Παρασκευή 28 Ιουνίου 2013

ΠΟΛΥΒΟΛΑ Α' ΜΕΡΟΣ






Πολυβόλα (π.β.) [ MachineGuns, MachinenGewher (MG)], είναι τα πυροβόλα όπλα, τα οποία ή κρατούμενα στα χέρια ή στηριζόμενα σε δίποδες, τρίποδες ή ειδικές βάσεις, μπορούν να εκτελούν και αυτόματη βολή, τροφοδοτούνται δε, με γεμιστήρες των τριάντα φυσιγγίων τουλάχιστον ή με δεσμίδες μερικών εκατοντάδων φυσιγγίων ή και με τους δύο τρόπους.
Τα πρώτα πολυβόλα που παρουσιάσθηκαν, δεν είχαν καμία σχέση με τις σημερινές κατασκευές. Από τα μέσα του 14ου έως τα μέσα του 15ου αιώνα παρέλασαν από τα πεδία των μαχών στην Ευρώπη, πυροβόλα όπλα με πολλές κάννες, διατεταγμένες στη σειρά οριζόντια, οι οποίες πυροδοτούνταν διαδοχικά και κάλυπταν πλατύ μέτωπο κατά την έννοια του οριζοντίου επιπέδου. Λόγω όμως των δυσκολιών στη χρήση τους και των πολλών, συχνά θανατηφόρων, ατυχημάτων που λάμβαναν χώρα, εγκαταλείφθηκαν γύρω στα 1450.
Πολυβόλο Gatling
Το καλοκαίρι του 1862 ο Richard Jordan Gatling, ένας Αμερικανός κατασκευαστής γεωργικών μηχανημάτων παρουσιάζει στην έκθεση της πόλης Indianapolis το πρώτο χειροκίνητο πολυβόλο, το οποίο είχε ταχυβολία 300 φυσίγγια ανά λεπτό (φ.α.λ.) και διατίθετο σε δύο τύπους, ένα βαρύ εξάκαννο με διαμέτρημα 1 ίντσα (25,4 mm) και ένα πιο ελαφρύ δεκάκαννο με διαμέτρημα 0,45 της ίντσας (11,4 mm), το οποίο λειτουργούσε με την περιστροφή των καννών του μέσω χειροστροφάλου (μανιβέλας). Το υπόδειγμα (μοντέλο) του 1865 είχε πολλούς και μεγάλους πελάτες, όπως οι ένοπλες δυνάμεις των Η.Π.Α. και της Μ. Βρετανίας, ο τσαρικός στρατός και οι στρατοί της Ιαπωνίας, της Τουρκίας και της Ισπανίας. Ανάλογα με τις απαιτήσεις των πελατών κατασκευάσθηκε σε εκδόσεις των 4, 6, 8 και 10 καννών και σε διάφορα διαμετρήματα.
Την ίδια περίοδο και προγενέστερα έχουν κατασκευασθεί πολυβόλα με σταθερές κάννες. Το Βελγικό πολυβόλο-μυδράλιο (mitrailleuse) Montigny έχει τριάντα επτά κάννες, ενώ το Σουηδικό Palmcrantz δέκα οριζόντιες κάννες. Το δίκαννο Αμερικάνικο πολυβόλο Gardner M 1874 μπορεί να εκτελέσει 400 βολές το λεπτό, ενώ το Σουηδικό Nordenfelt με τέσσερις η πέντε κάννες έχει διαμέτρημα 11 mm.
Πολυβόλο Nordenfelt
Όλα όμως αλλάζουν το 1883, όταν φθάνει στο Λονδίνο ο Αμερικανός Hiram Stevens Maxim, έχοντας στις αποσκευές του τα σχέδια για το πρώτο πραγματικά αυτόματο όπλο, το οποίο βασίζει τον αυτοματισμό της λειτουργίας του στις δυνάμεις, που αναπτύσσονται από την καύση της πυρίτιδας. Μετά την πυροδότηση του φυσιγγίου, που βρίσκεται στη θαλάμη του όπλου, από την καύση της πυρίτιδας δημιουργούνται αέρια, τα οποία αναπτύσσουν δυνάμεις προς όλα τα σημεία του φυσιγγίου. Δύο όμως είναι οι βασικές δυνάμεις που αναπτύσσονται, αυτή που αποκολλά τη βολίδα από το φυσίγγιο και την προωθεί μέσα στην κάννη και η αντίθετη αυτής δύναμη, η οποία εφαρμόζεται στον πυθμένα του φυσιγγίου (ανάκρουση). Την ανάκρουση λοιπόν χρησιμοποίησε ο Maxim και αφού σχεδίασε, κατασκεύασε το πολυβόλο του, το οποίο αποτελούνταν από δύο βασικά κομμάτια, αυτό που περιλάμβανε την κάννη και το σκελετό του όπλου, που ήταν σταθερά και αυτό που περιλάμβανε το κλείστρο με τον επικρουστήρα, που ήταν κινούμενο. Αφού πυροδοτηθεί το φυσίγγιο, η ανάκρουση πιέζει το κλείστρο και με τον εξολκέα, που είναι εξάρτημα του κλείστρου, παραλαμβάνεται ο κάλυκας του πυροδοτηθέντος φυσιγγίου και απορρίπτεται μέσω της θυρίδας που βρίσκεται στο κάτω μέρος του όπλου. Το κλείστρο φθάνει μέχρι το πίσω σημείο της διαδρομής του και αμέσως μετά, με την πίεση του επανατατικού ελατηρίου ωθείται μπροστά, εκεί όπου έρχεται σε επαφή με την κάννη, αφού προηγουμένως έχει παραλάβει νέο φυσίγγιο από τη δεσμίδα, το έχει σφηνώσει στη θαλάμη και το πυροδοτεί. Η λειτουργία αυτή επαναλαμβάνεται ταχύτατα, μέχρι να τελειώσει η δεσμίδα ή ο χειριστής να διακόψει τη λειτουργία του όπλου. Το πρωτότυπο του πολυβόλου του Maxim πρωτοδοκιμάσθηκε την 24-1-1884 και ήταν διαμετρήματος 0,45 inch Gatling. Για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της υπερθέρμανσης της κάννης ο Maxim περιέβαλε αυτήν με εξωτερικό μεταλλικό χιτώνιο μέσα στο οποίο κυκλοφορούσε νερό από ένα δοχείο (μπιτόνι) και με αυτό τον τρόπο έψυχε την κάννη. Έτσι έχουμε το πρώτο υδρόψυκτο όπλο.
Πολυβόλο Maxim
Το πρώτο Maxim, που δοκιμάσθηκε από τον Βρετανικό Στρατό το 1887 ήταν βάρους 18 Kg, υδρόψυκτο και πυροδοτούσε 670 φ.α.λ.. Οι πρώτες μεγάλες παραγγελίες άρχισαν να έρχονται μερικά χρόνια αργότερα και τελικά, με την αλλαγή του αιώνα, όλοι οι μεγάλοι στρατοί εκείνης της εποχής(Αγγλικός, Αμερικανικός, Γερμανικός, Τσαρικός, Ιαπωνικός) είχαν εφοδιασθεί με πολυβόλα Maxim σε διάφορα διαμετρήματα.
Ο Maxim, επειδή ο ίδιος λόγω έλλειψης κεφαλαίων, αδυνατούσε να θέσει σε παραγωγή τα σχέδια των πολυβόλων του, συνεργάσθηκε με πολλούς και πούλησε τις πατέντες του σε κάποιους άλλους. Έτσι, προέκυψε η εταιρία V.S.M.(Vickers Son and Maxim), η οποία παρουσίασε πολλά από τα όπλα αυτά ως Vickers, αλλά συνεργάσθηκε και με την Colt. Aπ' αυτή τη συνεργασία γεννήθηκε το υδρόψυκτο πολυβόλο Vickers Maxim Colt M 1904 που βάλλει το αμερικανικό φυσίγγιο .30-06 U.S. (7, 62 mm Χ 63 mm), ενώ το Vickers MK1 του Αγγλικού Στρατού βάλει το φυσίγγιο 0,303 British.
Ακολουθώντας το βασικό τρόπο του αυτοματισμού λειτουργίας, που σχεδίασε ο Maxim, πολλοί Ευρωπαίοι και Αμερικανοί κατασκευαστές όπλων μπαίνουν στο παιγνίδι των πολυβόλων και έτσι έχουμε μια πραγματικά αξιόλογη ποικιλία και παραγωγή π.β. κατά την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα και την πρώτη εικοσαετία του 20ου.
Πολυβόλο Hotchkiss
H Colt το 1895 κατασκευάζει σε σχέδια του John Moses Browning ένα βαρύ αερόψυκτο πολυβόλο, που λειτουργεί με υποβοήθηση αερίων, σε διαμέτρημα 6 mm Lee αρχικά και .30-06 αργότερα, βάλλοντας 450 φ.α.λ.. Η γαλλική εταιρία Hotchkiss υλοποιεί τα σχέδια του αμερικανού Lawrence Benet και το αποτέλεσμα, που πατεντάρεται με τον κωδικό Μ 1897 βάλλει το γαλλικό φυσίγγιο 8 mm Lebel και με κάποιες βελτιώσεις διατηρείται σε υπηρεσιακή χρήση από τον γαλλικό στρατό μέχρι και το 1939.
Η τσεχική εταιρία Skoda, υπό Αυστροουγγρική κατοχή, παρουσιάζει το π.β. MachinenGewher M 1890 με διαμέτρημα 8 mm Mannlicher και τελικά το Μ 1913 στο ίδιο διαμέτρημα με ταχυβολία 450 φ.α.λ.. Η αυστριακή Steyr το 1905 παρουσίασε το πολυβόλο, που σχεδίασε ο Andreas Wilhelm Schwarzlose,
Πολυβόλο Schwarzlose
ένας χαρισματικός σχεδιαστής όπλων, το οποίο ήταν πολύ απλό στη χρήση του. Υπό την κωδική ονομασία Μ 07/12 σε διαμέτρημα 8
mm Mannlicher, ήταν πολύ δημοφιλές στις καταδρομικές δυνάμεις, και έδρασε σε όλα τα πεδία των μαχών της Ευρώπης στα χέρια των στρατιωτών διαφόρων στρατών. Μια άλλη αξιόλογη παρουσία στο χώρο ήταν το δανέζικο π.β. Madsen, το οποίο ζύγιζε 9 kg και ήταν ιδανικό όπλο για το πεζικό. Χρησιμοποιήθηκε όμως με επιτυχία, προσαρμοσμένο σε οχήματα καθώς και σε αεροπλάνα.
Στη Γερμανία η εταιρία Deutsche Waffen und Munition fabrik (D.W.M.), με έδρα το Spandau, βγάζει στην παραγωγή το π.β. MG 08, στη συνέχεια το MG 10 και τελικά το MG15, τα οποία ήταν υδρόψυκτα, λειτουργούσαν με οπισθοδρόμηση (recoil), ήταν παραλλαγές του π.β. του Maxim και φυσικά έβαλαν το τυποποιημένο φυσίγγιο του γερμανικού στρατού 8mm Mauser (7, 92 Χ 57mm).
Πολυβόλο MG15nA
Το
MG 15nA (neuer Art : νέο υπόδειγμα ) είναι διαφορετικό όπλο σχεδιαστικά, αερόψυκτο και η βάση της γερμανικής πολεμικής βιομηχανίας στα π.β. Αυτά τα τέσσερα π.β. μαζί με τα Dreyse και Bergman κυριάρχησαν την πρώτη 20ετία του 20ου αιώνα και δούλεψαν πολύ "παραγωγικά" κατά τη διάρκεια του Α' Παγκόσμιου Πόλεμου. Η Γερμανία κατά την υπογραφή της συνθηκολόγησης της 11-11-1918 υποχρεώθηκε και παρέδωσε στις συμμαχικές δυνάμεις 115.100 πολυβόλα, διαφόρων τύπων, αριθμός που αποδεικνύει τη μεγάλη σημασία, που έδιναν οι Γερμανοί στα π.β., τα οποία ήταν ο φόβος και ο τρόμος στα πεδία των μαχών
Πολυβόλο Revelli M14
Οι Ιταλοί κατά την ίδια περίοδο παρουσιάζουν τα π.β. Perino και Fiat Revelli Μ14 σε διαμέτρημα 6, 5 mm X 52 mm. Το δεύτερο παρέμεινε σε χρήση από τον ιταλικό στρατό μέχρι και το 1943. Οι Ρώσσοι δεν μένουν με σταυρωμένα χέρια και ο τσαρικός στρατός εφοδιάζεται με μια παραλλαγή του Maxim, το (Пулемет Мащима обр. 1910 Г ) Pulemyot Maxima mod. 1910 G (PM 1910) σε διαμέτρημα 7,62 mm X 54R mm. O αυτοκρατορικός στρατός της Ιαπωνίας κατέχει και χρησιμοποιεί μια παραλλαγή του γαλλικού Hotchkiss M 1900 σε διαμέτρημα 6,5 mm X 30 mm με το όνομα 3 Nen Shiki Kikanju (Taisho 3 Mod.1914).
Όμως τα πράγματα γύρω στο 1915 φαίνεται ότι αλλάζουν και πάλι. Τα π.β. γίνονται αερόψυκτα στη συντριπτική τους πλειοψηφία και μειώνονται δραστικά το βάρος και οι διαστάσεις τους, με αποτέλεσμα να είναι πιο εύχρηστα στις διαρκώς μεταβαλλόμενες συνθήκες της μάχης. Το 1914 κατασκευάζεται ένα αερόψυκτο πολυβόλο, που λειτουργεί με αέρια, στο εργοστάσιο της Βρετανικής B.S.A. ( Birmingham Small Arms ) σε σχέδια του Αμερικανού Isaac Newton Lewis. Μπαίνει στην υπηρεσία του βρετανικού στρατού ως MachineGun Lewis Mk1
Πολυβόλο Lewis
με διαμέτρημα 0,303
British, βάρος λιγότερο από 14 kg και γεμιστήρα 47 ή 97 φυσιγγίων σχήματος τυμπάνου, τοποθετημένο σαν πιάτο πάνω από το όπλο.
Πολυβόλο Chauchat
Οι Γάλλοι το 1915 κατασκευάζουν ένα πολυβόλο μακράς οπισθοδρόμησης, το Chauchat διαμετρήματος 8 mm Lebel, το οποίο αγόρασαν και οι αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις σε διαμέτρημα 30.06 U.S. Γενικά ήταν ένα όπλο, που δεν ενθουσίασε του αμερικανούς, οι οποίοι βρήκαν κάτι στα μέτρα τους, όταν ο J.M. Browning παρουσιάζει το πολυβόλο με την πιο μακρά θητεία στον αμερικανικό στρατό, ο οποίος το υιοθετεί ως Μ 1917, είναι υδρόψυκτο διαμετρήματος 30.06 U.S., και λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο, που λειτουργούν τα Maxim-Vickers. Ως Μ 1918 γίνεται αερόψυκτο και βελτιώνεται γενικά, έχοντας ταχυβολία 500 φ.α.λ., ενώ το Μ 1919 θα υπηρετήσει για πάρα πολλά χρόνια στα πεδία των μαχών. Μια βελτιωμένη έκδοσή του το Mark 1-1 Model 0 σε διαμέτρημα 7,62 mm NATO χρησιμοποιείται ακόμη και σήμερα από το πολεμικό ναυτικό των Η.Π.Α.
Πολυβόλο Browning M1918 (BAR)
Το ελαφρό πολυβόλο ( Light Machine-Gun -LMG ), το οποίο σχεδίασε ο John Moses Browning και ονομάσθηκε B.A.R. ( Browning Automatic Rifle) υιοθετήθηκε από τον αμερικανικό στρατό ως Μ 1918. Ήταν από τα σημαντικότερα όπλα του 20ου αιώνα, λειτουργούσε με αέρια και χρησιμοποιήθηκε ως ατομικό και ομαδικό όπλο με διαμέτρημα .30-06 U.S. στις Η.Π.Α. και αργότερα 7,62mm NATO στην Ευρώπη με ταχυβολία 600 φ.α.λ.
Οι Ρώσσοι παρουσιάζουν ένα ελαφρό πολυβόλο το AVF 1916 G (Avtomaticheskaya Vintovka Sistemy Fyodorova [αυτόματο τυφέκιο συστήματος Fyodorov ] ), με λειτουργία οπισθοδρόμησης, διαμέτρημα 6,5 mm X 30mm (τυποποιημένο διαμέτρημα του αυτοκρατορικού στρατού της Ιαπωνίας για τυφέκια ) και ταχυβολία 600 φ.α.λ.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1920 και αφού έχει τελειώσει ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος και έχουν συναχθεί τα πρώτα συμπεράσματα από τη χρήση και αποτελεσματικότητα των όπλων, ανακύπτει το πρόβλημα της κατασκευής ενός π.β., το διαμέτρημα του οποίου σε συνδυασμό με την ταχυβολία και το δραστικό βεληνεκές θα αποτελούσε σημαντικό παράγοντα εξέλιξης μιας μάχης δυνάμεων πεζικού. Οι Αμερικανοί σε σχέδια του J.M. Browning υιοθετούν το βαρύ πολυβόλο ( heavy machinegun -HMG) COLT M 1921 σε διαμέτρημα .50 BMG (12,7mm X 99mm), το οποίο λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο που λειτουργούν τα προηγούμενα μοντέλα του Browning, είναι υδρόψυκτο και βάλλει 600 φ.α.λ.. Στη συνέχεια με την κωδική ονομασία Μ2 παρουσιάζεται ως αερόψυκτο και αυξάνεται η ταχυβολία του στα 800 φ.α.λ..
Πολυβόλο Browning M2
Μια νεώτερη έκδοσή του το Μ2
HB (heavy barrel) ήρθε να διορθώσει τα προβλήματα που δημιουργούνταν από την υπερθέρμανση της κάννης, αλλά περιόρισε την ταχυβολία στα 500 φ.α.λ. Ίσως πρόκειται για το πιο πετυχημένο όπλο που σχεδίασε ο Browning, το οποίο βρίσκεται σε πλήρη υπηρεσιακή χρήση από τις ένοπλες δυνάμεις πολλών κρατών του πλανήτη και υπηρετεί ομάδες πεζικού, τοποθετείται σε ελαφρά οχήματα, αλλά είναι και βασικό όπλο αρμάτων μάχης, ελικοπτέρων, ελαφρών σκαφών επιφάνειας κ.α.
Το 1926 ο Τσέχος σχεδιαστής όπλων Vaclav Holek εμφανίζει τα σχέδια για το ελαφρό π.β. ZB vz. 26, το οποίο κατασκευάζεται στο εργοστάσιο Zbrojovka της πόλης Brno στην Τσεχοσλοβακία. Μια προηγμένη παραλλαγή αυτού του όπλου παίρνει το κωδικό όνομα ZB vz.30 βάλλει το φυσίγγιο 7,92mm X 57mm (8mm Mauser), λειτουργεί με αέρια έχει βάρος 15 Kg και τροφοδοτείται από κυρτό γεμιστήρα τριάντα φυσιγγίων που τοποθετείται ση ράχη του όπλου και έχει ταχυβολία 600 φ.α.λ.
Πολυβόλο BREN
Μια δεύτερη παραλλαγή αυτού του όπλου το
ZGB 1933 είναι το γνωστό οπλοπολυβόλο BREN Mk1 διαμετρήματος .303 British, το οποίο χρησιμοποίησαν οι Βρετανοί και οι σύμμαχοί τους κατά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και στο μετέπειτα διάστημα μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1970. Η ονομασία BREN προήλθε από τα δύο πρώτα γράμματα της λέξης BRNO, πόλη της Τσεχίας, όπου το εργοστάσιο της Zbrojovka και τα δύο πρώτα γράμματα της λέξης ENFIELD, πόλη της Μ. Βρετανίας, όπου το εργοστάσιο κατασκευής αυτού του όπλου (RSAF- Royal Small Arms Factory).


ΠΗΓΗ clubs.pathfinder.gr

Τετάρτη 26 Ιουνίου 2013

ΠΥΡΓΟΣ ΜΑΡΙΑΝΩΝ





Ο υστεροβυζαντινός πύργος των Μαριανών βρίσκεται 1.5 χιλιόμετρα βόρεια του αρχαιολογικού χώρου και του σημερινού οικισμού της Ολύνθου (πρώην Μυριόφυτο) στην αριστερή πλευρά του επαρχιακού δρόμου προς Πολύγυρο.
Ο πύργος ανήκει στην κατηγορία πυργόσπιτα (οχυρή κατοικία) και χτίστηκε το 1374. Αποτελούσε κέντρο κτήματος της Μονής Δοχειαρείου.

 

 

 

Ιστορία

To 1373, η Μεγάλη Δομεστίκισσα, Άννα Καντακουζηνή η Παλαιολογίνα, κάτοχος ενός κτήματος στα Αμαριανά (Mαριανά) της Καλαμαριάς, θα το πουλήσει με την έγκριση του άντρα της στη Μονή Δοχειαρίου στο τρίτο της αξίας του (600 υπέρπυρα, πληρωμένα σε 600 ουγγιές βενετικών δουκάτων).Το υπόλοιπο της αξίας θα θεωρηθεί δωρεά στη Μονή προς σωτηρίαν ψυχής.
Η περιοχή είχε ανακτηθεί από τη Σερβική κατοχή, το 1371, μετά τη μάχη της Μαρίτσας (Έβρου), όπου οι Τούρκοι συνέτριψαν τους Σέρβους, από το Μέγα Δομέστικο Δημήτριο Παλαιολόγο, στρατιωτικό διοικητή των δυνάμεων ξηράς και σύζυγο της Άννας Καντακουζηνής.
Το κτήμα της Άννας Καντακουζηνής Παλαιολογίνας θα αναμορφώσουν οι μοναχοί, κατασκευάζοντας τον πύργο που σώζεται μέχρι σήμερα.
Ο πύργος των Μαριανών χρησίμευε ως κέντρο αναφοράς και άμυνας του κτήματος της μονής Δοχειαρίου. Πιθανόν να περιβαλλόταν από τείχος που περιέβαλε το λοφίσκο καθώς και το παρεκκλήσιο, τμήμα του οποίου σώζεται στα 150 μέτρα περίπου.(ίσως πάλι πρόκειται για τη βασιλική του χωριού των Μαριανών).

Δομικά, Αρχιτεκτονικά,  Οχυρωματικά Στοιχεία

Πρόκειται για ένα από τα πιο ωραία δείγματα βυζαντινών πύργων στη Χαλκιδική, για την κατασκευή του οποίου πέραν της πέτρας από το παρακείμενο λατομείο (λειτουργεί και σήμερα) χρησιμοποιήθηκαν πλήθος κεράμων (χαρακτηριστικό της βυζαντινής τοιχοποιίας) καθώς και αρχαία αρχιτεκτονικά μέλη από τα ερείπια της αρχαίας Ολύνθου.
Σήμερα σώζεται σε ύψος 12 περίπου μέτρων και 3 ορόφων. (αρχικά 15 μ.) Η είσοδος βρίσκεται στα 2 μέτρα από την επιφάνεια της γης και εξασφαλιζόταν με ξύλινη σκάλα η οποία δεν έχει σωθεί. Μετά την είσοδο υπάρχει μικρός προθάλαμος και αριστερά κτιστή σπειροειδής κλίμακα που οδηγεί στον 1ο όροφο.
Ο κύριος χώρος είναι στεγασμένος με θολωτή οροφή από πλίνθους και πιθανότατα αποτελούσε δεξαμενή.
Οι τοίχοι του πρώτου ορόφου σώζονται μόνο τμηματικά, ενώ οι κόγχες σε αυτούς προδίδουν την ύπαρξη παρεκκλησίου (σύνηθες εντός των πύργων, αν όχι ο κανόνας). Από το δεύτερο όροφο σώζονται μόνο ελάχιστο τμήμα των κατώτερων τοίχων του.
Ενδιαφέροντα στοιχεία στην τοιχοποιία του, αποτελούν εκτός από τα λίγα μαρμάρινα τμήματα (κίονες και παραστάδες) από την αρχαία Όλυνθο, ένα ανάγλυφο και 2 κεραμοπλαστικοί σχηματισμοί. Το ανάγλυφο βρίσκεται στην πρόσοψη και παριστά σταυρό λιτανείας ανάμεσα σε δύο φύλλα.
Στην πρόσοψη επίσης, με τους κέραμους σχηματίζεται σταυρός και η συντομογραφία ΙC XC N K (Ιησούς Χριστός Νικά).
Στη νότια τοιχοδομή παρατηρούμε, σχηματισμένο με κέραμους επίσης το σταυρόγραμμα της Μονής Δοχειαρίου, που επιβεβαιώνει έτσι τη σωζόμενη στα αρχεία του Αγίου Όρους εκδοχή για την κτίση του πύργου.
 Χτισμένος σε μικρό λόφο, επόπτευε όλη την πεδιάδα ως τον κόλπο της Κασσάνδρας, την κοίτη του Ολύνθιου ποταμού, καθώς και την οδό που οδηγούσε από τη Βόρεια Χαλκιδική στη χερσόνησο της Κασσάνδρας.


Σκορπισμένα στο λοφίσκο, στο χωράφι που περιβάλλει τον πύργο, τα συντρίμμια περιμένουν ίσως την αναστήλωση…
 ΠΗΓΗ  http://protostrator.blogspot.gr
              http://www.kastra.eu 

Δευτέρα 24 Ιουνίου 2013

ΦΡΑΝΚ ΑΣΤΙΓΞ ΕΝΑΣ ΑΝΙΔΙΟΤΕΛΗΣ ΦΙΛΕΛΛΗΝΑΣ ΤΟΥ 1821





Ο Φράνκ Άμπνεϋ-Αστιγξ (*) γεννήθηκε το 1794 και ήταν γιος του στρατηγού Καρόλου Αστιγξ. Το 1805 κατετάγει στο βρεταννικό ναυτικό λαμβάνοντας μέρος στη μεγάλη ναυμαχία του Τραφάλγκαρ σαν πλήρωμα του πλοίου HMS Neptune (98 κανονιών) σε ηλικία μόλις 12 ετών! Επί δεκαπέντε χρόνια σταδιοδρόμησε στο Βρετανικό ναυτικό φτάνοντας ως τον βαθμό του πλοιάρχου, με ειδικές γνώσεις στην πυροβολική. Έλαβε μέρος στη μάχη της Νέας Ορλεάνης και κάποια στιγμή υπήρξε και διοικητής μοίρας δύο πλοίων. Μετά όμως από έναν απρόσεχτο άτυχο χειρισμό του, ενώ ήταν πλοίαρχος του HMS Kangaroo, κατά την είσοδο του πλοίου στο Πορτ Ροαγιάλ της Τζαμάϊκα αποτάχθηκε με ατιμωτικό τρόπο από το βρεττανικό ναυτικό το 1819.

Η Ελληνική επανάσταση του 1821, έδωσε στον Άστιγξ την ευκαιρία που αναζητούσε για να αναδειχθεί ξανά, προσφέροντας τις γνώσεις του και τις υπηρεσίες του. Ήρθε στην Ύδρα το 1822 και αμέσως συνδέθηκε με ισχυρή φιλία με την ναυτική οικογένεια των Τομπάζηδων. Κατατάχθηκε στο Ελληνικό ναυτικό κερδίζοντας τον σεβασμό και την εμπιστοσύνη όλων για τις ναυτικές γνώσεις και τις ικανότητες του. Σύντομα όμως ο Άστιγξ είχε καταλάβει πως του ήταν αδύνατο να υπηρετήσει σε Ελληνικά πλοία λόγω της εντελώς διαφορετικής νοοτροπίας των Ελλήνων ναυτών (ήταν πλήρης η έλλειψη ναυτικής πειθαρχίας) από αυτή που είχε συνηθίσει.
Ζήτησε και ανέλαβε την διοίκηση του Ελληνικού πυροβολικού, το οποίο περιοριζόταν τότε σε μερικά παλαιά και κατ΄ ουσίαν άχρηστα κανόνια. Με τις γνώσεις του στην πυροβολική, ο Άστιγξ προσπάθησε να τα χρησιμοποιήσει, αλλά το αποτέλεσμα από τους "βομβαρδισμούς" στα οχυρά του Ναυπλίου ήταν αξιολύπητο.

Τον Μάιο τού 1823 το Εκτελεστικό Σώμα διορίζει τον Αστιγξ «αρχηγό της πυροβολικής οπλοφορίας διά την εκστρατεία της νήσου Κρήτης» υπό τις διαταγές του αρμοστή της νήσου Εμμανουήλ Τομπάζη, πιθανώς μετά από εισήγηση του τελευταίου. Η εκστρατεία αποτυγχάνει καθώς η Αίγυπτος ενίσχυσε τους Τούρκους και το εκστρατευτικό σώμα επιστρέφει στην Πελοπόννησο. Μετά την εμπλοκή του Ιμπραήμ, οι Έλληνες είχαν σχεδόν απολέσει την υπεροπλία στην θάλασσα, καθώς τα πλοία τους δεν μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τα πολύ μεγαλύτερα Τουρκικά, ενώ και τα πυρπολικά έπαψαν να είναι αποτελεσματικά.

Ό Αστιγξ είχε ως όραμα να εκσυγχρονίσει το Ελληνικό ναυτικό ναυπηγώντας ατμοκινούμενα πλοία με πυροβόλα εντός καταστρώματος. Χάρις σε αυτά, ο Άστιγξ υπολόγιζε πως η επαναστατημένη Ελλάδα θα αποκαθιστούσε την ναυτική της υπεροπλία και τελικά θα κέρδιζε τον πόλεμο. Την πίστη του αυτή διετράνωνε στην σωζώμενη αλληλογραφία του με Έλληνες αξιωματούχους όπως ο Μαυροκορδάτος. Όλοι όμως τον αποθάρρυναν καθώς δεν υπήρχαν οι οικονομικοί πόροι για να υλοποιηθεί το φιλόδοξο αυτό πρόγραμμα. Μετά την πτώση του Μεσολογγίου, που προκλήθηκε εν μέρει από την Ελληνική αδυναμία να "σπάσει" τον ναυτικό αποκλεισμό, η Ελληνική Κυβέρνηση αποφάσισε να χρησιμοποιήσει ένα τμήμα του δεύτερου δανείου που είχε συνάψει με τον Αγγλο - εβραικό τραπεζικό οίκο Ρικάρντο, παραγγέλλοντας την ναυπήγηση του πρώτου Ελληνικού πολεμικού ατμόπλοιου που ονομάστηκε "Καρτερία".

Ο ίδιος ο Άστιγξ αποφάσισε να ταξιδεύσει στο Λονδίνο για να εποπτεύσει ο ίδιος την ναυπήγηση. Εκεί όμως συνάντησε μια απίστευτη και ανάλγητη κατάσταση κατασπατάλησης των χρημάτων από Έλληνες και Άγγλους. Υπεγράφη πρωτόκολλο για παραγγελία 5 ακόμη σκαφών αξίας 150.000 λιρών από τούς Άγγλους φιλέλληνες και επιβάλλεται εκβιαστικά ως αρχηγός του ατμοκίνητου ελληνικού στόλου ο ναύαρχος Κόχραν. Ή επιτροπή των τριτεγγυητών (Λόρδος Έλλις κ.ά.) διαχειρίζονταν τα χρήματα εν αγνοία των Ελλήνων, αγόραζαν άχρηστα υλικά και πλήρωναν ύποπτες αμοιβές και προμήθειες. Ό Κό­χραν μάλιστα αγόρασε για ναυαρχίδα του την ημιολία «Μονόκερως» και την εξό­πλισε με πολυτέλεια (για την κάβα μόνο πληρώνει 2.500 λίρες).

Τελικά ο Αστιγξ, δραστήριος και έντιμος, θα καταφέρει να ναυπηγηθεί το πλοίο, αφού κατέβαλλε 5.000 λίρες από την προσωπική του περιουσία. Μάλιστα θα προετοιμάσει το πλοίο αγοράζοντας με δικά του χρήματα τα ναυτιλιακά όργανα και τούς χάρτες και μετά από πολλές ατυχίες και περιπετειώδες ταξίδι, το υπερσύγχρονο για τα δεδομένα της εποχής, πλοίο θα τεθεί σε υπηρεσία στα Ελληνικά ύδατα τον Σεπτέμβριο του 1826. 'Ως κυβερνήτης του ο Άστιγξ προσπάθησε να το επανδρώσει με το ικανότερο πλήρωμα που μπορούσε να βρει που θα πειθαρχεί στους ναυτικούς κανόνες, αδιαφορώντας για τους τοπικιστικούς ανταγωνισμούς των ναυτικών νησιών.

Η "Καρτερία" πλέον, ήταν η καλύτερη ναυτική μονάδα που διέθεταν οι Έλληνες. Η πρώτη αξιοσημείωτη επιτυχία του πλοίου ήταν η σημαντική συμμετοχή του στον αποκλεισμό της Ερέτριας τον χειμώνα του 1827 και στον βομβαρδισμό του 'Ωρωπού με κύριο σκοπό την λύση της πολιορκίας της Ακρόπολης από τους Τούρκους. Στον Ωρωπό, η "Καρτερία" κυρίευσε δύο εχθρικά φορτηγά πλήρη εφοδίων. Την άνοιξη του 1827 η "Καρτερία" βομβάρδισε το Νιόκαστρο, οχυρά στο Μεσολόγγι και στην Ναύπακτο, ενώ τον Απρίλιο η "Καρτερία" με μια τολμηρή καταδρομή, εισήλθε στον Παγασητικό κόλπο και έκαυσε 8 εχθρικά δικάταρτα φορτηγά.

Τον Σεπτέμβριο του 1827 η "Καρτερία" πέτυχε την σημαντικότερη επιτυχία της σε όλο τον πόλεμο βυθίζοντας στον κόλπο της Ιτέας την Τουρκική ναυαρχίδα και καταστρέφοντας 9 από τα 11 Τουρκικά πλοία μετά από εύστοχους κανονιοβολισμούς υπό την καθοδήγηση του Άστιγγα. Ή νίκη του αυτή αποκατέστησε την Ελληνική κυριαρχία στον Κορινθιακό, αναγκάζοντας τον Ιμπραήμ να μετακινήσει τον στόλο του από το Ναβαρίνο για να τον καταδιώξει. Μετά τον θάνατο του Καραΐσκάκη, την καταστροφή στο Ανάλατο και την πτώση της Ακρόπολης, η ναυτική υπεροπλία που εξασφάλιζε ο Άστιγξ εξανάγκασε τον Ιμπραήμ να μετακινήσει τον στόλο του από το Ναβαρίνο προς καταδίωξη. Αυτή η αφορμή οδήγησε στην ναυμαχία του Ναβαρίνου και στην αυγή της Ελληνικής ανεξαρτησίας.

Μετά την ναυμαχία του Ναβαρίνου, ο Άστιγξ έχοντας ελευθερία κινήσεων επιτέθηκε στα οχυρά του Ρίου και αμέσως μετά στα οχυρά των νησιών της λιμνοθάλασσας του Μεσολογγίου με σημαντική επιτυχία. Ηγούμενος μιας μοίρας του Ελληνικού στόλου, ο Άστιγξ επικράτησε πλήρως στον Κορινθιακό κόλπο. Χαρακτηριστικό είναι ότι η "Καρτερία" βύθισε Αυστριακό πλοίο που δεν σεβάστηκε τον αποκλεισμό της Πάτρας που παρέμεινε σε Τουρκικά χέρια ως την λήξη του πολέμου. Τον Νοέμβριο του 1827, ο Άστιγξ μετά από σφοδρό κανονιοβολισμό κατέλαβε το Βασιλάδι, μια οχυρή θέση-κλειδί για το Μεσολόγγι. Ο ίδιος ο Καποδίστριας διόρισε τον Άστιγγα υπεύθυνο για τις ναυτικές υποθέσεις της Ελλάδας αναγνωρίζοντας τα προσόντα του και την προσφορά του. Το μεγάλο σχέδιο του Άστιγξ παρέμενε η απελευθέρωση του Μεσολογγίου ώστε να δημιουργηθούν τετελεσμένα για τις διαπραγματεύσεις που αφορούσαν τα Ελληνικά σύνορα.

Τον Μάρτιο του 1828 οργάνωσε τον κανονιοβολισμό του Αιτωλικού, προπύργιο του Μεσολογγίου. Η τελική επίθεση από θάλασσα κατά του Αιτωλικού αποφασίστηκε να γίνει στις 11 Μαΐου 1828. Σε αυτή την κρίσιμη επίθεση, ο Άστιγξ εγκατέλειψε την ασφάλεια της "Καρτερίας" και έλαβε μέρος στους κινδύνους αυτοπροσώπως, οδηγώντας την επίθεση από την πρώτη γραμμή. Δυστυχώς ο Άστιγξ μαζί με άλλους είκοσι στρατιώτες του πληγώθηκε ελαφρά στην διάρκεια της μάχης, μεταφέρθηκε στην ναυαρχίδα του, αλλά πέθανε στις 20 Μαΐου 1828 λόγω την έλλειψης περίθαλψης.

Μεταφέρθηκε και τοπο­θετήθηκε βαλσαμωμένος στην κρύπτη της Εκκλησίας τού Ορφανοτροφείου Αιγίνης. Ή κηδεία του έγινε με μεγάλες τιμές τον επόμενο χρόνο στον Πόρο, όπου μεταφέρθηκε ή σορός του με την «Καρτερία», στην οποία επέ­βαινε ό Καποδίστριας, και με την συνο­δεία μοίρας πολεμικών πλοίων. Τον επικήδειο εκφώνησε ο Σπυρίδων Τρικού­πης.
Αργότερα το 1861, τα οστά του Άστιγγα μετακομίστηκαν στον ναύσταθμο του Πόρου, όπου ανεγέρθηκε μνημείο προς τιμήν του.

Αργότερα ονομάστηκαν προς τιμήν του πλοία του Ελληνικού πολεμικού ναυτικού (μια κανονιοφόρος το 1841 και ένα αντιτορπιλικό το 1939), ενώ κεντρική οδός στο Μοναστηράκι φέρει το όνομα του.

ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ

Σύμφωνα με τον Σπυρίδωνα Τρικούπη, ο Άστιγξ "...απέθανεν την 20η Μαίου, καταλιπών μνήμην ανεπίληπτον αφιλοκερδούς φιλελληνισμού, ενδόξων υπέρ ελευθερίας αγώνων και ακεραίου χαρακτήρος.."

Ό στρατηγός Γκόρντον, πού έγραψε την βιογραφία του, αναφέρει: «Αν υπήρχε κάποιος πραγματικά ανιδιοτελής και χρήσι­μος Φιλέλληνας, αυτός ήταν ο Άστιγξ. Δεν έλαβε ποτέ του αμοιβή. Ξόδεψε το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του για να κρατήσει μάχιμη και δυνατή την "Καρ­τερία", το μοναδικό πλοίο του Ελληνικού Ναυτικού πού τηρούσε τούς κανόνες της ναυτικής πειθαρχίας».

Ο Άστιγξ ήταν ένας από τους λίγους φιλέλληνες που ήρθε στην Ελλάδα αναζητώντας δόξα και αξιώματα, αλλά είχε τις ικανότητες και την γενναιότητα που αντιστοιχούσαν σε αυτά. Πρόσφερε πολλά στον απελευθερωτικό Αγώνα σε μια πολύ κρίσιμη στιγμή για την Επανάσταση που ψυχορραγούσε, ενώ όχι μόνο δεν άγγιξε ούτε μια λίρα από το δάνειο της Αγγλίας, όταν άλλοι φιλέλληνες κατασπαταλούσαν τα χρήματα αυτά σε άχρηστες και περιττές σπατάλες, αλλά έδωσε ένα σεβαστό ποσό από την προσωπική του περιουσία για την ναυπήγηση της "Καρτερίας".

Ουσιαστικά η "Καρτερία" ήταν το πρώτο ατμοκίνητο πλοίο στον κόσμο που έλαβε μέρος σε πολεμικές επιχειρήσεις ναυμαχώντας με επιτυχία.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ

(*) Το πλήρες όνομα του στα Βρετανικά είναι Frank Abney Hastings. Προφανώς τον άνθρωπο οι συμπατριώτες του τον αποκαλούσαν Χέιστινγκς. Στην Ελλάδα όμως επικράτησε την εποχή εκείνη να τον αποκαλούν "Αστιγξ" σε μια ευκολότερη ελληνική προσέγγιση του ονόματος του. Ο Τρικούπης τον αποκαλεί "Χάστιγγα". Επικράτησε ως σήμερα να τον αποκαλούμε Άστιγξ, και αυτή την μορφή του ονόματος του ήρωα χρησιμοποιώ....

ΠΗΓΕΣhttp://www.istorikathemata.com
              http://www.captainfrank.co.uk

Παρασκευή 21 Ιουνίου 2013

ΚΑΣΤΡΟ ΡΙΟΥ

    
Οχυρωματικό έργο του Σουλτάνου Βαγιαζήτ Β’, χτίστηκε απέναντι από το κάστρο του Αντιρρίου, ώστε έτσι να ελέγχεται το θαλάσσιο πέρασμα, από το Ιόνιο Πέλαγος στον Κορινθιακό Κόλπο, που λεγόταν «Κιουτσούκ Τσανάκ Καλέ», δηλαδή «Μικρά Δαρδανέλλια».

Ιστορία


   Οι Ρωμαίοι είχαν δημιουργήσει στρατιωτική βάση στο Ρίο, διότι είχαν αναγνωρίσει τη σημασία των στενών Ρίου - Αντιρρίου. Αλλά και ο Θουκυδίδης αναφέρει τα τοπωνύμια Ρίον Μολυκρικόν (το σημερινό Αντίρριο) το οποίο μάλιστα ήταν «φίλιον τοις Αθηναίοις» και Ρίον Αχαϊκόν το οποίο «εστίν αντιπέρας, το εν τη Πελοποννήσω». Το 1499 άρχισε η κατασκευή της οχύρωσης με τη σημερινή της μορφή, κατά τη διάρκεια του τουρκοβενετικού πολέμου, από τον σουλτάνο Βαγιαζήτ B´, πάνω στα ερείπια ρωμαϊκών οχυρώσεων. Η αρχική οχύρωση ήταν μικρότερη σε έκτα,η με διπλό περίβολο και τάφρο. Το 1532 έγινε κατάληψη από τους Ισπανούς και τον Αντρέα Ντόρια και ανακατάληψη από τους Τούρκους. Το 1603, οι Ιππότες της Μάλτας προκαλούν σημαντικές καταστροφές.Αργότερα όμως (το 1687), όταν ο Μοροζίνι κατάλαβε τον Μοριά, οι Ενετοί ξανάχτισαν το κάστρο στη μορφή περίπου που έχει σήμερα. Παράλληλα έχτισαν και το κάστρο του Αντιρρίου, και τα όπλισαν και τα δύο με κανόνια: 60 στο Ρίο και 30 στο Αντίρριο. Το 1715 γίνεται κατάληψη του Κάστρου από τους Τούρκους,
ενώ το 1828 το κάστρο ύστερα από πολιορκία παραδίδεται από τους Τούρκους στον στρατηγό Μαιζόν. Επισκευάζεται και παραδίδεται στους ΄Ελληνες. Το Κάστρο χρησιμοποιήθηκε σαν φυλακή για μεγάλο διάστημα. Στο Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο εγκαταστάθηκαν Γερμανοί. Κατά τη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού πολέμου τα δύο κάστρα, Ρίο-Αντίρριο, ήταν δεμένα με τεράστιες αλυσίδες, για να αποτρέπουν το πέρασμα πλοίων στον Κορινθιακό κόλπο.

Δομικά, Αρχιτεκτονικά, Οχυρωματικά Στοιχεία

 
   Το κάστρο του Ρίου έχει εξωτερικά σχήμα ισοσκελούς τριγώνου του οποίου η βόρεια γωνία συμπίπτει με τη μύτη της χερσονήσου ενώ οι δύο του πλευρές είναι παράκτιες. H νότια πλευρά του, εκτός από τείχος και πύργους, προστατεύεται και από τάφρο η οποία γέμιζε θαλάσσιο νερό φέροντας σε επαφή τον Κορινθιακό κόλπο με τον Πατραϊκό. Τώρα όμως, το νερό δεν ανανεώνεται με αποτέλεσμα η τάφρος να έχει μετατραπεί σε βάλτο, προκαλώντας μια δυνατή και δυσάρεστη οσμή. H βόρεια γωνία του κάστρου προστατευόταν και αυτή από πύργους ενώ στο εσωτερικό του τριγώνου υπάρχουν τα ερείπια ενός τεράστιου κυκλικού οικοδομήματος.

Πέμπτη 20 Ιουνίου 2013

ΤΑ ΓΕΡΜΑΝΙΚΑ ΔΑΝΕΙΑ ΤΟΥ 1915-1916 (ΥΠΕΡ ΟΥΔΕΤΕΡΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ)


Στέφανος Σκουλούδης
       Η Ελλάδα μετά το τέλος των Βαλκανικών πολέμων βρισκόταν σε δύσκολη οικονομική κατάσταση λόγω του ανταγωνισμού με την Τουρκία για την ναυτική υπεροπλία στο Αιγαίο. Ο Πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος και η κυβέρνηση του βρισκόταν σε αναζήτηση σύναψης δανείου. Στις 23 Νοεμβρίου 1914 ο πρεσβευτής της Ελλάδας στην Γερμανία Θεοτόκης τηλεγράφησε στον Βενιζέλο ότι τον είχαν πλησιάσει ανώτατοι Γερμανοί ιθύνοντες (Zimmermann) και τον είχαν διαβεβαιώσει πως η Γερμανία μπορούσε να συνάψει ένα δάνειο 20 με 25 εκατομμύρια μάρκα με την Ελλάδα, υπό την προϋπόθεση ότι η Ελληνική κυβέρνηση θα δεσμευόταν ότι η Ελλάδα θα παρέμενε ουδέτερη κατά τον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο. Ο Θεοτόκης ο ίδιος δήλωσε προς τον Zimmermann πως πολύ δύσκολα θα δεχόταν έναν τόσο γενικόλογο και δεσμευτικό όρο η κυβέρνηση του. Ο Βενιζέλος απάντησε αμέσως αρνητικά στο τηλεγράφημα, δηλώνοντας πως δεν μπορούσε να απεμπολήσει ένα τόσο σοβαρό Εθνικό δικαίωμα. Άλλωστε η πολιτική του στα επόμενα χρόνια θα ήταν ακριβώς η εμπλοκή της Ελλάδας και η συστράτευση της στο στρατόπεδο της Αντάντ. 
     Κατά τον χρόνο που ακολούθησε οι οικονομικές δυσκολίες μεγάλωσαν για τις Ελληνικές κυβερνήσεις και κορυφώθηκαν στα τέλη του 1915 λόγω των μεγάλων εξόδων και δαπανών που απαιτούσε η Ελληνική επιστράτευση. Η κυβέρνηση Σκουλούδη απευθύνθηκε εναγωνίως προς τις κυβερνήσεις της Αντάντ ζητώντας επειγόντως 10 εκατομμύρια δρχ.  αλλά τόσο η Αγγλία όσο και η Γαλλία αρνήθηκαν να δώσουν άμεσα προβάλλοντας μια σειρά από όρους και αξιώσεις, με απώτερο σκοπό να εκβιάσουν τον Βασιλιά ώστε να υποκύψει και να εγκαταλείψει την ουδετερότητα υπέρ αυτών. Την ίδια στιγμή η οικονομική δραστηριότητα στην Ελλάδα είχε "παγώσει" λόγω του συμμαχικού αποκλεισμού στο λιμάνι του Πειραιά που ήδη είχε προκαλέσει στην Αθήνα έλλειψη σε βασικά αγαθά. Σύμφωνα με τα λεγόμενα του Σκουλούδη εκ των υστέρων, η οικονομική δυσκολία του Ελληνικού κράτους ήταν τέτοια ώστε αν δεν γινόταν κάτι δραστικό, ο Βασιλιάς θα ήταν αναγκασμένος να βγει από την ουδετερότητα υπέρ της Αντάντ.  
Δημήτριος Ράλλης
Τελικώς η Γερμανία προσέγγισε εκ νέου την Ελλάδα στις 20 Νοεμβρίου 1915 προσφέροντας άμεσα δάνειο 40 εκατομμυρίων μάρκων. Την πρόταση διατύπωσε ο ίδιος ο πρέσβης Μίρμπαχ στον Έλληνα πρωθυπουργό Σκουλούδη. Σύμφωνα με τον Βεντήρη ο Σκουλούδης ρώτησε αν το δάνειο αυτό συνοδευόταν από κάποιο πολιτικό όρο, αλλά ο Μίρμπαχ απάντησε αρνητικά. Σύμφωνα με τον Σκουλούδη η Γερμανική πρόταση ήρθε σε γνώση του υπουργού Οικονομικών Δημήτρη Ράλλη αλλά και όλου του υπουργικού συμβουλίου και επί ένα μήνα οι Ελληνικές αρχές διαπραγματεύτηκαν μυστικά τους όρους του δανείου το οποίο δόθηκε στις αρχές Ιανουαρίου από την τράπεζα Μπλάιχρέντερ του Βερολίνου με 6% συνολικό επιτόκιο. Σύμφωνα με τον Σκουλούδη, οι όροι του δανείου και το επιτόκιο ήταν αρκετά ευνοϊκότερο από αντίστοιχα δάνεια που είχαν δοθεί από τους Αγγλογάλλους μέχρι τότε. Ήδη από τις 28 Δεκεμβρίου ο Σκουλούδης είχε ενημερώσει τον Ρωμανό, Έλληνα πρέσβη στο Παρίσι, ότι η Ελλάδα δεν ζητά πλέον δάνειο από την Γαλλία λόγω των προστριβών που είχαν δημιουργηθεί, κάτι όμως που δημιούργησε εύλογα υποψίες ότι η Ελληνική κυβέρνηση είχε βρει από αλλού χρηματοδότηση.
        Η διομολόγηση του δανείου υπήρξε εντελώς μυστική και δεν παρουσιάστηκε προς ψήφιση στην Ελληνική βουλή. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι οι κυβερνήσεις των δυνάμεων της Αντάντ δεν έμαθαν αμέσως τι είχε συμβεί. Οι πρέσβεις της Αγγλίας Έλλιοτ και της Γαλλίας Γκυγιωμά ρώτησαν πιεστικά τον Σκουλούδη αν αλήθευαν οι φήμες για Γερμανικό δάνειο στην Ελλάδα, αλλά αυτός διέψευσε την πληροφορία κατηγορηματικά. Το γεγονός δημοσιοποιήθηκε στην Ελλάδα το 1918 όταν όλες οι σχετικές Ελληνογερμανικές συνεννοήσεις  δημοσιεύτηκαν στην "Ελληνική λευκή Βίβλο" και ασκήθηκε δίωξη επί εσχάτη προδοσία εις βάρος του Σκουλούδη. Στην απολογία του ο πρώην πρωθυπουργός υποστήριξε ότι υπήρχε πολύ μεγάλη ανάγκη να συναφθεί το δάνειο αυτό, ώστε να μπορέσει το κράτος να συντηρηθεί στην δύσκολη συγκυρία της επιστράτευσης ενώ επικαλέστηκε ότι τήρησε τις διαπραγματεύσεις μυστικές έτσι ώστε να μην θεωρηθεί από τις δυνάμεις της Αντάντ ότι η Ελλάδα είχε αλλάξει πολιτικό προσανατολισμό, εγκαταλείποντας την ουδετερότητα. Επίσης στην
απολογία του υποστήριξε ότι η διαδικασία που ακολουθήθηκε ήταν νόμιμη, είχε ακολουθηθεί και στο παρελθόν με δάνεια από χώρες της Αντάντ και σε κάθε περίπτωση υπήρχε το χρονικό περιθώριο και η δυνατότητα τα δύο δάνεια να περιληφθούν στον κρατικό προϋπολογισμό του 1917. Επίσης τόνιζε το
Στοιχείο Γαλλικού πυροβολικού ακροβολισμένο με θέα την Αθήνα
γεγονός ότι ενώ κατηγορείται επί εσχάτη προδοσία για την σύναψη δανείου, η Βενιζελική κυβέρνηση στις διεθνείς της συναλλαγές είχε αναγνωρίσει το δάνειο ως νόμιμο και είχε υποσχεθεί την αποπληρωμή του.
Με τους ίδιους ακριβώς όρους και την ίδια δόθηκε και ένα δεύτερο ισόποσο δάνειο το 1916, σε μια Ελλάδα που δοκιμαζόταν σκληρά από την ασφυξία του Συμμαχικό ναυτικού αποκλεισμού που εν τω μεταξύ είχε ενταθεί. Όταν οι Βενιζελικοί κατέλαβαν την εξουσία χάρις την στρατιωτική βοήθεια της Αντάντ, εξόρισαν τους κυριότερους πολιτικούς τους αντιπάλους είτε σε νησιά είτε στο εξωτερικό. Ο Σκουλούδης γλίτωσε από την διαδικασία αυτή λόγω γήρατος (την κυβέρνηση του οι Βενιζελικοί την αποκαλούσαν "κυβέρνηση γερόντων"). Συγκεκριμένα η απόφαση του Γάλλου ύπατου αρμοστή Σαρλ Ζονάρ έκανε λόγω για "περιορισμό κατ΄ οίκον" σαν πρώτο μέτρο εις βάρος του, που ίσως συνοδευόταν από εξορία αν ο Σκουλούδης ανέπτυσσε αντικυβερνητική δραστηριότητα. Το 1918 εις βάρος του Σκουλούδη απαγγέλθηκαν βαρύτατες κατηγορίες για "εσχάτη προδοσία" για τον τρόπο που άσκησε τα καθήκοντα του ως Πρωθυπουργός και κρίθηκε προφυλακιστέος. Ο Σκουλούδης λόγω πολλών σοβαρών επεισοδίων και προστριβών με τους πρεσβευτές της Αντάντ, βρισκόταν σε μεγάλη δυσμένεια από το Βενιζελικό καθεστώς. Είναι χαρακτηριστικό ότι κατά τα έκτροπα "Ιουλιανά", οι Βενιζελικοί επιδρομείς προκάλεσαν σοβαρές ζημιές στην κατοικία του. Οι κατηγορίες ατόνησαν και τελικά εγκαταλείφθηκαν μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου του 1920 και την εκλογική ήττα του Βενιζέλου. Το 1921 η Εθνική Συνέλευση αντιβενιζελικής σύνθεσης κήρυξε επίσημα άκυρη την κατηγορία και όλη τη διαδικασία. Η διάρκεια της πρωθυπουργίας του Σκουλούδη ήταν η τελευταία παρουσία του στην ελληνική πολιτική σκηνή. Πέθανε στις 19 Αυγούστου του 1928. Κληροδότησε πολλά περιουσιακά στοιχεία του σε διάφορα ιδρύματα, μεταξύ αυτών έργα τέχνης στην Εθνική Πινακοθήκη.
ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος στο γραφείο του
Με τα δάνεια αυτά η Γερμανία στήριξε τον Βασιλιά και τις φιλοβασιλικές κυβερνήσεις, καθώς η πολιτική της ουδετερότητας (έστω σε δεκάδες περιπτώσεις βάναυσα παραβιασμένη από την Αντάντ) εξυπηρετούσε τα Γερμανικά σχέδια στην περιοχή. Είναι φανερό πως η αποδοχή από την Ελληνική κυβέρνηση ενός τόσο σοβαρού δανείου πρόδιδε και την τοποθέτηση της έναντι των εμπολέμων του Α΄ παγκοσμίου πολέμου, ενώ αναμφίβολα δημιουργούσε σειρά πολιτικών και οικονομικών υποχρεώσεων παρά το γεγονός ότι η Γερμανία επισήμως δεν έθεσε κανένα όρο κατά την σύναψη του. Άλλωστε συνήθως η οικονομική εξάρτηση είναι ο προάγγελος της πολιτικής εξάρτησης και η Ελληνική Ιστορία στο σύνολο της αποτελεί ένα τέτοιο παράδειγμα. Πάντως υπάρχουν και περιπτώσεις που δεν επιβεβαιώνουν τον κανόνα αυτό, πχ. η Ελλάδα το 1940 παρά την οικονομική της εξάρτηση από την Γερμανία και το κλήρινγκ, παρά την σύναψη σημαντικού δανείου και τις μεγάλες εξαγωγές καπνών και άλλων προϊόντων, τάχθηκε στο πλευρό της Αγγλίας. 
    Τελικώς τα περίφημα αυτά Γερμανικά δάνεια δεν κατέληξαν ποτέ στο Ελληνικό θησαυροφυλάκιο, λόγω ακριβώς του περίεργου μηχανισμού των δανείων που συνάπτονταν μεταξύ κρατών την εποχή εκείνη. Συγκεκριμένα η εν λόγω Γερμανική τράπεζα άνοιξε μια πίστωση στην Εθνική τράπεζα στο όνομα της Ελληνικής κυβερνήσεως, και η Εθνική τράπεζα εξέδωσε τραπεζογραμμάτια τα οποία χρησιμοποίησε η Ελληνική κυβέρνηση και τα οποία είχαν σταθερή αξία. Όταν όμως μετά το τέλος του πολέμου η Γερμανία βρέθηκε στο στρατόπεδο των ηττημένων, η Γερμανική τράπεζα δεν κάλυψε το άνοιγμα και τα τραπεζογραμμάτια που είχαν εκδοθεί έγιναν ακάλυπτα.

Βιογραφία

      Ο Στέφανος Σκουλούδης (23 Νοεμβρίου 1838 - 20 Αυγούστου 1928) υπήρξε Πρωθυπουργός της Ελλάδας το 1915-1916, είχε θητεύσει υπουργός και είχε εκλεγεί πολλές φορές βουλευτής. Αρχικά είχε γίνει τραπεζίτης και στη συνέχεια ασχολήθηκε με την πολιτική. Ήταν επίσης σημαντικός συλλέκτης πινάκων. Τη συλλογή του κληροδότησε στην Εθνική Πινακοθήκη.
      Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη όπου και περάτωσε τις γυμνασιακές του σπουδές. Ακολούθως φοίτησε στην Ιατρική Σχολή στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Μετά την αποφοίτησή του επέστρεψε στη γενέτειρά του όπου και ανέλαβε την διεύθυνση της «εν Τουρκία» αντιπροσωπείας των καταστημάτων των αδελφών Ράλλη. Σε σύντομο μετέπειτα χρόνο ίδρυσε μαζί με τους Ανδρέα Συγγρό και Γ. Κορωνιό την «Τράπεζα της Κωνσταντινούπολης». Απέκτησε μεγάλη περιουσία και αποφάσισε να εγκατασταθεί, το 1876, στην Αθήνα. Μετά την ίδρυση της «Εταιρείας Κωπαΐδας» έπαυσε ν΄ ασχολείται με τραπεζικές εργασίες και άρχισε ν΄ αναμιγνύεται με την πολιτική.

Πολιτική σταδιοδρομία

      Το 1881 εκλέχτηκε βουλευτής για πρώτη φορά της Σύρου και Θηβών συντασσόμενος στο κόμμα του Χαρίλαου Τρικούπη. Το 1883 διετέλεσε Πρεσβευτής της Ελλάδας στην Ισπανία (Μαδρίτη). Αργότερα χρημάτισε υπουργός Ναυτικών στην Κυβέρνηση Χαρίλαου Τρικούπη 1892 και Εξωτερικών. Μετά δε την παραίτηση της Κυβέρνησης Ζαΐμη (1915), σχημάτισε Κυβέρνηση (την Κυβέρνηση Στέφανου Σκουλούδη 1915) της οποίας μετείχαν όλοι οι αρχηγοί της αντιπολίτευσης και η οποία κατά το τότε Σύνταγμα εγκρίθηκε από τον Βασιλέα Κωνσταντίνο Α΄. Το 1916 κατόπιν ιταμού τελεσιγράφου των Συμμάχων η Κυβέρνηση εκείνη αναγκάσθηκε να παραιτηθεί και απογοητευμένος να αποσυρθεί πλέον από την ενεργό πολιτική.
    Δύο χρόνια αργότερα, το 1918, επερχόμενου του Βενιζέλου από την Θεσσαλονίκη στην Αθήνα, απαγγέλθηκε στον Στέφανο Σκουλούδη, που είχε ταχθεί με τις απόψεις του Στέμματος, αλλά πλέον ιδιώτευε, κατηγορία «επί εσχάτη προδοσία» η οποία όμως στην πραγματικότητα ατόνησε λόγω της μετά τις εκλογές του 1920 επικράτηση της βασιλόφρονης παράταξης.
     Ο Στέφανος Σκουλούδης εκτός των αρχικών του τραπεζικών απασχολήσεων και εκείνης αργότερα στην πολιτική υπήρξε ένας μανιώδης συλλέκτης πινάκων ζωγραφικής καταρτίζοντας μια πολύτιμη εξ αυτών συλλογή. Την πολύτιμη εκείνη συλλογή πινάκων αργότερα κληροδότησε στην Εθνική Πινακοθήκη (Αθήνα).

ΠΗΓΕΣ  http://el.wikipedia.org/wiki
              http://www.istorikathemata.com/