελπίζουν ότι σύντομα θα βγουν από εκεί μέσα. Λόγω της έντονης θαλασσοταραχής, η συσκευή παρασύρεται από ένα κύμα και χάνεται.

Οι επιτόπου έρευνες για να μπορέσει να ανασυρθεί από το βυθό η συσκευή δεν πετυχαίνουν κι έτσι η προσπάθεια αναβάλλεται.

Στις 14 Φεβρουαρίου, σχεδόν δυο εικοσιτετράωρα μετά, ένα άλλο ρυμουλκό, το «Titan» από τον Πειραιά, επιστρέφει με μια καινούργια συσκευή οξυγόνου και τελικά απεγκλωβίζει ζωντανούς και τους πέντε ναυαγούς, σε κατάσταση σοκ.

Από τις καταθέσεις των διασωθέντων μάθαμε ότι σώθηκαν έξι Γερμανοί και ένας Έλληνας. Άλλες πληροφορίες αναφέρουν ότι δεκαπέντε Γερμανοί στρατιώτες πνίγηκαν και ότι όλο το πλήρωμα, μαζί με τον Έλληνα, τον καπετάνιο και τους υπόλοιπους Γερμανούς στρατιώτες, σκαρφάλωσαν στα βράχια και σώθηκαν. Από τους 4.233 Ιταλούς που επέβαιναν στο πλοίο σώθηκαν μόνο 49. Το σύνολο των αιχμαλώτων που βρίσκονταν κλεισμένοι μέσα στο κύτος του καραβιού ετάφησαν μαζί με το ναυαγισμένο πλοίο (οι ιταλικές πήγες αναφέρουν το συνολικό αριθμό των νεκρών σε 4.184, ενώ οι γερμανικές στις 4.100)  Ακολούθησαν διάφορες αναφορές κατά του πλοίαρχου του «Oria»σχετικά με την πορεία που ακολούθησε και το γιατί δεν υπάκουσε στις οδηγίες να παραπλεύσει την νήσο Πάτροκλο. Ο πλοίαρχος απάντησε πως λόγω των σφοδρών καιρικών συνθηκών και λόγω του μεγάλου φορτίου του πλοίου, το πηδάλιο αδυνατούσε να υπακούσει. Ο ανώτατος Γερμανός διοικητής του στόλου του Αιγαίου διέταξε ανάκριση για τα γεγονότα αυτά και την βύθιση του «Oria».

«Το πλοίο κουβάλαγε πολλά βαρέλια με λάδι. Γέμισε ο κόσμος λάδι, το οποίο το πήρανε αυτοί που είχανε φορτηγάκια για να το μεταφέρουν. Μετά ήρθανε οι Γερμανοί και μας κυνηγήσανε. Το 1958, ο φούρναρης με το άλογό του είχε πάει να αλλάξει υνί. Τότε πρόσεξε ένα πράμα σαν μπάλα πιασμένο στο υνί. Όταν το έβγαλε είδε ότι ήταν ένα ανθρώπινο κρανίο. Η τάφρος υπήρχε εκεί για πολλά χρόνια, ακαλλιέργητη. Το 1960 ή ’65, δεν θυμάμαι καλά, ήρθαν οι Ιταλοί και τους πήρανε. Κάτσανε καιρό εδώ και ξεθάβανε τα οστά. Μέχρι και κόσκινα είχανε για να κοσκινίζουν το χώμα και να ξεχωρίζουν τα οστά». (Κώστας Κωνσταντόπουλος, κάτοικος Λεγραινών).

Στο χώρο του ναυαγίου δεν έχουν απομείνει και πολλά πράγματα. Διασκορπισμένα προσωπικά είδη από τον εξοπλισμό των στρατιωτών. Σόλες, καραβάνες, ένα κουτάλι, ένα ποτήρι και δίπλα από κάτι λαμαρίνες, οστά. Μεγάλα οστά… Συνεχίζω παρατηρώντας με δέος, λίγο παρακάτω αχνά, μισοθαμμένη στην άμμο - σαν να με κοιτάζει - μια νεκροκεφαλή. Είναι «τοποθετημένη» με τέτοιο τρόπο στην άμμο όπου φαίνεται μόνο τμήμα του προσώπου. Αμφιταλαντεύομαι, σηκώνω την φωτογραφική μου μηχανή και τραβάω μια φωτογραφία, σκέφτομαι τον εαυτό μου στη θέση του. Αναρωτιέμαι, αν είναι σωστό αυτό που κάνω. Συνεχίζω, δεν το ξανασκέφτομαι, λαμαρίνες, ένα παγούρι, βαρέλια, οστά, σόλες και πάλι οστά. Από το ναυάγιο ανελκύσαμε μερικές καραβάνες.

Καραβάνα μετά την συντήρηση. Διακρίνονται καθαρά τα μηνύματα που είχαν χαράξει Ιταλοί στρατιώτες. ΦΩΤΟ: Βασίλης Μεντόγιαννης.
Οι καραβάνες παραδόθηκαν στο Μουσείο της Πολεμικής Αεροπορίας στο Τατόι, όπου ξεκίνησε και η συντήρηση τους. Ακόμα αγνοούσαμε το σημαντικότερο, καθώς ο Παναγιώτης Μαρκόπουλος, καθάριζε τις θαλάσσιες επικαθίσεις από τις καραβάνες, χαραγμένα ονόματα και μηνύματα, αρχίζουν να αποκαλύπτονται:

«ANAREOZZI FRANCESCO, ROMA, ITALIA , 1922, MAMINA RITORNERO», μανούλα θα επιστρέψω, γράφει το μήνυμα. Σε μια άλλη καραβάνα γράφει: «BIGAGLI» το επίθετο του, πιθανόν από το χωριό «VAINO», γεννηθείς το «1922», «MAMMA TORNERO PERCHE TI VOGLIO BENE», μαμά θα γυρίσω γιατί σ’ αγαπώ! Ήταν μόλις 22 χρονών!

Και τα ονόματα συνεχίζουν, «ANTONI HETTA», «DUCE», «LUCCIA», σε μια άλλη ένα εγγλέζικο όνομα με τα αρχικά της μονάδος του «JR J. ROBERTS 4127148, LC.H.R.», αρχικά, σήματα μονάδων και αριθμοί, μας κάνουν να φανταζόμαστε τις τελευταίες στιγμές αυτών των ανθρώπων. Ξαφνικά και ενώ ο Παναγιώτης Μαρκόπουλος συνεχίζει την διαδικασία καθαρισμού, μας λέει:

«νομίζω πως είχα διαβάσει για αυτό το ναυάγιο», «πού;» τον ρωτάμε, «εάν θυμάμαι καλά στο βιβλίο, [Το Μυθιστόρημα των Τεσσάρων], σε αυτό το ναυάγιο πρέπει να αναφέρεται», μας άπαντα και τρέχουμε να αγοράσουμε το βιβλίο.

«…Άξαφνα το αυτί της πήρε κάτι παράξενο. Άκουσε ιταλικά. Ήταν πολλοί που κουβέντιαζαν σα σωστοί Ναπολιτάνοι. Φαινόντουσαν εργατικοί, ένα κοπάδι.

Ότι είχαν ξεμπαρκάρει, κάποιος τους οδηγούσε. Οι νησιώτες, τους περιεργάζονταν, τα παιδία τρέχαν γύρω τους. Τι είναι αυτοί; ρώτησε η Ελισάβετ.

Ιταλοί είναι κύρια. Θα δουλέψουν για το βουλιαγμένο ιταλικό παπόρι στα ανοιχτά της Αγίας Μαρίνας. Για αυτό ήρθαν. Είναι άνθρωποι μιας κομπανίας ιταλικής που αγοράζει τα ναυάγια. Τι ιστορία είναι αυτή; Ρώτα ξανά η Ελισάβετ.

Μια νύχτα του 1943, έμπαινε ο χειμώνας, όταν στα ανοιχτά της Αγίας Μαρίνας ένα εγγλέζικο υποβρύχιο τορπίλισε ένα γερμανικό μεταγωγικό. Το μεταγωγικό ήταν φορτωμένο σιδερένια βαρέλια γεμάτα ρετσινόλαδο. Κουβαλούσε ακόμα για τον Πειραιά κάπου δυο χιλιάδες Ιταλούς αιχμάλωτους από τα Δωδεκάνησα, που είχαν παραδοθεί όταν συνθηκολόγησε η Ιταλία. Το βαπόρι ερχόμενο είχε παρεκκλίνει από την πορεία του για να ξεφύγει από το υποβρύχιο και έτσι βρέθηκε ανοιχτά της Αγίας Μαρίνας. Όμως δεν τα κατάφερε. Λίγα βαρέλια και λίγοι Ιταλοί ήταν στο κατάστρωμα. Τα αλλά βαρέλια και οι πολλοί Ιταλοί ήταν παστωμένοι μες στα αμπάρια. Εκεί, κλεισμένους, τους βρήκε ο υγρός θάνατος. Το κύμα πήρε ό,τι ήταν στο κατάστρωμα, ανθρώπους και βαρέλια και τα ξέβρασε, άλλα κατά το Σούνιο, στις ακρογιαλιές της Αναβύσσου, άλλα στην ακρογιαλιά της Αίγινας, κατά τα νότια. Τα γερμανικά περιπολικά που πήγαν την άλλη μέρα μάζεψαν τα ξεβρασμένα βαρέλια, έθαψαν τους πνιγμένους. Σε λίγες μέρες δοκίμασαν να βγάλουν από τα αμπάρια του βουλιαγμένου βαποριού τα βαρέλια με το πολύτιμο λάδι. Μα ο χειμώνας ήρθε άγριος, πέσαν φουρτούνες, οι βουτηχτάδες δε μπορούσαν να δουλέψουν. Για αυτό παράτησαν το βουλιαγμένο βαπόρι με τις δυο χιλιάδες Ιταλούς και τα βαρέλια στο κύτος του, για να ξανάρθουν την άνοιξη.

Ήρθε η άνοιξη του 1944. Τότε οι Γερμανοί πήγαν με ένα ναυαγοσωστικό, και με τους βουτηχτάδες άρχισαν την δουλειά. Ίσαμε με δυο μήνες βάσταξε το έργο τούτο. Οι βουτηχτάδες βγαίναν τη νύχτα στη στεριά και λέγαν τα νέα. Ήταν φοβερό. Βαθιά, λέει, μες στα αμπάρια του βαποριού, παστωμένοι οι πνιγμένοι Ιταλοί, περίμεναν ολόρθοι, αλύωτοι οι πιο πολλοί με τα μάτια ανοιχτά. Οι βουτηχτάδες έπρεπε να τρυπήσουν τούτο το πηχτό ανθρώπινο στρώμα, να φτάσουν στο πάτο του αμπαριού, που βρίσκονταν τα βαρέλια, να τα δέσουν στο βίντζι που θα τα ανέβαζε στην επιφάνεια.

Λοιπόν, οι βουτηχτάδες σπρώχναν με τα χέρια τους πνιγμένους για να ανοίξουν δρόμο. Μα την ίδια στιγμή ο δρόμος που άνοιγαν έκλεινε από πάνω τους με τα σώματα, που πλέοντας ξανάπαιρναν την θέση τους. Ύστερα, όταν έπρεπε να ανέβουν οι βουτηχτάδες απάνω, κάναν πάλι το ίδιο έργο, παραμέριζαν τους πνιγμένους και τρυπούσαν δρόμο ανάμεσα τους. Και οι πνιγμένοι, δυο χιλιάδες κορμιά, κοίταζαν με ορθάνοιχτα μάτια το φάντασμα που περνούσε ανάμεσα τους, κοίταζαν σα ρωτούσαν γιατί.

Όταν τελείωσαν τα βαρέλια, οι βουτηχτάδες σκέπασαν πάλι τα αμπάρια με τα καπάκια τους, άφησαν κλεισμένα εκεί τα σώματα και φύγαν.

Έτσι έμεινε εκεί, σκεπασμένος από το νερό, τόσος πόνος και τόση φρίκη. Και τώρα τι είναι να γίνει, ρώτησε η Ελισάβετ;

Καταπώς έμαθα, είναι να γίνει τούτο: μια ιταλική εταιρία αγόρασε το ναυάγιο. Θα το βγάλει από τη θάλασσα, θα το διαλύσει σε κομμάτια σίδερο και θα το ταξιδέψει το σίδερο στην Ιταλία. Τούτοι εδώ που ήρθαν είναι τεχνίτες, που θα κόβουν τα κομμάτια το σίδερο με το οξυγόνο και θα το φορτώσουν.

Οι βουτηχτάδες είναι κιόλα εκεί, με ένα καράβι καμωμένο για τέτοιες δουλειές.

…..Η Ελισάβετ πλησίασε. Κείτονταν εκεί πελώρια κομμάτια από τα αμπάρια του βαποριού. Εκεί που μαρτύρησαν οι πνιγμένοι Ιταλοί αιχμάλωτοι. Η θάλασσα είχε φάει, τόσα χρόνια τώρα, το κάθε τι, τα σώματα των ανθρώπων, τα κόκαλα. Ωστόσο έμενε κάτι στα αμπάρια, σημάδια ανατριχιαστικά. Αρβύλες μισοσαπισμένες, που το νερό δεν είχε μπορέσει να τις λιώσει ολότελα, κάτι παγούρια, σουγιάδες.

Από τόσες ψυχές μέναν μόνο αυτά τα παλιοπράματα. Είχαν φωλιάσει μες τους αρμούς, τις σιδεροδεσιές των αμπαριών, απάνω τους είχαν κολλήσει όστρακα. Οι Ιταλοί εργάτες περιεργάζονταν τα λείψανα, κουνούσαν το κεφάλι τους λυπημένα, τα πετούσαν. Τα έπαιρναν οι Έλληνες ψαράδες, τα παιδιά, τα περιεργάζονταν, κουνούσαν το κεφάλι τους, τα πετούσαν. Ένωνε τους ανθρώπους, χτεσινούς εχτρούς, ο πόνος, η ματαιότητα. Και είδες πως γύρισε το πράγμα! Είπε ένας ψαράς, Ιταλοί να πάρουν το ναυάγιο, Ιταλοί να ξεθάβουν τώρα από τη θάλασσα τους συντρόφους τους! Ο Θεός πληρώνει τον πάσα ένα κατά τα έργα του, είπε ένας άλλος. Μη λες για πληρωμή σε τέτοια ώρα!

Για πνιγμένους μιλάμε. Και είμαστε και εμείς της θάλασσας. Ο Θεός ακούγει. Ποιος ξέρει τι τραβήξανε μέσα στα αμπάρια…»

(Από το βιβλίο «Το μυθιστόρημα των Τεσσάρων» Βενέζης-Καραγάτσης-Μυριβήλης-Τερζάκης, Εκδόσεις Εστία).




Αντικείμενα που ανελκύστηκαν από το ναυάγιο μετά την συντήρησή τους. ΦΩΤΟ: Βασίλης Μεντόγιαννης



Η τρίτη σε αριθμό μεγαλύτερη ναυτική τραγωδία κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και η τρίτη σε κατάταξη από τις μεγαλύτερες ναυτικές τραγωδίες στον κόσμο. Το ναυάγιο του «Oria», ήταν και η τελευταία απώλεια των Ιταλών μετά από μια σειρά ναυαγίων με βαριές απώλειες.

Στη Μεσόγειο μόνο, χάθηκαν 13.000 και συνολικά κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου χάθηκαν 33.000 Ιταλοί αιχμάλωτοι. Για μια στιγμή θυμήθηκα αυτό που μου είχε πει ένας μεγάλος Έλληνας ιστορικός, πως «οι Ιταλοί υπήρξαν ένα από τα μεγαλύτερα θύματα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου», αυτό γιατί σε πολλές περιπτώσεις σφαγιάστηκαν χωρίς να έχουν πολεμήσει, χωρίς να γνωρίζουν ούτε τον εχθρό τους. Αρχικά εναντίον των Βρετανών, μετά των Γερμανών και τελικά να εκτελούνται μαζικά σαν προδότες.